slpress.gr
του Κωνσταντίνου Φίλη –
Σήμερα τα δυτικά Βαλκάνια χαρακτηρίζονται από έντονη ρευστότητα. Η Βοσνία-Ερζεγοβίνη είναι ένα μη λειτουργικό κράτος, με τον ηγέτη των Σερβοβόσνιων να εγείρει συστηματικά τον τελευταίο καιρό το ενδεχόμενο απόσχισης μίας εκ των τριών κοινοτήτων που υποτίθεται ότι συνυπάρχουν στη χώρα. Το κυριότερο πρόβλημα εντοπίζεται στους απρόβλεπτους Κροατοβόσνιους.
Το Κόσοβο πασχίζει να σταθεί στα πόδια του ως κανονικό κράτος και προς τούτο οι συνομιλίες με τους Σέρβους υπό τη σκέπη της ΕΕ πρέπει να ευοδωθούν ώστε να εξομαλυνθούν οι διμερείς σχέσεις. Η Αλβανία, πέραν την κακής διακυβέρνησης και των εκτεταμένων φαινομένων διαφθοράς, έχει μετατραπεί σε κέντρο παραγωγής και διακίνησης ναρκωτικών. Η δε ένταξη της στο ΝΑΤΟ δεν έχει μετριάσει τις επιθετικογενείς βλέψεις της, ακόμη και σε βάρος ενός άλλου κράτους-μέλους, όπως η Ελλάδα.
Εξάλλου, η τακτική επίκληση του αλβανικού μεγαλοϊδεατισμού, ανεξάρτητα από τις ευκαιριακές στοχεύσεις, διεγείρει και συντηρεί ένα αίσθημα κυριαρχίας του αλβανικού στοιχείου στα Βαλκάνια, τρέφοντας παράλληλα και τον σερβικό/σλαβικό εθνικισμό. Η FYROM, από την πλευρά της, μετράει τις πληγές της διακυβέρνησης Γκρούεφσκι. Η απομόνωση, στην οποία περιήλθε, η αναζωπύρωση των παθών μεταξύ Σλαβομακεδόνων και Αλβανών, η ασθενική πορεία της οικονομίας και η καλλιέργεια ενός μαξιμαλιστικού (και κιτς) εθνικισμού, καθήλωσαν το ούτως ή άλλως αδύναμο αυτό κράτος.
Η εθνοτική διαίρεση και η υποστήριξη των δύο στρατοπέδων από εξωτερικές δυνάμεις δεν προοιωνίζεται θετικές εξελίξεις, εφόσον η γειτονική μας χώρα δεν κατασταλάξει στρατηγικά. Έτσι, ο δυτικός παράγοντας, θέλοντας να ανασχέσει τον ρωσικό κίνδυνο αλλά και την επικείμενη οικονομική διείσδυση της Κίνας, επαναφέρει την προοπτική τμηματικής ένταξης των δυτικών Βαλκανίων σε ΝΑΤΟ και ΕΕ. Δεν γνωρίζουμε βέβαια με πόσο μεγάλη ζέση το πράττει, αν θα το ιεραρχήσει ως προτεραιότητα και αν θα τεθούν συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα στην πορεία ή οι διαδικασίες θα παραμείνουν ανοιχτές.
Ευκαιρίες και διλήμματα
Πάντως, αξιοποιώντας την περιθωριοποίηση του μάλλον εξ ανάγκης φιλορώσου Γκρούεφσκι (αφού η Δύση απέσυρε την υποστήριξη της στο πρόσωπό του) και προκειμένου να μην παλινορθωθεί η προτέρα κατάσταση στη FYROM, επισπεύδει –αυτή τη φορά υπό καλύτερες προϋποθέσεις– την είσοδο των Σκοπίων στους ευρωατλαντικούς θεσμούς. Τους δίνει ταυτοχρόνως υποσχέσεις για ουσιαστική πρόοδο στην ευρωπαϊκή πορεία, αν και η θεσμική απόκλιση των προηγουμένων ετών καθιστά αρκετά κράτη-μέλη τουλάχιστον επιφυλακτικά.
Το σκεπτικό των δυτικών συμπληρώνεται με την πρόθεσή τους να υποχρεώσουν τη Σερβία (εφόσον έχουν διαμορφωθεί οι «κατάλληλες» συνθήκες με την περικύκλωσή της από κράτη ενταγμένα ή με σοβαρή προοπτική ένταξης στους δυτικούς μηχανισμούς) να αποφασίσει ποιον δρόμο θα ακολουθήσει. Επίσης, στο σενάριο οριστικής δορυφοροποίησης της περιοχής από τη Δύση, η δυναμική είσοδος της Κίνας στην νοτιοανατολική Ευρώπη (με έμφαση σε υποδομές, οδικούς και σιδηροδρομικούς άξονες) αν δεν μετριαστεί τουλάχιστον θα συγκρατηθεί.
Ως προς τα ζητήματα ασφαλείας, είναι απορίας άξιο πως σε μία περιοχή που ανήκει έτσι και αλλιώς στη σφαίρα επιρροής της Δύσης με ανάλογα ερείσματα στις ηγεσίες, διατηρούνται βάσεις εκπαίδευσης τρομοκρατών και παρέχεται πρόσβαση σε τζιχαντιστές από Αφρική και Μέση Ανατολή προς την Ευρώπη. Η Βοσνία-Ερζεγοβίνη αποτελεί το σταυροδρόμι –όπως βεβαιώνουν οι εκθέσεις αρκετών μυστικών υπηρεσιών– ενώ αυξάνεται και η δραστηριότητα εγκληματικών δικτύων.
Ευρωπαϊκή διεύρυνση και ο ρωσικός παράγοντας
Από εκεί και πέρα, είναι ενθαρρυντικό που επανεργοποιείται η διαδικασία συμπερίληψης των δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ. Είχε βαλτώσει την τελευταία δεκαετία μετά την κόπωση διεύρυνσης που χαρακτήριζε την Ένωση. Προφανώς, η κόπωση υποχωρεί μπροστά στον κίνδυνο μετατροπής των δυτικών Βαλκανίων σε μαύρη τρύπα (ασφάλειας) και τους εντεινόμενους εθνικισμούς. Η ενδεχόμενη κακοφόρμιση της αντιπαράθεσης Μόσχας-Ουάσιγκτον, μάλιστα, εντείνει τις εντάσεις μεταξύ κρατών και εθνοτήτων.
Το ρωσικό ενδιαφέρον προεκτείνεται και στα εκκλησιαστικά ζητήματα. Αυτό είναι ο λόγος που οι Βρυξέλλες και αρκετά κράτη-μέλη προσεγγίζουν πλέον με μεγαλύτερη ευελιξία την προοπτική ενός νέου κύματος διεύρυνσης. Αυτό δεν σημαίνει, ωστόσο, ότι υπάρχει αυτή τη στιγμή ομοφωνία. Επιπρόσθετο λόγο για αυτή την αλλαγή διάθεσης αποτελούν οι ενεργειακοί και εμπορικοί διάδρομοι και πιο συγκεκριμένα η αναγκαιότητα δημιουργίας νέων υποδομών/αγωγών.
Το σύνολο των Βαλκανίων είναι μία παρθένα ενεργειακά αγορά αποσυνδεδεμένη από το αντίστοιχο σύστημα της κεντρικής Ευρώπης. Στον βαθμό που Πεκίνο και (δευτερευόντως) Μόσχα επιχειρούν να υποκαταστήσουν την ευρωπαϊκή απουσία επενδύσεων σε δίκτυα, μεταφορές και ενέργεια, ο ευρωπαϊκός παράγοντας αντιλαμβάνεται πως στενεύουν τα χρονικά περιθώρια προκειμένου να επανακάμψει εμφατικά στην περιοχή.
Το κύριο, ωστόσο, ερώτημα είναι αν ο διεθνής παράγοντας –ή μέρος αυτού για να είμαστε ακριβέστεροι– δύναται να ανατρέψει την προβληματική πορεία της περιοχής, ή απλά την εντάσσει στα παιχνίδια επιρροής. Επιπρόσθετο ερώτημα είναι κατά πόσο οι τοπικές ηγεσίες μπορούν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου