Γράφει ο Χαράλαμπος Ανδριανόπουλος
Σε αντίθεση με τις ξένες ονομασίες της χώρας μας που πηγάζουν από τις λέξεις “Γραικός” (π.χ. αγγλ. Greece, ισπ. Grecia) και “Ιωνία” (π.χ. τουρκ. Yunanistan, αραβ. al-Yūnān), ευρέως διαδεδομένες στον δυτικό και τον μουσουλμανικό κόσμο αντίστοιχα, οι Γεωργιανοί έχουν μια ιδιαίτερη ονομασία για την Ελλάδα: την αποκαλούν “Saberdzneti”. Στις μεσαιωνικές και νεότερες γεωργιανές ιστορικές πηγές, η λέξη “Saberdzneti” (γεωργιανή γραφή: საბერძნეთი) εμφανίζεται ως ένας γεωγραφικός όρος που προσδιορίζει συγκεχυμένα την αρχαία Ελλάδα, τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και τη μεσαιωνική συνέχεια της, γνωστή ως Βυζαντινή Αυτοκρατορία [1]. Ύστερα οι Γεωργιανοί διατήρησαν αυτή την ονομασία για να προσδιορίζουν έτσι αποκλειστικά την Ελλάδα, και “berdzeni” (ბერძენი) τους Έλληνες [2].
Η επικρατέστερη εκδοχή, η οποία χαίρει και ευρύτατης ακαδημαϊκής αποδοχής, είναι ότι ο όρος “berdzeni” είναι στην ουσία μια διαφοροποίηση της γεωργιανής λέξης “brdzeni” (ბრძენი), που σημαίνει σοφός [3], επομένως Saberdzneti σημαίνει κυριολεκτικά “η χώρα των σοφών”, αναφερόμενη πιθανότατα στους αρχαίους Έλληνες φιλόσοφους, όπως υπογραμμίζει κι ο ιστορικός Stephen H. Rapp [4]. Την ίδια ονομασία εντοπίζουμε με παραλλαγές και στα μεγκρελικά (Saberdzemo – საბერძემო) και τα αμπχαζικά (Barzentyla – Барзентәыла). Σύμφωνα με μια άλλη θεωρία, το εθνωνύμιο “berdzeni” συσχετίζεται με τους Πελασγούς και βασίζεται σε υποθετικές γλωσσολογικές ομοιότητες μεταξύ αυτών των δύο λέξεων [5].
Η ιστορία της Γεωργίας έχει συνδεθεί ουκ ολίγες φορές με την ελληνική, σε βάθος χιλιετιών. Οι γραπτές αναφορές για πρωτογεωργιανά φύλα ξεκινούν στην ύστερη εποχή του Χαλκού, ενώ κατά την ύστερη αρχαϊκή περίοδο το βασίλειο της Κολχίδας και το βασίλειο της Ιβηρίας ήταν γνωστά στους αρχαίους Έλληνες. Η Κολχίδα έχει εξάλλου μια ιδιαίτερη θέση στην αρχαία ελληνική μυθολογία, καθώς εκεί εξεστράτευσε ο Ιάσων με τους Αργοναύτες αναζητώντας το Χρυσόμαλλο Δέρας. Η ενσωμάτωση του δέρατος στο μύθο οφείλεται πιθανώς στην πρακτική των ντόπιων να ρίχνουν πρόβειο μαλλί στα ποτάμια της περιοχής για να συσσωρεύουν σκόνη χρυσού [6].
Οι Ρωμαίοι κατέκτησαν τα εδάφη της σημερινής Γεωργίας το 66 π.Χ., και ο χριστιανισμός εδραιώθηκε ως επίσημη θρησκεία της χώρας το 337 μ.Χ. από τον βασιλιά Μίριαν Γ’, δημιουργώντας έτσι ισχυρούς δεσμούς με τη Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, η οποία επηρέασε σημαντικά την πολιτιστική εξέλιξη της περιοχής για αιώνες. Η περιοχή υπήρξε συχνά πεδίο μαχών ανάμεσα στους Ρωμαίους και τους Σασσανίδες, ενώ από τον 7ο ως τον 10ο αι. δέχθηκε επανειλημμένες αραβικές εισβολές. Από τον 9ο αι. κι ύστερα, ο οίκος των Βαγρατίδων (Bagrationi – ბაგრატიონი) καθόρισε την πολιτική ζωή της Γεωργίας και συνδεόταν συχνά μέσω επιγαμιών με τις αυτοκρατορικές οικογένειες της Κωνσταντινούπολης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Μάρθα Μπαγκρατιόνι, γνωστή και -εσφαλμένα- ως Μάρθα η Αλανή, η οποία υπήρξε σύζυγος του Μιχαήλ Ζ’ Δούκα, μητέρα του Κωνσταντίνου Δούκα και, ύστερα από δεύτερο γάμο, σύζυγος του στασιαστή Νικηφόρου Γ’ Βοτανειάτη. Με επιγαμίες επίσης επισφραγίζονταν στους επόμενους αιώνες οι στενές σχέσεις μεταξύ της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας και του βασιλείου της Γεωργίας, όπως φαίνεται και από τον γάμο μεταξύ του αυτοκράτορα Αλεξίου Β’ Μεγάλου Κομνηνού και της Ζιαζάκ Ζακέλι, κόρης του Γεωργιανού διοικητή του Σάμτσκε. Εκτός αυτών, δεν απουσίαζαν οι κατά καιρούς συγκρούσεις μεταξύ Βυζαντινών και Γεωργιανών, όπως επί Βασιλείου Β’, όταν, ύστερα από μια σειρά διενέξεων με τον Γεωργιανό βασιλιά Γεώργιο Α’, ο αυτοκράτορας εξεστράτευσε εναντίον του και τον κατατρόπωσε [7]. Επιπρόσθετο παράδειγμα αποτελεί η πολιορκία της Τραπεζούντας από τους Γεωργιανούς το 1282, την οποία τελικά δεν κατάφεραν να καταλάβουν κι έτσι ξεχύθηκαν στα εδάφη της ευρύτερης περιοχής.
Παρά την σελτζουκική επέλαση στη Μικρά Ασία, η Γεωργία κατάφερε να αμυνθεί επιτυχώς και να βιώσει τη χρυσή εποχή της υπό τη βασιλεία του Δαβίδ Δ’ του Χτίστη και μετέπειτα της εγγονής του Ταμάρ, μέχρι την κατάρρευση του κράτους από τις μογγολικές επιθέσεις, δύο δεκαετίες μετά το θάνατο της βασίλισσας (1213). Αξίζει να αναφερθεί πως οι αδελφοί Αλέξιος και Δαβίδ Κομνηνός ήταν ανιψιοί της Ταμάρ (γιοι της αδερφής της, Ρουσουδάν) και ίδρυσαν την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας με τη βοήθεια της, παρέχοντάς τους τα στρατεύματα με τα οποία κατέλαβαν την Τραπεζούντα το 1204. Υπό την πίεση των Μογγόλων και των Τουρκομάνων κατά τους 13ο-15ο αι., η Γεωργία διαμελίστηκε σε μικρότερες ηγεμονίες, ώσπου με την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, την κατάλυση της Τραπεζούντιας Αυτοκρατορίας το 1461 και του Κριμαϊκού Πριγκιπάτου της Θεοδωρούς το 1475, απομονώθηκε από τον χριστιανικό κόσμο και οι Οθωμανοί εισέβαλαν το 1510, λεηλατώντας την πρωτεύουσά της.
Μεταξύ του 16ου και του 18ου αιώνα η Γεωργία υπέστη αλλεπάλληλες εισβολές Οθωμανών και Σαφαβιδών, μέχρι που διαμοιράστηκε μεταξύ αυτών των δύο επίσημα το 1724. Το 1800 προσαρτήθηκε από τη Ρωσική Αυτοκρατορία και βίωσε την ανεξαρτησία της το 1991, όταν αποσχίσθηκε από τη Σοβιετική Ένωση.
Η Γεωργία υπήρξε καταφύγιο για πολλούς Πόντιους κατά τη Γενοκτονία από τους Νεότουρκους. Ενδεικτική είναι η απογραφή του πληθυσμού της Γεωργίας το 1989, σύμφωνα με την οποία περίπου 100,000 Έλληνες κατοικούσαν εκεί, ενώ στην απογραφή του 2002, λόγω μετανάστευσης κυρίως στην Ελλάδα, τη Ρωσία και την Κύπρο μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, ο αριθμός είχε μειωθεί στους 15 χιλιάδες [8]. Μια αξιοπερίεργη ιδιομορφία παρουσιάζει η περίπτωση της περιφέρειας της Τσάλκας (Νότια Γεωργία), στην οποία οι Έλληνες που κατοικούν εκεί είναι στην πλειοψηφία τους τουρκόφωνοι. Αυτή η τουρκόφωνη ελληνική μειονότητα ονομάζεται Ουρούμ της Τσάλκας [9], Ρωμιοί της Τσάλκας δηλαδή, που υιοθέτησαν την τουρκική γλώσσα, κάποτε οικειοθελώς, άλλοτε με τη βία, αλλά παρέμειναν Χριστιανοί Ορθόδοξοι και μετανάστευσαν εκεί από την Οθωμανική περιφέρεια του Ερζουρούμ. Στην Τσάλκα υπάρχουν επίσης συγκεκριμένα χωριά όπου ομιλείται η ποντιακή διάλεκτος.
ΠΗΓΕΣ – ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1] Metreveli, Roin, The Georgian Chronicles, Artanuji Publishing, 2008, σελ. 164
[2] Khintibidze, Elguja, Designations of the Georgians and their etymology, Tbilisi State University, 1998, σελ. 105
[3] Kamusella, Tomasz, The Politics of Language and Nationalism in Modern Central Europe, Palgrave Macmillan, 2009
[4] Rapp, Stephen H., Imagining History at the Crossroads: Persia, Byzantium, and the Architects of the Written Georgian Past, Volume 1, University of Michigan, 1997, σελ. 207
[5] Khintibidze, σελ. 104
[7] Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ελευθερουδάκη, τόμ. Γ΄, Ελευθερουδάκης Α.Ε., Αθήνα, 1928, σσ. 875-876.
[8] Ethnic Minorities in Georgia, Report of Federation Internationale des Ligues des Droits de l’Homme, Απρίλιος 2005, σελ. 6 (ηλεκτρονική έκδοση εδώ)
[9] Σήμερα πολλοί Ουρούμ έχουν μεταναστεύσει στην Ελλάδα, ιδίως μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Οι περισσότεροι απ’ όσους βρίσκονται εκτός Ελλάδας διαμένουν κυρίως σε δύο χώρες: α. στην Ουκρανία (Κριμαία, Μαριούπολη, περιοχή του Ντόνετσκ και γενικότερα γύρω από την Αζοφική θάλασσα), είναι ταταρόφωνοι και αναγνωρίζονται ως ελληνική εθνική μειονότητα από το ουκρανικό κράτος, β. στη Γεωργία κυρίως στις περιοχές της Τσάλκας, του Τριαλέτι, του Τέτρι – Τσκάρο και του Ντμανίσι και είναι τουρκόφωνοι.
Η φωτογραφία με την Ακρόπολη που κοσμεί το άρθρο προέρχεται από τον ιστότοπο britannica.com και τα δικαιώματα ανήκουν στον Neil Beer (Getty Images).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου