Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, ένας παράλυτος στέκεται δίπλα σε μια δεξαμενή, η οποία ονομάζεται Βηθεσδά. Εκεί από καιρό σε καιρό, ένας άγγελος Κυρίου κατέβαινε στη δεξαμενή κι ανατάραζε τα νερά· όποιος, λοιπόν, έμπαινε πρώτος μετά την αναταραχή του νερού, αυτός γινόταν καλά, όποια κι αν ήταν η αρρώστια που τον ταλαιπωρούσε. Όταν τον βλέπει ο Ιησούς κατάκοιτο, τον ρωτά: «Θέλεις να γίνεις καλά;» Ήξερε πως ήταν έτσι για πολύν καιρό. «Κύριε», του αποκρίθηκε ο άρρωστος, «δεν έχω κανέναν να με βάλει στη δεξαμενή μόλις αναταραχτούν τα νερά· έτσι, ενώ εγώ προσπαθώ να πλησιάσω μόνος μου, πάντοτε κάποιος άλλος κατεβαίνει στο νερό πριν από μένα». Ο Ιησούς θεραπεύει τον παράλυτο και του λέει: «Σήκω πάνω, πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα». Κι αμέσως ο άνθρωπος έγινε καλά, σήκωσε το κρεβάτι του και περπατούσε. Η μέρα που έγινε αυτό ήταν Σάββατο. Έλεγαν, λοιπόν, οι Ιουδαίοι άρχοντες στο θεραπευμένο: «Είναι Σάββατο, και δεν επιτρέπεται να σηκώνεις το κρεβάτι σου».
Ας σταματήσουμε εδώ λίγο τη διήγηση της περικοπής. Βλέπουμε δύο είδη ανθρώπων σε αυτή τη περιγραφή. Από τη μία άνθρωποι που συρρέουν σε ένα τόπο όπου γίνεται κάτι το θαυματουργικό. Άνθρωποι πιστοί προφανώς. Άνθρωποι του Θεού. Και από την άλλη οι άρχοντες των Ιουδαίων, οι γνώστες του Νόμου, οι θεματοφύλακες της πίστης, οι γνώστες των δογμάτων.
Οι πρώτοι επιζητούν είτε να δουν αν γίνεται ένα θαύμα είτε να συμβεί σε αυτούς τους ίδιους. Και όμως, τον παράλυτο που είναι μόνος του και που ενώ προσπαθεί καιρό να μπει στη δεξαμενή όταν ταράζει τα ύδατα ο άγγελος δεν έχει κανέναν να τον βοηθήσει, κανείς δεν κάνει τον κόπο να τον βοηθήσει. Θέλουν αν δουν ένα θαύμα, πιστεύουν στα θαύματα, πιστεύουν στον Θεό, αλλά κανείς δε θέλει να γίνει κομμάτι ενός τέτοιου θαύματος. Κανείς δεν ενδιαφέρεται να βοηθήσει έναν άνθρωπο μόνο.
Οι δεύτεροι, οι γνώστες του Νόμου, βλέπουν μπροστά τους το θαύμα και αναλώνονται στη τήρηση της αργίας του Σαββάτου. Η πίστη τους σε ένα ζωντανό Θεό πεθαίνει εγκλωβισμένη στην ασφυκτική τήρηση του γράμματος και όχι του πνεύματος του Νόμου. Δεν ψάχνουν να βρουν ποιος θεράπευσε και πως τον παράλυτο αλλά ποιος του είπε να σηκώσει το κρεβάτι του ημέρα Σάββατο και να καταλύσει την αργία.
Όλη η πίστη, όλα τα θαύματα, όλοι οι τόμοι θεολογίας που έχουν γραφτεί, είναι εντελώς, μα εντελώς άχρηστα όταν μένουν σε μια σφαίρα μακρινή. Σε μια σφαίρα απόμακρης πνευματικότητας ή υπερφυσικής θαυματουργίας. Είναι εντελώς μα εντελώς άχρηστα όταν δεν αγγίζουν την καθημερινή μας ζωή. Όταν δεν μας μεταμορφώνουν πρώτα εμάς και έπειτα μέσω ημών και την υπόλοιπη κοινωνία. Όταν αναλωνόμαστε στην ακρίβεια της τήρησης κάποιων κανόνων ή στις εντυπωσιακές θαυμάτων και αφήνουμε τον παράλυτο μόνο του να περιμένει μάταια κάποιον αν τον βοηθήσει να μπει στη δεξαμενή και να θεραπευτεί.
Ο Χριστός δεν απορρίπτει τα παραπάνω. Και θαύματα έκανε και τον Νόμο τηρούσε. Δεν τα έβαζε όμως αυτά πάνω από το καλό των ανθρώπων. Και τι λέει στον παράλυτο όταν τον ξαναβρίσκει στο ναό; «Βλέπεις, έχεις γίνει καλά· από ΄δω και πέρα μην αμαρτάνεις, για να μην πάθεις τίποτα χειρότερο». Τι χειρότερο μπορεί να πάθει κάποιος που ήταν παράλυτος; Να παραλύσει πνευματικά είτε κυνηγώντας θαύματα και αναζητώντας τον Θεό, ξεχνώντας τους ανθρώπους είτε να γίνει ένας σκληρός τηρητής των κανόνων και με αυτούς να επιβαρύνει και να εξουθενώνει τους συνανθρώπους του. Γιατί καμία αμαρτία μεγαλύτερη δεν υπάρχει από το να ταλαιπωρείς και να οδηγείς τους ανθρώπους σε απόγνωση, στο όνομα της αγάπης σου για τον Θεό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου