Το κεφάλι του ήταν πάντα υψωμένο και στα μάτια Του έκαιγε η φλόγα του Θεού.
Συχνά ήταν λυπημένος, μα η θλίψη του ήταν τρυφερότητα για εκείνους που πονούσαν και συντροφικότητα για τους μοναχικούς.
Όταν χαμογελούσε, το χαμόγελό Του έμοιαζε με την πείνα εκείνων που ποθούν το άγνωστο. Έμοιαζε με αστρόσκονη στα βλέφαρα των παιδιών. έμοιαζε με μπουκιά ψωμί στο λαιμό.
Λυπημένος ήταν, μα η θλίψη Του μπορούσε στα χείλη ν' ανέβει και να γενεί χαμόγελο.
Έμοιαζε με πέπλο χρυσό στο δάσος την ώρα του φθινοπώρου. Μερικές φορές με φεγγαρόφωτο έμοιαζε πάνω στις ακτές της λίμνης.
Χαμογελούσε λες και τα χείλη του σε γιορτή γαμήλια θε να τραγουδούσαν.
Όμως ήταν λυπημένος με τη θλίψη του φτερωμένου που δε θα υψωθεί πάνω απ' το σύντροφό του.
Χαλίλ Γκιμπράν, Ιησούς ο υιός του ανθρώπου, εκδ. Ιάμβλιχος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου