(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Ομιλία, Εις την Υπερένδοξον της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου Γέννησιν
Ας επικαλεσθούμε πριν από όλα εδώ το Θεό, όχι για να επιτύχουμε μια έκφραση λόγου αντάξια προς τα πράγματα και κατάλληλη για το θέμα που μας απασχολεί -αυτό ξεπερνάει εντελώς τις ανθρώπινες ελπίδες- αλλά για να μπορέσουμε να φέρουμε κατά κάποιον τρόπο και όσο μας είναι δυνατόν το λόγο σε τέρμα και να μην υστερήσουμε πάρα πολύ από τους πολλούς, που έχουν μιλήσει σχετικά πριν από εμάς.
Κι ακόμη, πράγμα που είναι πολύ σπουδαιότερο, για να ωφεληθούμε κάπως από το ζήλο και να κερδίσουμε ένα κάποιον αγιασμό από την ομιλία, σαν να τελούμε κάποιαν ιερή τελετή. Τα εύχομαι δε αυτά τα πράγματα, γιατί πιστεύω ότι με αυτά περισσότερο από οτιδήποτε άλλο τιμάται η υμνουμένη και ότι πριν από όλα θέλει για τους υμνητές της το όφελος της ψυχής.
Αυτό το όφελος ζητεί πράγματι και διά μέσου εκείνων με τα οποία μας ευεργετεί και διά μέσου εκείνων τα οποία απαιτεί από εμάς σαν ανταπόδοση για ό,τι μας χαρίζει. Έπειτα οι πραγματικά μακάριοι εκείνοι άνδρες, οι οποίοι παρουσίασαν με το λόγο τους χάριν κοινής ωφελείας σ’ αυτή τη ζωή το κοινό αγαθό, νομίζω ότι δεν έκαμαν λόγο για την Παρθένο συμπτωματικά ούτε την ύμνησαν απλώς σύμφωνα με τους κανόνες της Ρητορικής, αλλά όσο το δυνατό λαμπρότερα και με υπερβολική αφοσίωση και συναίσθηση οφειλόμενου χρέους.
Γιατί δεν είναι βέβαια λογικό το να μην υμνήση κανείς καθόλου τους κοινούς ευεργέτες ή να τους αντιπαρέλθη με λίγα απλώς λόγια, αυτούς που, κι αν ολόκληρο το σύμπαν έψαλλε με μια φωνή, δεν θα μπορούσε να τους εγκωμιάση όσο έπρεπε.
Αν ακόμη οι εργάτες ενός έργου είναι φυσικό να συμβαδίζουν και να ταιριάζουν πλήρως προς αυτό κι αν ο Κύριος του έργου γνωρίζη καλά, σαν σοφός που είναι, εκείνα τα οποία πρέπει να πράττωνται και δεν δυσκολεύεται καθόλου, σαν ισχυρός, στην πραγματοποίησή τους, ποιο πλήθος εγκωμίων δεν είναι μπροστά σου μικρό, ω μακάριο Ζεύγος; [αναφέρετε στον Ιωακείμ και την Άννα] Γιατί σεις αξιωθήκατε να χρησιμοποιηθήτε από το Θεό για το καλύτερο και μεγαλύτερο, το παραδοξότερο και το κοινωφελέστερο έργο όλων των αιώνων θέλω να πω δηλαδή στο να περιβληθή ο Θεός την ανθρώπινη σάρκα και να γεννηθή ανάμεσα στους ανθρώπους παίρνοντας από σας τη μητέρα!
2. Γιατί, όπως ακριβώς οι συμφορές και τα σκάνδαλα συμβαίνουν κατ’ ανάγκη στη ζωή μας, ο Κύριος όμως είπε «αλλοίμονο σε εκείνον που τα προξενεί», παρόμοια, ενώ όλοι όσοι υπήρξαν βοηθοί του ανθρώπινου γένους είναι αγαθοί και δικαιούνται να απολαμβάνουν τις γενικές τιμές, από όλους εσείς είσθε οι άριστοι και οι αξιώτεροι για επαίνους και τιμές. Και τόσο πολύ υπερέχετε από τους στρατηγούς και τους νομοθέτες και τους ιερείς και τους αρχηγούς του λαού και από όλους όσους έχουν κατά οποιονδήποτε τρόπο αγωνισθή για τους συνανθρώπους τους, όσο τα δικά τους κατορθώματα είναι ανάρμοστο ακόμη και να συγκρίνωνται με τις ευλογίες που χάρις σ’ εσάς ήρθαν στους ανθρώπους.
Γιατί, αν για να διατηρηθή στους ανθρώπους η φθαρτή αυτή ζωή και να διασωθή μέσα σε λίγα σώματα η κοινή ανθρώπινη φύση μένοντας πάνω από την κοινή καταστροφή, διαλέχθηκε μεταξύ των τότε ανθρώπων ο πιο δίκαιος (ο Νώε)· αν επίσης για την απελευθέρωση των Εβραίων χρειάσθηκε ένας καθόλου τυχαίος στρατηγός, τιμήθηκε δε μ’ αυτή την τιμή ο Μωυσής, γιατί ακριβώς αυτός μεταξύ των συγχρόνων του, αφού γύμνασε την ψυχή του προς κάθε αρετή, μπόρεσε να ιδή με ιδιαίτερο τρόπο το Θεό και να ακούση τη φωνή του· κι αν ακόμη για την ανάκτηση της γης της επαγγελίας ήταν αρκετός ο περίφημος Ιησούς (του Ναυή) και τέλος πριν από αυτούς ο Αβραάμ έλαβε σαν βραβείο της ευσεβείας του το να γίνη πατριάρχης ενός έθνους που γνώριζε να σέβεται το Θεό.
Αν δηλαδή γενικά δεν υπάρχη ευεργέτης της ανθρωπότητος που να μην είχε προηγουμένως καταστήση την ψυχή του σύμφωνη και σύμμετρη προς τα αγαθά τα οποία έγινε αιτία να έρθουν και στους άλλους, πόσο σπουδαίους είναι λογικό να θεωρήσουμε τους διακόνους εκείνους, που χρησιμοποίησε ο Θεός σαν όργανα της φιλανθρωπίας του ή συνεργάτες του ή όπως αλλοιώς πρέπει καλύτερα να τους αποκαλέσουμε, όταν θέλησε να καταθέση στον κόσμο αυτή την υπέροχη χάρη, όταν δηλαδή ήρθε ο καιρός να λυτρωθή η οικουμένη από την τυραννία των δαιμόνων, να εισαχθή στη ζωή των θνητών η αθανασία, να φυτευθή στις ψυχές των ανθρώπων η αγγελική ζωή και γενικά να ενωθή ο ουρανός με τη γη;
Γιατί είναι φανερό ότι την οργή, το θυμό και τη θλίψη, που έπρεπε να υποστούν οι κακοί, τα έστειλε ο Θεός με αγγέλους κακούς, ενώ τα αγαθά τα έδωσε με τους αγαθούς. Έτσι και τις μεγαλύτερες από όλες τις δωρεές τις επραγματοποίησε ο Θεός στους ανθρώπους διά μέσου εκείνων που ήσαν από κάθε άποψη οι άριστοι. Και από το Μωυσή λοιπόν και από τον Νώε και από τον Αβραάμ και από όλους εκείνους, διά μέσου των οποίων το ανθρώπινο γένος καρπώθηκε τα ωφέλιμα πράγματα, εσείς υπήρξατε πολύ πιο δίκαιοι και πιο πιστοί τηρητές των νόμων και πιο αγαπητοί στο Θεό.
Γιατί το γεγονός ότι μπορέσατε να πραγματοποιήσετε τόσο μεγάλα πράγματα ενώπιον του Θεού και τιμηθήκατε εξ αιτίας τους με τόσο αξιοθαύμαστη τιμή, είναι λαμπρή απόδειξη ότι είσθε περισσότερο από όλους τους ανθρώπους αγαπητοί στο Θεό. Κι αυτό πάλι το τελευταίο αποδεικνύει καθαρά ότι τηρήσατε το νόμο του Θεού περισσότερο από όλους τους ανθρώπους κι ότι τους ξεπεράσατε όλους στην αρετή. Κι αν εξ άλλου είναι πρέπον να αποκαλέσουμε καρπό δικό σας τη μακαρία Παρθένο -και «από τους καρπούς του, λέγει ο Κύριος, γνωρίζεται ο καθένας»- ποιος καρπός θα μπορούσε ποτέ να θεωρηθή μεγαλύτερος, αφού δεν ήταν ένα απλό γέννημα της φύσεως το τέκνο σας, αλλά υπήρξε έργο της προσευχής και της αρετής σας;
Γιατί βέβαια η φύση ήταν ανίκανη να παραγάγη ένα τόσο υπέροχο καρπό, πράγμα που εξ ολοκλήρου παραχωρήθηκε από το Θεό. Είναι δε φανερό ότι ο Θεός ακολούθησε τις προσευχές σας κι ότι πάλι η προσευχή σας πήρε τη δύναμή της από την αρετή σας. Αλλά και το γεγονός ότι οι απόγονοι που κάνουν τους γεννήτορες ευτυχείς είναι δώρα του Θεού, φανερώνει ότι από το μέγεθος των δώρων αποδεικνύεται η αγιότης αυτών που τα έλαβαν, ακριβώς όπως από το στεφάνι είναι κατά τη γνώμη μου δυνατό να καταλάβουμε τον αθλητή. Γιατί με κανέναν τρόπο βέβαια δεν μπορεί να είναι προσωπολήπτης ο Θεός, αυτός που όλα τα πράγματα «τα μετράει με ακριβοδίκαια μέτρα και σταθμά».
Από το βιβλίο Νικολάου [νυν αγίου Νικολάου] Καβάσιλα, η «Θεομήτωρ (Τρεις Θεομητορικές ομιλίες)», κείμενο, μετάφραση, εισαγωγή, σχόλια Παναγιώτης Νέλλας. Εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου