(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Οικουμενίου: Ερμηνεία της Αποκαλύψεως του Ιωάννου
Λόγος πρώτος
Διακηρύσσει κάπου ένα ιερό απόφθεγμα πως όλη η Γραφή είναι θεόπνευστη και ωφέλιμη· διότι μέσω του Αγίου Πνεύματος οδηγήθηκαν στη σοφία όλοι όσοι μας εκήρυξαν τον λόγο της σωτηρίας, τόσο οι προφήτες όσο και οι απόστολοι και ευαγγελιστές. Όμως ο θεσπέσιος Ιωάννης αναδείχτηκε αγιότερος από όλους τους κήρυκες και πνευματικότερος από κάθε πνευματικό, επειδή έγειρε στο στήθος του Κυρίου και με τη διάπυρη αγάπη του
απέσπασε πλουσιότερη τη χάρη του Πνεύματος.
Γι’ αυτόν τον λόγο ονομάστηκε Υιός της Βροντής, καθώς συγκλόνισε όλο τον κόσμο με τις θεϊκές του διδασκαλίες. Και όσον αφορά την παρούσα πραγματεία του, η οποία αναφέρεται σε μυστήρια λεπτά και διαυγή, δίκαια θα μπορούσε κάποιος να την θεωρήσει άκρως απόρρητη· διότι δεν πραγματεύεται μόνο παρόντα γεγονότα, αλλά και παρελθόντα
και μελλοντικά.
Και τούτο είναι χαρακτηριστικό της κατ’ εξοχήν προφητείας: το να εμπερικλείει και τις τρεις χρονικές διαστάσεις. Βέβαια, και οι εκτός Εκκλησίας παρουσιάζουν τους μάντεις που κατά τη γνώμη τους γνωρίζουν και τα παρόντα και τα μελλούμενα και τα παρελθόντα, έχοντας φθάσει με την ευφυία τους, καθώς πιστεύω, τους δικούς μας προφήτες· διότι δεν κατείχαν ποτέ την γνώση των απάντων οι χρησμολόγοι τους, για τον λόγο ότι δεν την είχαν ούτε και οι δαίμονες που ενεργούσαν μέσα τους.
Άρα όποιος επιχειρεί να ερμηνεύσει τα πνευματικά, είναι απολύτως απαραίτητο να είναι πνευματικός και σοφός κατά Θεόν, επειδή, σύμφωνα και με τον θείο απόστολο, «πνευματικοίς πνευματικά συγκρίνειν». Εγώ όμως τόσο απέχω από την ενέργεια του Πνεύματος, όσο και από τη θεία και ανώτατη σοφία· γι’ αυτόν τον λόγο το εγχείρημά μου είναι τολμηρό και επισφαλές: αφού «σε κακοφτιαγμένη ψυχή δεν θα εισέλθει η σοφία ούτε θα κατοικήσει σε σώμα που είναι βυθισμένο στις αμαρτίες», όπως φρονεί ο Σολομών και η αλήθεια.
Συνεπώς, επέλεξα το έργο αυτό σαν άσκηση, για να ελέγξω με αυτόν τον τρόπο την απερισκεψία μου.
Και δεν είναι άγνωστο πως μερικοί προσπάθησαν να υποστηρίξουν για το παρόν σύγγραμμα, ότι είναι νόθο και μη συμβατό με τα υπόλοιπα συγγράμματα του Ιωάννου. Επειδή όμως αυτά που διαλαμβάνει είναι ψυχωφελή και θεόπνευστα και αντάξια του συγγραφέα, εγώ αποδεικνύω ότι είναι γνήσιο και εντάσσεται σε όσα καταξιωμένοι Πατέρες αποδέχτηκαν και επικύρωσαν: ο παμμέγιστος Αθανάσιος στην «Έκθεση των κανονικών βιβλίων της Παλαιάς και της Νέας», ο θεσπέσιος Βασίλειος στη σύντομη εξήγηση «Περί του Υιού», ο θεολόγος Γρηγόριος στην ομιλία του «Εις την των επισκόπων παρουσίαν», ο σοφότατος Μεθόδιος στον λόγο του «Περί αναστάσεως», ο μέγας στα έργα και στη διδασκαλία Κύριλλος στο έκτο βιβλίο της πραγματείας του «Εν πνεύματι και αληθεία», και επιπλέον ο θεσπέσιος Ιππόλυτος στην «Ερμηνεία εις τον Δανιήλ».
Μάλιστα δεν θα αναφέρονταν καν σε αυτό το σύγγραμμα οι τόσο ακριβείς Πατέρες, αν βρισκόταν σ’ αυτό κάτι νόθο και οβελιστέο. Και θα μπορούσα να παραθέσω και άλλους από τους αγίους που επικυρώνουν το σύγγραμμα, αν δεν γνώριζα το μέτρο που προσπαθούν να αποκτήσουν όσοι φρονούν ορθά· γιατί αν το τριπλό σχοινί δεν κόβεται εύκολα σύμφωνα με τον «Εκκλησιαστή», τότε πολύ λιγότερο θα κοπεί το εξαπλό.
Τι, λοιπόν, μας διδάσκει με την Αποκάλυψη ο ιερός μαθητής του Χριστού ο οποίος καυχιέται για τη θεϊκή αγάπη; Πρέπει να ανατρέξουμε στο εξής σε αυτά τα θεσπέσια λόγια, αφού προηγουμένως επικαλεστούμε τις πρεσβείες του προς βοήθειαν.
*
Αποκάλυψη Ιησού Χριστού, την οποία του έδωσε
ο Θεός για να δείξει στους δούλους του αυτά που
είναι καθορισμένα να γίνουν πολύ σύντομα, και
την φανέρωσε στέλνοντάς την με τον άγγελό του
στον δούλο του Ιωάννη. Ο Ιωάννης έδωσε μαρτυρία
για τον λόγο του Θεού και για τον Ιησού Χριστό·
γράφει όσα είδε.
Είναι καλό να επισημάνουμε εξαρχής ότι, αφού ενδιέτριψε σε όλα τα συγγράμματά του ο θεσπέσιος Ιωάννης στα θεϊκά λόγια που αρμόζουν στον σωτήρα μας Ιησού Χριστό, στο παρόν σύγγραμμα ασχολείται περισσότερο με όσα αφορούν στον άνθρωπο, ώστε να μη θεωρηθεί ότι γνωρίζει καλύτερα τα θεϊκά από τα ανθρώπινα. Διότι απόδειξη της ανόθευτης θεολογίας είναι ότι, όπως ακριβώς πιστεύουμε ότι ο θεός Λόγος γεννήθηκε από τον Θεό και Πατέρα πριν από όλους τους αιώνες και πριν από κάθε χρονικό διάστημα, και ότι είναι συνάναρχος και ομοούσιος με τον Πατέρα και το Πνεύμα, και από κοινού κυβερνά τους αιώνες και ολόκληρη τη νοητή και αισθητή κτίση, σύμφωνα με τη διδασκαλία του σοφότατου Παύλου που αναφέρει στην προς Κολασσαείς επιστολή ότι δι’ αυτού απέκτησαν ύπαρξη τα πάντα, όσα είναι στον ουρανό και όσα στη γη, τα αόρατα και τα ορατά, θρόνοι και κυριότητες, αρχές και εξουσίες· ό,τι υπάρχει είναι δημιουργημένο δι’ αυτού, και αυτόν έχει σκοπό του· αυτός είναι η κεφαλή του σώματος και της εκκλησίας· αυτός είναι η απαρχή, ο πρωτότοκος εκ των νεκρών, ώστε να γίνει σε όλα εκείνος πρώτος, κατά τον ίδιο τρόπο πιστεύουμε μας και για τη σωτηρία μας, όχι μόνον χωρίς να χάσει τη
θεότητα αλλά και προσλαμβάνοντας την ανθρώπινη σάρκα, εμψυχωμένη νοερά, ώστε ο Εμμανουήλ να θεωρείται από δύο ενωμένες φύσεις, τη θεϊκή και την ανθρώπινη, που
σύμφωνα με τη δογματική διδασκαλία έχουν πλήρως τις φυσικές ιδιότητες και τις διαφορές, χωρίς να υπάρξει σύγχυση ή αλλοίωση αυτών που ενώθηκαν, και χωρίς βέβαια
να διαιρούνται μετά την άρρητη και ασύλληπτη ένωση.
Είναι λοιπόν εξίσου βδελυκτέοι και οι δύο, τόσο ο Νεστόριος όσο και ο Ευτυχής, που ήταν τα εκ διαμέτρου αντίθετα μεταξύ τους κακά. Άρα για να είναι το δόγμα του σωτήρα μας διατυπωμένο με πιστότητα και ενάργεια γι αυτόν, αφού ανέπτυξε στα υπόλοιπα συγγράμματα όσα αφορούν τη θεότητα του Κυρίου, όπως προαναφέραμε, εδώ χρησιμοποιεί κατά κόρον λέξεις και νοήματα ανθρώπινα: αλλ’ όμως, ούτε μέσα στα συγγράμματα εκείνα δημοσίευσε τα θεία χωρίς τα ανθρώπινα, ούτε σε αυτό εδώ τα ανθρώπινα χωρίς τα θεία. Έκανε μεγάλη χρήση του μέτρου στα γραπτά του.
Από εδώ αρχίζει να αφηγείται «Αποκάλυψη Ιησού Χριστού» την οποία του έδωσε ο Θεός, σαν να λέει «Η παρούσα Αποκάλυψη έχει δοθεί από τον Πατέρα στον Υιό, και από τον Υιό έχει δοθεί σ’ εμάς» τους δούλους του. Και ονομάζοντας δούλους του Χριστού τους αγίους,
διαφύλαξε την θεϊκή του ιδιότητα.
Σε ποιον άραγε θα μπορούσαν να δουλεύουν οι άνθρωποι, παρά μονάχα στον ποιητή και δημιουργό των ανθρώπων; Και ποιος ο δημιουργός των ανθρώπων και ολόκληρης της κτίσης; Κανείς άλλος εκτός από τον μονογενή Λόγο και Υιό του Θεού· γιατί «τα πάντα δι’ αυτού δημιουργήθηκαν» διακηρύσσει ο παρών συγγραφέας στο Ευαγγέλιό του.
Και τι θέλει να πει προσθέτοντας ότι αυτά που «είναι καθορισμένα να γίνουν πολύ σύντομα, αν και δεν πραγματοποιήθηκαν ακόμη τα µελλούμενα, και κύλησε ήδη πάρα πολύς χρόνος από τότε που λέχθηκαν αυτά, πεντακόσια και πλέον χρόνια;
Θέλει να πει ότι όλοι οι αιώνες λογαριάζονται ως μηδέν στα µάτια του χωρίς τέλος αιώνιου Θεού διότι «χίλια χρόνια», λέει ο προφήτης, «στα μάτια σου, Κύριε, είναι σαν την ημέρα τη χτεσινή, που πέρασε, και σαν τη βάρδια τη νυχτερινή». Γι’ αυτό, εποµένως, πρόσθεσε το πολύ «σύντομα» όχι γιατί είχε στο νου του το χρονικό διάστημα για την εκπλήρωση όσων θα γίνουν, άλλα τη δύναμη και την αιωνιότητα του Θεού.
Πράγματι κάθε χρονική διάρκεια, έστω κι αν είναι πάρα πολύ µεγάλη και μακριά, συγκρινόµενη προς την αιωνιότητα του Θεού είναι πολύ μικρή.
Ο Ιησούς Χριστός λοιπόν, λέει, μου φανέρωσε αυτά πού είναι καθορισμένα να γίνουν, χωρίς ο ίδιος να φανερωθεί και να µιλήσει, άλλα καθοδηγώντας µε µέσω του αγγέλου του. Αντιλαµβάνεσαι την ειλικρίνεια του θεσπέσιου τούτου, που οµολόγησε ότι μέσω του αγγέλου του αποκαλύφθηκαν και δεν τα άκουσε από το στόµα του Κυρίου.
«Ο οποίος», γράφει ο Ιωάννης, «έδωσε μαρτυρία για τον λόγο του Θεού και για τον Ιησού Χριστό, όσα είδε».
Το ίδιο σχήµα χρησιμοποιεί και στο Ευαγγέλιο, υπερασπιζόμενος ότι είναι αξιόπιστος διδάσκαλος, µε το να πει ότι «αυτός είναι που μαρτυρεί περί αυτών και που τα έγραψε, κι εμείς γνωρίζουμε ότι η μαρτυρία του είναι αληθινή». Και τώρα, λέει πως είναι μάρτυρας του θείου λόγου που του αποκαλύφθηκε -εννοεί την παρούσα Αποκάλυψη και τη μαρτυρία που δόθηκε από τον Χριστό-, ότι δηλαδή με τη μαρτυρία καθίσταμαι µάρτυρας και συγγραφέας.
Η έκδοση του τόμου, Οικουμενίου, «Ερμηνεία της Αποκαλύψεως του Ιωάννου» έγινε από την Ιερά Μονή Σταυρονικήτα Αγίου Όρους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου