Το 2018 συμπληρώθηκαν εκατόν δέκα χρόνια από τη δημιουργία και ογδόντα από την ανίδρυση του μεταλλικού συμπλέγματος του Θησέα και της Ιπποδάμειας στην Πλατεία Βικτωρίας. Το σύμπλεγμα το είχε φιλοτεχνήσει ο Γερμανός γλύπτης Johannes Pfuhl (1846-1914) για πλατεία του Μονάχου. Μαρτυρείται ότι το αγόρασε το 1923-24 ο Δήμος Αθηναίων.
Αναφέρεται, όμως, από τον αθηναιογράφο Κώστα Η. Μπίρη (1899-1980) ότι το έργο ήταν δωρεά της κόρης του καθηγητή της Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Αθανάσιου Ρουσόπουλου (1823-1898) Βέρθας προς τον Δήμο Αθηναίων το 1927. Μεταφράστρια από τη γερμανική γλώσσα, η Βέρθα υπήρξε σύζυγος του γλύπτη του έργου. Ας σημειωθεί ότι γιος του ζεύγους Pfuhl είναι ο αρχαιολόγος Ernst Pfuhl (1876-1940), συγγραφέας μελέτης για τη ζωγραφική και για το σχέδιο των Ελλήνων (Μόναχο 1923).
Από το Σύνταγμα στη Βικτωρία
Το έργο ανιδρύθηκε το 1927 μπροστά στον Κήπο των Μουσών στην Πλατεία Συντάγματος, ενώ το 1938 μετατοπίστηκε στην Πλατεία Βικτωρίας (τότε Κυριακού). Παρουσιάζεται σε ψηλό μαρμάρινο βάθρο, πυραμιδοειδή οργάνωση, εξαιρετικά δυναμικό, σε κλίμα ύστερου μπαρόκ ύφους, με θεατρική περιπάθεια, χάρη και στους κινημένους διαγώνιους άξονές του. Θέμα του η αιτία της Κενταυρομαχίας, που την έχουμε σε όλη την έντασή της στον Παρθενώνα.
Ο μύθος έχει ως εξής: Στον γάμο του Λαπίθη Πειρίθου με τη νύμφη Ιπποδάμεια είχαν προσκληθεί και οι Κένταυροι, ένας από τους οποίους, ο Ευρυτίων, ενόχλησε ερωτικά τη μελλόνυμφη. Αυτό στάθηκε η αφορμή της σύρραξης Κενταύρων και Λαπίθων, που κράτησε έναν χρόνο και έληξε με τη βοήθεια του Θησέα. Ακριβώς τη στιγμή της δραματικής συμβολής του Θησέα στον αγώνα απεικονίζει το σύμπλεγμα.
Ο μυώδης Ευρυτίων, κρατώντας πέτρα στο ένα χέρι του, την προορίζει για να χτυπήσει τον ομοίως δυνατό Θησέα, ενώ με το άλλο χέρι του σφίγγει τη νεαρή νύμφη. Ο Θησέας έχει πιάσει τον Ευρυτίωνα με το ένα χέρι από το κεφάλι και με το άλλο από το πόδι για να γλυτώσει από το ερωτικό πάθος του την Ιπποδάμεια. Στο κάτω μέρος της σύνθεσης φαίνεται και άλλη γυναικεία μορφή, Λαπιθίδα, αποκαμωμένη.
Την ιστορία της δημιουργίας του αθηναϊκού συμπλέγματος τη φώτισε ικανοποιητικά η ενδελεχής έρευνα της συναδέλφου, διδάκτορος ιστορικού της τέχνης Ζέττας Αντωνοπούλου. Το έργο, κατά την επιγραφή που είναι χαραγμένη στη νότια πλευρά του, είχε ολοκληρωθεί στο Βερολίνο το 1906, ενώ χυτεύθηκε με τη μέθοδο της ηλεκτρόλυσης το 1908 στο εργοστάσιο του ομίλου WMF (τα αρχικά του Württembergische MetallwarenFabrik).
Το εργοστάσιο αυτό ιδρύθηκε το 1853 στο Γκάισλινγκεν/Στάιγκε του ομοσπονδιακού κρατιδίου της Βάδης-Βυρτεμβέργης και μέσω διαδοχικών ενοποιήσεων με άλλες βιομηχανικές μονάδες έφτασε να ειδικεύεται από τις αρχές του 20ού αιώνα στη γαλβανοπλαστική.
Θεωρούμενο ως το μεγαλύτερο έργο γαλβανοπλαστικής που είχε έως τότε γίνει, το σύμπλεγμα φιλοτεχνήθηκε από αρνητικό ομοίωμα (μήτρα) που, επικαλυμμένο με λεπτό στρώμα αγώγιμου γραφίτη, είχε βυθιστεί σε γαλβανικό λουτρό διαλύματος θειικού χαλκού με θειικό οξύ για να γίνει καλός αγωγός ηλεκτρισμού. Έτσι, ύστερα από την εφαρμογή ηλεκτρικού ρεύματος, διαμορφώθηκε η επιφάνειά του, ενώ το εσωτερικό του έμεινε κούφιο. Δεν δουλεύτηκε ενιαίο, αλλά σε κομμάτια ενωμένα με μεταλλικούς συνδέσμους.
Το άγαλμα-τραγούδι συντηρείται
Εμβληματικό για την Πλατεία Βικτωρίας, το γλυπτό έχει εμπνεύσει τον αναθρεμμένο εδώ Λευτέρη Παπαδόπουλο (1935) στους στίχους του για το τραγούδι Το άγαλμα, μελοποιημένους από τον Μίμη Πλέσσα (1924) και ερμηνευμένους από τον Γιάννη Πουλόπουλο (1941) το 1969 στον δίσκο Ο δρόμος, που έχει κάνει ρεκόρ πωλήσεων.
Το 2000 το σύμπλεγμα συντηρήθηκε από το Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης του ΤΕΙ Αθήνας, σε συνεργασία με τον Δήμο Αθηναίων. Απομακρύνθηκε για εύλογο χρονικό διάστημα από την Πλατεία Βικτωρίας, προς θλίψη των συνηθισμένων να το βλέπουν θαμώνων της, και επανήλθε βελτιωμένο στη θέση του, όπου στέκει, σιωπηλό, παράταιρο, σε ένα από τα πιο πολυπολιτισμικά και επικίνδυνα σημεία της κεντρικής Αθήνας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου