Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2022

Ογδόντα χρόνια από την έκδοση του περιοδικού “Εσπρί” του 27χρονου τότε Γάλλου φιλοσόφου Εμμανουέλ Μουνιέ

 


https://xristianiki.gr/%ce%b7-%ce%b5%cf%80%ce%b1%ce%bd%ce%ac%cf%83%cf%84%ce%b1%cf%83%ce%b7-%ce%b8%ce%b1-%ce%b5%ce%af%ce%bd%ce%b1%ce%b9-%cf%80%ce%bd%ce%b5%cf%85%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b9%ce%ba%ce%ae/

Κλείνουν ογδόντα χρόνια από την έκδοση του περιοδικού “Εσπρί”, τον Οκτώβριο του 1932, εκ μέρους του 27χρονου τότε Γάλλου φιλοσόφου Εμμανουέλ Μουνιέ. Όπως τονίζεται στην έκδοση του Δεκεμβρίου 2012 του περιοδικού, που συνεχίζει να κυκλοφορεί μέχρι σήμερα, “Ο τίτλος του περιοδικού δεν είναι μια ιδεαλιστική διακήρυξη, αλλά ένα μανιφέστο κατά της χρησιμοθηρίας και του υλισμού”. Στην περίοδο της βαθιάς κρίσης κατά την οποία πρωτοκυκλοφόρησε, δεν λειτούργησε απλώς ως έντυπο θεωρητικών φιλοσοφικών αναζητήσεων, αλλά επιδίωξε να δώσει απαντήσεις σε συγκεκριμένα κοινωνικά προβλήματα. Την προσπάθεια στήριξαν και άλλοι διανοητές, μεταξύ των οποίων ο γνωστός στην Ελλάδα Ζακ Μαριταίν, ο οποίος είχε στηρίξει τον αντιδικτατορικό αγώνα της “Χριστιανικής”.   


Στο πολυσέλιδο αφιέρωμα της Ελοντί Μορώ στο περιοδικού “Λα Κρουά” (“Ο Σταυρός”) της 15/16 Οκτωβρίου, στο οποίο επιχειρείται να “ξαναδιαβαστεί” το έργο του φιλοσόφου υπό το φως    


Η βαθιά χριστιανική πίστη του Μουνιέ συνδυαζόταν με την αγωνία να αντιμετωπιστεί από χριστιανική σκοπιά η κοινωνική αδικία. Εντοπίζει τα αντιμαχόμενα κοινωνικά συστήματα ως διαφορετικές εκδοχές του υλισμού και κάνει έκκληση “το πνεύμα να πάρει την πρωτοβουλία της αντίδρασης” για την αποσταθεροποίηση “της κατεστημένης αταξίας”. Καλεί να υπάρξει μια καινούργια Αναγέννηση του ευρωπαϊκού ανθρωπισμού, για να ξεπεραστούν τα αδιέξοδα στα οποία οδηγούν όταν αποκλίνουν το ένα από το άλλο, το “εγώ” και το “εμείς” : Η αστική ατομοκρατία και ο ολοκληρωτικός κολεκτιβισμός αντίστοιχα. Καταγγέλλει με δριμύτητα το συμβιβασμό της ρωμαιοκαθολικής αστικής τάξης με την επικρατούσα κοινωνική αδικία.


Ο Μουνιέ είχε τακτική επαφή με τον Ρώσο ορθόδοξο φιλόσοφο Νικόλαο Μπερντιάγιεφ, εξόριστο στο Παρίσι, στο σπίτι του οποίου βρίσκονταν τις Κυριακές, μαζί και με άλλους πνευματικούς ανθρώπους. Μέσω του Μπερντιάγιεφ, που αρθρογράφησε στο “Εσπρί”, άντλησε πολλά στοιχεία από την ορθόδοξη πνευματικότητα και ιδίως τη θεολογία του προσώπου. Με αυτή την έννοια, η σκέψη του Μουνιέ, συνδέεται με την ορθόδοξη θεολογία και παράδοση. Συγκλονίζει το γεγονός ότι έναν αιώνα πριν, ο στρατηγός Μακρυγιάννης που μόλις ήξερε να γράφει, μίλησε για την ανάγκη της πορείας από το “εγώ” στο “εμείς”, πράγμα που σημαίνει ότι ήδη κατείχε βιωματικά όσα οι διατυπώθηκαν φιλοσοφικά από τους Μουνιέ και Μπερντιάγιεφ.    



Οι τίτλοι των επόμενων εκδόσεων του “Εσπρί” είναι σαν διακηρύξεις: ” Ρήξη ανάμεσα στη χριστιανική τάξη και στην κατεστημένη αταξία”, “Το χρήμα, δυστυχία του φτωχού, δυστυχία του πλουσίου”, (1933) “Οι φασιστικές ψευτο-αξίες”, (1934) “Αποικιοκρατία, το μέλλον της και η κατάργησή της” (1935).


Παρά τις εσωτερικές διαφωνίες στη συντακτική ομάδα του περιοδικού, ο Μουνιέ καταγγέλλει την πολιτική κατευνασμού απέναντι στον Χίτλερ και την απατηλή “ειρήνη” των συμφωνιών του Μονάχου.


Παράλληλα, επεξεργάζεται θεωρητικά την έννοια του περσοναλισμού, με τα κείμενα “Περσοναλιστική και κοινοτική επανάσταση” (1934) και “Μανιφέστο στην υπηρεσία του περσοναλισμού” (1936).


Το 1940, έκανε το σφάλμα να επανεκδώσει το περιοδικό υπό το καθεστώς του Βισί, σε καθεστώς σκληρής λογοκρισίας. Το περιοδικό έκλεισε σχεδόν αμέσως και ο ίδιος φυλακίστηκε. Ενώ ταυτόχρονα κατηγορήθηκε άδικα για συνεργασία με το φιλοναζιστικό καθεστώς. Απελευθερώθηκε και αμέσως προσχώρησε στην Αντίσταση και πέρασε στην παρανομία.


Μετά την απελευθέρωση, το περιοδικό που ξανακυκλοφόρησε ήταν επικριτικό στη χλιαρότητα του κοινωνικού προγράμματος της Χριστιανοδημοκρατίας, μετείχε σε διάλογο για μια νέα θεώρηση του σοσιαλισμού, κατάγγειλε τα βασανιστήρια στις αποικίες και την κούρσα των εξοπλισμών, στήριξε την πρωτοβουλία των ιερέων-εργατών. Κινδύνεψε με αφορισμό από το Βατικανό, λόγω της προοδευτικότητας των θέσεών του. Όμως, τον απέφυγε, λόγω της φροντίδας για ολοκληρωμένη θεολογική τεκμηρίωση των προβαλλόμενων απόψεων.


Ξεκίνησε και διάλογο με το Κομμουνιστικό Κόμμα, στο οποίο ο Μουνιέ έτρεφε σεβασμό, θεωρώντας το εκφραστή της φωνής των φτωχών. Όμως, επήλθε η ρήξη το 1948, λόγω της ανοχής του ΚΚ στα σταλινικά εγκλήματα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να δεχθεί δριμύτατες επιθέσεις από κομμουνιστικούς κύκλους.


Στις 22 Μαρτίου 1950, σε ηλικία μόλις 45 ετών, βρέθηκε στην κρεβατοκάμαρά του νεκρός από καρδιακή προσβολή. Μέχρι τελευταία στιγμή καταπιανόταν με το διάλογο, αφού βρέθηκε κοντά του ένα βιβλίο του Μαρξ, πάνω στο οποίο κρατούσε σημειώσεις. υπομνημάτιζε.


O ορισμός του προσώπου


Στο τριακοσίων σελίδων “Περσοναλιστικό Μανιφέστο” που κυκλοφόρησε το 1936, δίνεται ο ορισμός του προσώπου: “Πρόσωπο είναι ένα ον πνευματικό, που διαμορφώνεται από τον τρόπο της ύπαρξης και την ανεξαρτησία του. Διατηρεί την ύπαρξή του με την ένταξη σε μια ιεραρχία αξιών που έχει ελεύθερα υιοθετήσει, αφομοιώσει και βιώσει με τη δική του υπεύθυνη δραστηριότητα και μια συνεχή εσωτερική εξέλιξη. Κατά συνέπεια, συνενώνει όλη του τη δραστηριότητα εν ελευθερία και με δημιουργικές δράσεις αναπτύσσει την ατομικότητα της κλήσης του.”


Η επανάσταση του πνεύματος


Σύμφωνα με τον Μουνιέ, “Μόνο το πνεύμα είναι η αιτία κάθε τάξης ή αταξίας, με την πρωτοβουλία του ή την εγκατάλειψή του…μια πραγματικότητα στην οποία προσχωρούμε εντελώς, η οποία μας ξεπερνά και ταυτόχρονα μας κατακλύζει, και μας στρατεύει συνολικά ωθώντας μας να ξεπερνούμε τον εαυτό μας…Δεν χρειάζεται να φέρουμε την πνευματική διάσταση στην κοσμική. Υπάρχει ήδη. Ο ρόλος μας είναι να την ανακαλύψουμε και να της δώσουμε ζωή….Ολόκληρη η κοσμική διάσταση είναι ευλογημένη από το Θεό”.


“Για τον Μουνιέ, η επανάσταση του πνεύματος είναι μια εσωτερική επανάσταση, που εκδηλώνεται στα πιο συγκεκριμένα πράγματα. Είναι μετάνοια και προσηλυτισμός” ( Υβ Ρουγιέρ, ” Πλήρη έργα του Εμμανουέλ Μουνιέ”, έκδοση Πανεπιστημίου της Ρεν σελ 30). Η σημερινή διευθύντρια του “Εσπρί” Αν Λορέν Μπιζόν υπογραμμίζει ότι ο Μουνιέ στα πρώτα του έργα πολύ συχνά χρησιμοποιούσε τον όρο “Επανάσταση”, αλλά περιόρισε τις αναφορές αυτές φοβούμενος για τον κίνδυνο που μπορούσε να προκύψει από μια επανάσταση για τις ατομικές ελευθερίες. Παρ’ όλα αυτά, δε σταμάτησε να επικρίνει την κοινωνική αδικία.


Η καταγγελία της αλλοίωσης της πνευματικότητας


Ο Μουνιέ καταγγέλλει την αλλοίωση της χριστιανικής πνευματικότητας από τη Δεξιά και αγωνίζεται να την διαχωρίσει από την ιδεολογία των αντιδραστικών δυνάμεων, τον θλίβει αυτή η “άθλια παρεξήγηση”. Ταυτόχρονα, ενώ διαλέγεται με την Αριστερά, δεν αποδέχεται και την εκ μέρους της ιδιοποίηση της πνευματικότητας και δεν ταυτίζεται με τους “Χριστιανούς της Αριστεράς”.


Επισημαίνει ότι η Δεξιά αντιλαμβάνεται τη χριστιανική πίστη στα πλαίσια του τετράπτυχου “ιδιοκτησία-οικογένεια-πατρίς-θρησκεία” και τονίζει:  “Ακούστε: Καπιταλιστική ιδιοκτησία, οικογενειακός εγωισμός, ευσεβιστικός φαρισαϊσμός για να στηριχθεί το όλο οικοδόμημα”. Ο σχολιαστής της έκδοσης των απάντων του Μουνιέ, Υβ Ρουγιέρ σχολιάζει σχετικά: “Σήμερα που ο μωρασισμός [προπολεμικός ακροδεξιός εθνικισμός] επανέρχεται δυναμικά και σημαντικό μέρος των καθολικών ψηφοφόρων στρέφεται στην ακροδεξιά του Ζεμούρ, η ανάγνωση του Μουνιέ παραμένει ισχυρό αντίδοτο σε κάθε απόπειρα να ενσωματωθεί ο καθολικισμός σε ένα αντιδραστικό πρόγραμμα.” 


Να συνδέσουμε το “εγώ” και το “εμείς”


Για τον Μουνιέ, το πρόσωπο είναι ένα “εγώ” με δική του εσωτερική ζωή, υποκείμενο δικαίου, πάντοτε όμως συνδεόμενο με ένα “εμείς”, δηλαδή μια πλειονότητα κοινοτήτων: φιλική, οικογενειακή, κοινωνική, πολιτική, χωρίς τις οποίες δεν μπορεί να ζήσει. Το πρόσωπο δεν είναι μια περίκλειστη οντότητα, αλλά καθορίζεται “από μια διασταυρούμενη κίνηση εσωτερίκευσης και δωρεάς”. Με άλλα λόγια, ο πιο κοντινός δρόμος για τον εαυτό μας, περνά μέσα από τον άλλον.


Όπως επισημαίνει η εφημερίδα “Λα Κρουά” στο σχετικό αφιέρωμά της, ο Μουνιέ με βάση την πιο πάνω αντίληψη οδηγήθηκε σε συγκεκριμένες πολιτικές δεσμεύσεις: Την υπευθυνότητας του καθενός στα πλαίσια των συλλογικοτήτων, τη συνδιαχείριση των επιχειρήσεων, τη στήριξη της δημοκρατίας όταν αυτή δεν είναι “το καθεστώς της ανώνυμης μάζας και ο καταναγκασμός στην ομοφωνία, αλλά η κυριαρχία της ζωντανής ευθύνης στο ζωντανό δίκαιο” . (Σεπτέμβριος 1935)


Δεν αρκεί η αναζήτηση της ευτυχίας


Ο Μουνιέ γράφει χαρακτηριστικά: “Δεν θέλουμε ένα κόσμο ευτυχισμένο, θέλουμε ένα κόσμο ανθρώπινο, κι ένας κόσμος είναι ανθρώπινος μόνον όταν δίνει τη δυνατότητα να ικανοποιηθούν οι βασικές ανάγκες του ανθρώπου.”.


Επιπλήττει τη συστημική θεολογία της εποχής του, που επικαλείται τον “υλισμό” για να καταδικάσει αναγκεμένους ανθρώπους: ” Ο λαός αυτός βρυχάται. Δείτε πρώτα τους μισθούς πριν καταγγείλετε τον υλισμό. Κι αν επιθυμείτε περισσότερες αρετές, δώστε του πρώτα την υλική εξασφάλιση, για την οποία ξεχνάτε ότι αν δεν την διαθέτατε από πατέρα σε γιο, ενδεχομένως η κοινωνική σας μετριοπάθεια να ταραζόταν”.


Όμως, ο τελικός σκοπός δεν είναι η υλική εξασφάλιση, ” ….η ευτυχία, η άνεση, η ευημερία της πολιτείας, αλλά η πνευματική ολοκλήρωση του ανθρώπου”.  Επισημαίνει μάλιστα, ότι η καλοπέραση και η αφθονία είναι οι βάσεις του μικροαστικού ιδεώδους: ” Η ζωή του αστού έχει στόχο την ευτυχία, δηλαδή την εξασφάλιση, την άμεση απόλαυση, σαν να καλεί τον υπηρέτη με το κουδούνι”.   


Από τους πρώτους αντιλήφθηκε τα αδιέξοδα του καταναλωτισμού, παρά το γεγονός ότι δεν πρόλαβε να ζήσει σε καταναλωτική κοινωνία.


Η ενασχόληση με τα κοινά (“Engagement”)


Ο Μουνιέ διαβλέπει “ένα φαρισαϊσμό” με τον οποίο “καθένας μεταθέτει το φορτίο του στον πλησίον, στη συλλογικότητα, για να εξασφαλίσει για τον εαυτό του μια ευτυχία χωρίς κόπο με ήσυχη συνείδηση”.


Γι’ αυτόν, “η ενασχόληση με τα κοινά είναι μία από τις γλώσσες του προσώπου και χωρίς τη γλώσσα αυτή, το πρόσωπο είναι άφωνο” , σχολιάζει ο ιστορικός Ζακ Λε Γκοφ.


ΠΗΓΗ: “La Croix” 15-16 Οκτωβρίου 2022

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα Εισόδια της Θεοτόκου

 Οι ευσεβείς Ιωακείμ και Άννα απέκτησαν, έπειτα από πολλές προσευχές και παρά το γεγονός ότι η Άννα δεν μπορούσε να κάνει παιδιά,  επιτέλους...