Η φρικτή βροχή συνέχιζε να πέφτει με αμείωτη ορμή. Η στάθμη των μαύρων ελωδών νερών ανέβαινε όλο και περισσότερο. Ο φύλακας των σπηλαίων που είχε καθησυχάσει τον ανήσυχο σκύλο είχε αρχίσει να προβληματίζεται. Μαζί με τα νερά ήταν σίγουρο ότι θα πλησίαζε και ό,τι θα μπορούσε να κολυμπήσει εκεί μέσα. Και σίγουρα δε θα ήταν κάποιο χρυσόψαρο. Θυμήθηκε πως σε μια τέτοια βροχή, σε μια τέτοια πλημμύρα είχε χάσει τη ζωή του ένας απρόσεκτος σύντροφός του. Όταν έμεινε για δευτερόλεπτα αφηρημένος έξω από τις σπηλιές κοιτάζοντας την απαίσια μαύρη θάλασσα που είχε δημιουργηθεί από τη νεροποντή. Όταν μέσα από τα σκοτεινά νερά αναδύθηκε εκείνο το θηριώδες ερπετό και τον άρπαξε μπροστά στα μάτια του. Η τωρινή κατάσταση γινόταν ακόμα πιο απειλητική. Ίσως θα έπρεπε να ειδοποιήσει τους υπόλοιπους.
Μέσα στην αίθουσα, η γιορτή συνεχιζόταν. Οι μουσικοί έδιναν τον ρυθμό και οι χοροί και τα τραγούδια έδιναν και έπαιρναν. Η ζεστή χαρωπή ατμόσφαιρα ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με τούτο τον μουντό, γεμάτο κινδύνους κόσμο. Και τα γέλια! Πόσο πολύ του είχαν λείψει οι ήχοι τους. Στον καταυλισμό, σπάνιζαν, τα συνέθλιβαν οι αυστηροί, άκαμπτοι κανόνες. Εδώ έβγαιναν αυθόρμητα, ελεύθερα, αβίαστα. Σαν να μην είχε υπάρξει ποτέ η καταστροφή.
Ο γέρος ήρθε κι έκατσε δίπλα του. Έσκυψε στο αυτί του και άρχισε να του μιλά: "Κανείς μας δε θυμάται το όνομά του. Ξέρεις γιατί; Γιατί τα ονόματα καμία χρησιμότητα δεν έχουν εδώ. Όλοι όμως θυμούνται την ιδιότητά τους και τα ταλέντα τους. Εσύ είσαι ιερέας, εκείνος εκεί κυνηγός, η γυναίκα απέναντι είναι γιατρός, η διπλανή της αποθηκάριος, ενώ ο τύπος που έχει γίνει τύφλα στο μεθύσι και έχει αγκαλιάσει το τραπέζι είναι υδραυλικός. Ξέρεις γιατί θυμούνται όλοι τις ικανότητες τους; Γιατί με αυτές θα επιζήσουν. Με αυτές θα επιζήσουμε όλοι. Το μεγαλύτερο αμάρτημα εδώ είναι να θες να τα ξεχάσεις αυτά ή να τα αλλάξεις. Μπορείς να αλλάξεις ο,τιδήποτε αλλά όχι αυτό. Κάτι τέτοιο είναι ασυγχώρητο. Κι εσύ κοντεύεις να το ξεχάσεις. Από πότε έχεις να κάνεις μια θρησκευτική τελετή; Μεγάλο κακό αυτό". "Και τι αξία έχει αυτή μου η ιδιότητα σε έναν τέτοιο κόσμο;" ρώτησε ο ιερέας. "Ανόητε, κοίτα γύρω σου, ζούμε σε ένα κόσμο γεμάτο διαβόλους, ένας εξορκιστής πάντα είναι χρήσιμος" γέλασε ο γέρος. "Διέλυσε τα σκοτάδια σου, βρες το φως μέσα σου και φερ' το και στους άλλους. Ξέρεις τι έχει συμβεί σε αυτόν τον κόσμο; Όχι, φυσικά. Ούτε εγώ είμαι σίγουρος αλλά έχω κάποιες ιδέες που...".
Ο σκύλος μπήκε στην αίθουσα γαβγίζοντας σαν λυσσασμένος, τον ακολούθησε και ο φύλακας κατάχλωμος και καταϊδρωμένος. "Το τέρας!" ούρλιαξε," το τέρας έσπασε την πρώτη πύλη με την ουρά του, ανεβείτε γρήγορα στα επάνω επίπεδα!"
Πίσω του φάνηκε να τρέχει ένα ρυάκι μαύρου γλοιώδους νερού. Ένα ρυάκι που σύντομα μετατράπηκε σε δυνατό ρεύμα. Ακούστηκε ένας σφυριχτός ήχος που πάγωσε το αίμα στις φλέβες όλων όσων βρίσκονταν στην αίθουσα. Ένα τεράστιο σκουροπράσινο φιδίσιο κεφάλι όρμηξε από την πόρτα της αίθουσας που έβγαζε στο διάδρομο και άρπαξε τον φρουρό. Δε πρόλαβε ούτε μια φωνή να βγάλει. Αντίθετα οι υπόλοιποι άρχισαν να φωνάζουν και να τρέχουν προς τη σκάλα που οδηγούσε στα πιο πάνω επίπεδα.
O κυνηγός συγκέντρωσε σε πολύ λίγο χρόνο μια ομάδα ανδρών και γυναικών οπλισμένων με μακριά ακόντια. Πήραν θέση στη σκάλα και χτυπούσαν το τεράστιο ερπετό προσπαθώντας να το απωθήσουν. Το φίδι τράβαγε το κεφάλι του απότομα πίσω για να αποφύγει τα χτυπήματα και σχεδόν αμέσως αντεπιτίθετο με σφοδρότητα. Η μάχη καλά κρατούσε μέχρι το τέρας χτύπησε με την ουρά του τους αμυνόμενους, ρίχνοντας δυο από αυτούς, έναν άντρα και μια γυναίκα στο νερό που είχε γεμίσει το δάπεδο της αίθουσας στο ύψος του γονάτου πια. Όρμηξε προς τη γυναίκα αλλά αυτή κατάφερε τη τελευταία στιγμή να το αποφύγει, εκμεταλλευόμενη ένα τραπέζι που ήταν αναποδογυρισμένο δίπλα της. Ο άντρας που είχε βρεθεί στο νερό επιτέθηκε με γυμνά χέρια στο φίδι την ώρα που αυτό ετοιμαζόταν να ορμήξει για δεύτερη φορά στη γυναίκα. Αυτό όμως γύρισε και τον άρπαξε στα σαγόνια του. Ο χρόνος που χρειάστηκε το ερπετό για να τον καταβροχθίσει ήταν αρκετός για να ανδιοργανωθεί η ομάδα του κυνηγού, να ενισχυθεί με με περισσότερους ανθρώπους και καλύτερα όπλα και να περάσουν από τη θέση του αμυνόμενου σε αυτή του επιτιθέμενου. Η επίθεση ήταν σχεδόν κτηνώδης, όλοι έδωσαν και τη τελευταία ικμάδα δύναμης που είχαν και πέτυχαν μερικά καλά χτυπήματα στο τέρας. Αυτό, χορτασμένο πια και καταλαβαίνοντας πως τα θηράματά του ήταν πολύ δύσκολο να νικηθούν αποφάσισε να υποχωρήσει. Βούτηξε μέσα στα σκοτεινά νερά και χάθηκε τόσο γρήγορα όσο είχε εμφανιστεί.
Η βροχή είχε πια σταματήσει. Τα νερά είχαν αρχίσει να υποχωρούν και όλοι ήταν κουρασμένοι και σιωπηλοί. Είχαν καταφέρει να αποκρούσουν την επίθεση του γιγαντιαίου νερόφιδου αλλά το τίμημα ήταν τέτοιο που δεν άφηνε περιθώρια για πανηγυρισμούς. Μετρούσαν δύο απώλειες αλλά η καταμέτρηση δεν σταμάτησε εκεί. Μόλις τα νερά αποτραβήχτηκαν κι άλλο φανέρωσαν το πτώμα του γέρου. Κατά την επίθεση του ερπετού φαίνεται πως χτύπησε και έπεσε αναίσθητος. Τα νερά αποτελείωσαν το έργο που ξεκίνησε το φολιδωτό τέρας.
Τα προηγούμενα εδώ: https://tragoudiglarou.blogspot.com/search/label/%CE%9C%CE%B5%CF%84%CE%AC%20%CF%84%CE%B7%CE%BD%20%22%CE%91%CF%80%CE%BF%CE%BA%CE%AC%CE%BB%CF%85%CF%88%CE%B7%22
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου