Άλλη μια μακριά πορεία είχε φτάσει στο τέλος της. Είχε χάσει εντελώς τον προσανατολισμό του. Θα έπαιρνε όρκο ότι κάπου είχε στρίψει λάθος και τώρα είχε γυρίσει προς το ίδιο σημείο απ' όπου είχε φύγει πριν μερικές μέρες. Όχι ότι είχε σημασία αφού το τοπίο ήταν παντού ίδιο και οι συνθήκες πανομοιότυπες. Γκρεμισμένα κτίρια, πεσμένες κολώνες του ηλεκτρισμού, ξεχαρβαλωμένοι δρόμοι, σπασμένα τζάμια, κομμάτια τσιμέντου διαλυμένα ή αχρηστεμένα οχήματα. Ο ανθρώπινος πολιτισμός στα καλύτερά του.
Που και που κάποιοι ήχοι πρόδιδαν πως υπήρχε κάπου κάποια μορφή ζωής. Μερικές φορές φαινόταν για έλλογη ζωή, για κανονικούς ανθρώπους. Δεν προσπάθησε καν να τους εντοπίσει. Είχε τόσο συνηθίσει τη μοναξιά που την φύλαγε πια σαν πολύτιμο θησαυρό. Αφού ήρθε το τέλος του κόσμου ας το ευχαριστηθώ τουλάχιστον, σκέφτηκε και συνέχισε να περιπλανιέται μακριά από κάθε ανθρώπινο ή ανθρωπόμορφο δείγμα ζωής. Αυτά τα τελευταία άλλωστε ήταν σίγουρα επικίνδυνα. Αλλά και για τα πρώτα δεν θα έβαζε το χέρι του στη φωτιά.
Κι ενώ συνέχιζε τη περιπλάνησή του ξαφνικά ο σκύλος του άρχισε να φέρεται νευρικά, ανήσυχα. Κοίταξε γύρω του αλλά δεν είδε τίποτα. Ο σκύλος όμως άρχισε να γρυλίζει. Σταμάτησε να περπατά. Δίπλα του βρήκε ένα πεσμένο ένα γερό κομμάτι ξύλου σαν ραβδί και το σήκωσε αμέσως. Πήρε θέση άμυνας. Από το πουθενά κάτι του επιτέθηκε με ορμή. Κατάφερε να ελευθερωθεί και αρπάζοντας το ξύλο το στριφογύρισε καταφέρνοντας ένα χτύπημα στα πλευρά του αντιπάλου του που έπεσε κάτω βγάζοντας μια κραυγή πόνου. Πριν προλάβει όμως να χαρεί τον θρίαμβό του, βρέθηκε περικυκλωμένος από μια ομάδα ανθρώπων. Τουλάχιστον ήταν άνθρωποι. Κάτι ήταν κι αυτό. Ο σκύλος του έδειχνε τα δόντια του σε όποιον τολμούσε να κινηθεί μισό εκατοστό προς το μέρος τους και αυτός κράδαινε απειλητικά το ραβδί του προς τους επίδοξους επιτιθέμενους.
Τότε ακούστηκε μια γυναικεία φωνή που τους καλούσε να σταματήσουν. Γύρισε προς τα εκεί και είδε τη γυναίκα που είχε βοηθήσει να γλιτώσει από εκείνο το τέρας πριν από λίγες μέρες και σαν ανταπόδοση τον είχε χτυπήσει με τη λαβή του σπαθιού της. "Α! Η φεμινίστρια" φώναξε με μεγάλη δόση ειρωνείας. "Όλοι στη παρέα σου βλέπω την ίδια ευγένεια έχετε...". "Ναι έτσι ευγενικοί γινόμαστε όταν κάποιος τύπος με μαύρα ρούχα μας ακολουθεί για μέρες" απάντησε αυτή με ύφος που πρόδιδε εξυπνάδα αλλά και δόσεις εκλεπτυσμένης αγένειας. "Πρώτον δε σας ακολουθούσα, προσπαθούσα να σας αποφύγω. Δεν ήθελα να βρεθώ με ανθρώπους είτε κανονικούς είτε από τους άλλους του θηριώδεις. Και δεύτερον δεν είναι απλά μαύρα ρούχα, είναι ράσα. Και στο κάτω κάτω, εδώ ο κόσμος έχει καταστραφεί τι στην ευχή σας νοιάζει τι χρώμα ρούχα φορά κάποιος;". "Ράσα; Που να πάρει! Παραλίγο να δείρουμε έναν παπά!" ακούστηκε η τραχιά φωνή ενός άντρα γύρω στα πενήντα."Συγχώρεσέ μας πάτερ, δε ξέραμε τι ήσουν. Και είχαμε κάτι δυσάρεστες συναντήσεις με μαυροφορεμένους τύπους τον τελευταίο καιρό. Επίτρεψέ μας να σε καλωσορίσουμε στην ομάδα μας!" του είπε εύθυμα και του άπλωσε το χέρι για να χαιρετηθούν. "Να πάρει", σκέφτηκε, "τόσο καιρό αποφεύγω τους ανθρώπους και τώρα έπεσα πάνω σε τούτους". Άπλωσε παρ΄όλα αυτά το χέρι του και μια σφιχτή χειραψία ανταλλάχθηκε. "Σκοπεύουμε να ξαναχτίσουμε τον πολιτισμό και ένας ιερέας θα ήταν ευπρόσδεκτος", του είπε εύθυμα ο άντρας ο οποίος φαινόταν να έχει τη θέση αρχηγού στην ομάδα των περίπου εξήντα ανθρώπων που ξεπρόβαλλαν τώρα από τις θέσεις μάχης που είχαν λάβει. "Τι λες; Θα έρθεις μαζί μας;".
Πολύ ενδιαφέρον, περιμένουμε με ανυπομονησία την συνέχεια
ΑπάντησηΔιαγραφή…κάποιος τύπος με μαύρα ρούχα μας ακολουθεί για μέρες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΩραία περιγραφή :D
Π