Μαρία Καράμπελια, Δρ. Θεολογίας ΕΔΙΠ ΑΕΑΘ
Ο Ευάγριος ο Ποντικός είναι ένα από τα πρόσωπα που καταδικάστηκε ως αιρετικό από την Ε΄ Οικουμενική Σύνοδο του 553, δύο αιώνες μετά την κοίμησή του. Έκτοτε το όνομά του αποσιωπήθηκε, ενώ η πρακτική του διδασκαλία υιοθετήθηκε ως ορθόδοξη και διαδόθηκε σε Ανατολή και Δύση[1]. Προσωπικότητα πολυδιάστατη και ενδιαφέρουσα, εισηγητής του φιλολογικού είδους των Κεφαλαίων σε Εκατοντάδες[2], διαμορφωτής του λεξιλογίου της ασκητικής θεολογίας[3], προάγγελος της νοεράς προσευχής[4], αλλά ταυτόχρονα εμπλεκόμενος στην αίρεση του ωριγενισμού[5], προσέλκυσε το ενδιαφέρον των θεολόγων ερευνητών όχι μόνο του παρελθόντος αλλά και του παρόντος.
Έτσι, άλλοτε χαρακτηρίστηκε ως «πιο ωριγενιστής από τον Ωριγένη»[6], ενώ κάποιοι μίλησαν για «ευαγριανή πνευματικότητα»[7]. Ήδη από τα τέλη του ΙΖ΄ αιώνα παρουσιάζονται υπέρμαχοι της θεολογικής διδασκαλίας του Ευαγρίου, όπως ο LemaindeTillemont, ο οποίος δεν μπορεί να κατανοήσει ως ιστορικός τη συνοδική του καταδίκη. Έτσι γράφει τα εξής: «Εναπόκειται στον Θεό, που οι κρίσεις του είναι αδιάβλητες, να γνωρίζει την αλήθεια των κατηγοριών που προσήψαν στον Ευάγριο. Όσο για εμάς, ό,τι μπορούμε να πούμε, είναι ότι το έγκλημα του Ωριγενισμού είναι κοινό σε πολλά πρόσωπα που μπορούμε δικαιολογημένα να πιστεύουμε πως υπήρξαν πολύ καλοί χριστιανοί. Αυτό που μας μένει από τα γραπτά του Ευαγρίου, δεν καταδικάζει κανέναν από όσους γνωρίζουμε»[8]. Αυτήν την κρίση του διάσημου ιστορικού, την επανέλαβε τον επόμενο αιώνα, ο G. Fontanini: «Για την ορθότητα τόσων κατηγοριών, που προσάπτονται στον Ευάγριο, ο Θεός είναι κριτής. Υπέρ αυτού όμως είναι ότι το σφάλμα του Ωριγενισμού αποδόθηκε ακόμη και σε άνδρες που θαυμάζονταν για την αγιότητά τους…»[9].