Ένας διακεκριμένος θεολόγος εξηγεί γιατί η Ανάσταση καταλύει τη δυστυχία της ιδιώτευσης, μας καλεί σε μία επανατοποθέτηση στο ζήτημα της Θείας Ευχαριστίας και διατρανώνει την πίστη του ότι η αγάπη θα νικήσει το φόβο.
Συνέντευξη του Χρυσόστομου Σταμούλη στον Σπύρο Ζωνάκη
«Το μυστήριο προϋποθέτει την ευθύνη, την πραγματικότητα του ενιαίου σώματος, την ιστορικότητα και τα φυσικά δεδομένα, αλλά κυρίως και κατεξοχήν την ελευθερία και τη συνεργιακή διάθεση του ανθρώπου, η μαγεία δεν προϋποθέτει καμία ευθύνη. Ο άνθρωπος ο οποίος θέλει να προσέλθει στο μυστήριο προσέρχεται με όλη του την ευθύνη. Αυτό που πρέπει να αναδεικνύει η εκκλησία, αλλά και όλες οι θρησκευτικές κοινότητες, είναι το μυστήριο της ευθύνης. Ο πιστός, δηλαδή, θα πρέπει να στέκεται με ευθύνη απέναντι σε αυτά που συμβαίνουν γύρω του και εντός του και όχι να περιμένει έτοιμες μαγικές λύσεις», σημειώνει στη συνέντευξη που παραχώρησε στη «σχεδία» ο καθηγητής Συμβολικής και Δογματικής Θεολογίας στο Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ, μουσικός και συνθέτης Χρυσόστομος Σταμούλης, ο οποίος, μεταξύ άλλων, εξηγεί γιατί έχουμε ανάγκη μιας νέας θεολογίας μετά τον κορωνοϊό, στηλιτεύει τη μαγική θεώρηση της εκκλησιαστικής ζωής, καταθέτει τις δικές του σκέψεις για τον φετινό εορτασμό της Ανάστασης, αλλά και για τον έντονο διάλογο αναφορικά με την τέλεση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας.
Έχετε τονίσει ότι θα μιλήσουμε για μία νέα θεολογία μετά τον κορωνοϊό. Τι εννοείτε;
Οι ελάχιστες ημέρες της πρόκλησης του κορωνοϊού δείξανε τη στατικότητα και την αδυναμία κίνησης του πολιτισμού μας συνολικά και, βεβαίως, της εκκλησίας και της θεολογίας ειδικότερα. Έπρεπε, δηλαδή, μέσα σε ελάχιστο χρόνο να μεταμορφώσουμε ποιμαντικά συνήθειες πολλών αιώνων και να αντιμετωπίσουμε την ανάγκη του κλεισίματος των εκκλησιών και της αμφισβήτησης της θαυματουργίας του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Όλα αυτά δεν είναι εύκολα πράγματα. Έπρεπε η θεολογία και η εκκλησία να πάρουν θέση σε θέματα τα οποία έμοιαζε στη σκέψη πολλών να είναι αποδομητικά του πυρήνα της χριστιανικής τους ταυτότητας. Έτσι, λοιπόν, ανοίγουν θέματα, τα οποία θα πρέπει να συζητήσει η εκκλησία την επόμενη μέρα και αναφέρομαι στο ζήτημα της Θείας Ευχαριστίας και, κυρίως, στη μετάδοσή της. Διότι η μετάδοση της Θείας Κοινωνίας δεν είναι ένα θέμα δόγματος, αλλά σχετίζεται με την ποιμαντική πράξη και πάντα πρέπει να βρίσκεται εκείνος ο τρόπος που δίνει τη δυνατότητα μετοχής στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας στα μέλη της κοινότητας. Δεν μπορεί, δηλαδή, ο τρόπος μετάδοσής της να διαιρεί τους πιστούς, την κοινωνία. Αυτά είναι θέματα που τα είχε αντιμετωπίσει η εκκλησία στο παρελθόν. Υπήρχαν πολλές πρακτικές μετάδοσης της Θείας Ευχαριστίας, άλλες από τις οποίες διασώθηκαν και άλλες χάθηκαν. Μια από αυτές είναι του αγίου Ιακώβου του αδελφοθέου, που μεταφέρει έναν άλλο τρόπο μετάδοσης, ξέχωρα ο άρτος, ξέχωρα ο οίνος. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης έλεγε πως όταν υπάρχει ανάγκη και πρέπει να μεταδοθεί η Θεία Ευχαριστία σε ασθενείς να γίνεται σχολαστική φροντίδα και πλύσιμο των λειτουργικών σκευών. Μπορεί, δηλαδή, η εκκλησία να βρίσκει καινούριους δρόμους να λειτουργεί ως κοινωνία, ως σώμα, χωρίς διασπάσεις και διαιρέσεις, χωρίς να κινδυνεύει να απωλέσει τον πυρήνα της δογματικής της αλήθειας, δηλαδή τον πυρήνα της αγάπης της. Όπως λέει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, όταν κινδυνεύει το καράβι πετάς αυτά που δεν είναι αναγκαία. Και οι πρακτικές της εκκλησίας δεν ανήκουν στα αναγκαία και αμετακίνητα, αλλά σε εκείνα που μπορούν να διαφοροποιηθούν προκειμένου να σώσεις το ίδιο το καράβι. Και δεν χωρά καμία αμφιβολία πως το καράβι είναι η αγάπη, η ενότητα. Αυτά πρέπει να σωθούν. Τι να το κάνω να σώσω την ακρίβεια μιας τυπικής διαδικασίας μεταφοράς της Θείας Ευχαριστίας και να χάσω το μέγεθος της αγάπης μου, που χωράει τους πάντες και τα πάντα.
Έχουν ακουστεί φωνές, με αφορμή το κλείσιμο των εκκλησιών ή την αντιπαράθεση αναφορικά με το ζήτημα της Θείας Ευχαριστίας, πως ο Θεός δεν θα αφήσει κάποιον να κολλήσει μέσω της Θείας Κοινωνίας ή και πως δεν θα αφήσει κάποιον να πάθει κάτι κακό εντός του οίκου Του, την εκκλησία. Πώς κρίνετε αυτές τις θεωρήσεις;
Σύμφωνα με τη θεολογική μας παράδοση, εκκλησία δεν είναι μόνο ο ναός, ο οίκος. Κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, όλος ο κόσμος είναι αποτέλεσμα της δημιουργικής ενέργειας της Αγίας Τριάδας. Τέτοιες φωνές εκφράζουν μια μαγική θεώρηση της εκκλησιαστικής ζωής και μοιάζει να προκαλούν τον ίδιο τον Θεό να αποδείξει αυτό που είναι, κάτι που μοιάζει να αγγίζει τα όρια της ύβρεως. Για αυτό και βλέπουμε πως στη βιβλική παράδοση τέτοιες προκλήσεις ο Χριστός δεν τις ανέλαβε, αρνήθηκε τις πειρασμικές προτροπές για να θαυματουργήσει με έναν τρόπο ο οποίος θα λειτουργούσε στο πλαίσιο της επίδειξης. Κάτι που σημαίνει ότι η εκκλησία αρνείται από την ίδρυσή της το εγγυημένο θαύμα, την εγγυημένη προφητεία. Είναι σαφές, πως πέρα από το γεγονός ότι η εγγυημένη θαυματουργία αρνείται μια πραγματικότητα, η οποία λέγεται ανθρωπινότητα (και την αρνείται στο σύνολό της), αρνείται τόσο την ιατρική όσο και την όλη επιστήμη, οι οποίες δεν στέκονται στον αντίποδα της εκκλησίας και της Ευχαριστίας. Η εκκλησία, όταν λειτουργεί στο πλαίσιο της ισχυρής αυτοσυνειδησίας της, δεν στέκεται ποτέ απέναντι στην επιστήμη. Η επιστήμη είναι η συνέχεια του δημιουργικού έργου του Θεού στον κόσμο. Ό,τι μπορεί να γιατρέψει η επιστήμη το γιατρεύει η επιστήμη. Η γιατρειά που υπόσχεται η εκκλησία είναι η εσχατολογική γιατρειά των ψυχών και των σωμάτων, η οποία λειτουργεί ως δώρο του Θεού. Θεωρούμε ότι η εκκλησία είναι ένας χώρος θαυμάτων, μπαίνεις μέσα και γίνονται θαύματα. Μα θαύματα γίνονται καθημερινά, θαύμα είναι η ίδια η ζωή, θαύμα είναι η ιατρική, θαύμα είναι ο έρωτας, θαύμα είναι η κάθε ευχαριστία. Εμείς θέλουμε υπερφυσική μαρτυρία, ενώ η εκκλησία παλεύει για το φυσικό, για την ανακαίνιση και τη μεταμόρφωσή του. Ο ναός δεν αποτελεί χώρο μαγικής αφθαρτοποίησης των πάντων. Όλος ο κόσμος ο κτιστός είναι ένας κόσμος φθαρτός. Γι’ αυτό και στη Θεία Ευχαριστία, όταν μιλάμε για αφθαρσία ψυχών και σωμάτων, μιλάμε για την εσχατολογική αφθαρσία. Ο θάνατος είναι ο έσχατος εχθρός με τον οποίο παλεύει συνεχώς ο άνθρωπος. Γι’ αυτό και έχει νόημα η νίκη του θανάτου από τον Χριστό, ο οποίος έρχεται από τα βάθη του Άδη και πατάει με τη δική του μοναξιά τη μοναξιά μας, με τον θάνατο τον θάνατο. Πόση ωραιότητα κρύβει η εικόνα του αναστημένου Χριστού που πατάει πάνω στις κατεστραμμένες από την ίδια τη ζωή πύλες του Άδη, πιάνει από τα χέρια, όπως σε χορό, τον Αδάμ και την Εύα και αποκαλύπτει πως ανάσταση χωρίς το «μαζί» δεν υπάρχει. Με την ανάσταση καταλύεται η δυστυχία της ιδιώτευσης. Σήμερα, πολλοί ιδιωτεύουν, έχουμε συμπεριφορές ιδιώτευσης. Εγώ να κοινωνήσω και δεν με ενδιαφέρει τι γίνεται παραπέρα. Το πρόσωπο, όμως, αληθεύει όταν γίνεται πληθυντικό, χωρητικό του άλλου. Η ευχαριστία πρέπει να αποκαλύπτει την ενότητα και όχι τη διαίρεση.
Πώς, τελικά, χάσαμε την ουσία και εκτροχιαστήκαμε σε αυτήν τη μαγική θρησκευτικότητα;
Ο άνθρωπος, από τη δημιουργία του κόσμου, ζητάει το γρήγορο και το μαγικό. Ζητάει το εγγυημένο αποτέλεσμα. Δηλαδή, ζητάει αυτό το οποίο δεν χρειάζεται ευθύνη και δεν εμπεριέχει κανένα ρίσκο. Το μυστήριο προϋποθέτει την ευθύνη, την πραγματικότητα του ενιαίου σώματος, την ιστορικότητα και τα φυσικά δεδομένα, αλλά κυρίως και κατεξοχήν την ελευθερία και τη συνεργιακή διάθεση του ανθρώπου, η μαγεία δεν προϋποθέτει καμία ευθύνη. Ο άνθρωπος ο οποίος θέλει να προσέλθει στο μυστήριο προσέρχεται με όλη του την ευθύνη. Αυτό που πρέπει να αναδεικνύει η εκκλησία, αλλά και όλες οι θρησκευτικές κοινότητες, είναι το μυστήριο της ευθύνης. Ο πιστός, δηλαδή, θα πρέπει να στέκεται με ευθύνη απέναντι σε αυτά που συμβαίνουν γύρω του και εντός του και όχι να περιμένει έτοιμες μαγικές λύσεις, όπου αυτός, στα αλήθεια, θα είναι ανύπαρκτος, απών. Η ανάληψη της ευθύνης, η ελευθερία είναι πολύ δύσκολο πράγμα. Γι’ αυτό, καταθέτουμε τον εαυτό μας σε ανθρώπους οι οποίοι διαχειρίζονται την ελευθερία μας και την πηγαίνουν όπου αυτοί θέλουν, αυξάνοντας τη δική τους δύναμη, το δικό τους κύρος, τη δική τους εξουσιαστικότητα.
Υπάρχει ένας έντονος διάλογος αναφορικά με την κατά κυριολεξία ή συμβολική θεώρηση των μυστηρίων της εκκλησίας, συμπεριλαμβανομένου εκείνου της Θείας Ευχαριστίας. Ποια είναι η θέση σας;
Δεν μπορούμε στα όρια της Ορθόδοξης θεολογίας να αμφισβητήσουμε τη μεταβολή του άρτου και του οίνου σε σώμα και αίμα στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, αλλά τούτο ποσώς δεν σημαίνει πως το κοινό ποτήριο δεν έχει και μια άλλη διάσταση συμβολική. Με τη Θεία Ευχαριστία καθαιρούνται οι δαιμονικές δυνάμεις, οι δυνάμεις του κακού και μαζί συγκροτείται η ενότητα του σώματος. Αυτήν την ενότητα αποκαλύπτει το κοινό ποτήριο. Την ένωση του ανθρώπου με το σώμα και το αίμα του σαρκωθέντος, του παθόντος και του αναστημένου Χριστού. Πόσο νόημα κομίζει το τέλος του 25ου κεφαλαίου του Κατά Ματθαίου Ευαγγελίου που μετά την παραβολή των δέκα παρθένων αναφέρεται στην αναγνώριση του Κυρίου στο πρόσωπο του πεινασμένου, του διψασμένου, του ξένου, του γυμνού, του άρρωστου, του φυλακισμένου. Όπου αυτοί εκεί και ο Χριστός. Και ξαναλέω πως το ποτήριον της Θείας Ευχαριστίας είναι η ενότητα όλης αυτής της διάσπασης, έχει μία συμβολική διάσταση, η οποία δεν αμφισβητεί τον πραγματικό χαρακτήρα του σώματος και του αίματος Χριστού. Τι νόημα έχει να κοινωνήσω, αλλά να μην είμαι μέλος ενός σώματος το οποίο ζει, πάλλεται και μεταφέρει αυτήν την αγιότητά του και εκτός του κτίσματος του ναού; Η εκκλησία πρέπει να λειτουργεί με τρόπο που θα φωτίζει ολόκληρο τον κόσμο και, κυρίως, πρέπει να συγκροτεί την ενότητα των κοινωνιών. Η Ευχαριστία αυτές τις μέρες θα μπορούσε να αντικατασταθεί με μια άλλη ευχαριστία, τη στήριξη εκείνων που πάσχουν, των γερόντων, των ασθενών, των μοναχικών ανθρώπων. Είναι συγκλονιστικό αυτό που συνέβη στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στην Ιταλία όπου πάνω από 60 ιερείς πέθαναν στα νοσοκομεία, διακονώντας τους ασθενείς. Το ίδιο συνέβη και με γιατρούς, νοσηλευτές. Κοινώνησαν την αγωνία του θανάτου του αδελφού, του άλλου και εν τέλει δια του δικού τους θανάτου τη νίκησαν. Η ευχαριστιακή πράξη της Εκκλησίας, σήμερα, οφείλει να αναδείξει το ευχαριστιακό ήθος ως έκρηξη προσφοράς προς όλους τους πάσχοντες, κάτι που θα αποτελέσει μια άσκηση του σύγχρονου χριστιανού, του σύγχρονου ανθρώπου, διότι ευχαριστία χωρίς άσκηση δεν υφίσταται. Η εκκλησία οφείλει να ανοίξει τα χέρια της και να κρατήσει τα χέρια όλων των κατατρεγμένων, των πονεμένων. Αυτή θα είναι η καλύτερη Ευχαριστία. Αυτή η κάθοδος στον Άδη. Η ανάστασή μας.
Πώς και πότε, πιστεύετε, θα έπρεπε να εορταστεί η Ανάσταση μετά τη λήξη της καραντίνας;
Δεν χωρά αμφιβολία ότι έχουμε έναν λειτουργικό κύκλο ο οποίος έχει μία συγκεκριμένη δομή. Αυτή η δομή, όμως, είναι εκεί για να υπηρετεί τον άνθρωπο. Ναι, θα χάσουμε φέτος τη συγκεκριμένη ημερομηνία, δεν θα είμαστε στις εκκλησίες μας. Για όλους μας, αυτός είναι ένας πόνος, όλοι βιώνουμε αυτή τη μοναξιά, αυτή την έλλειψη. Χάνουμε, λοιπόν, ένα κομμάτι του συνολικού μας τρόπου, αλλά έχει τη δυνατότητα η εκκλησία και ο άνθρωπος, όταν αναδεικνύει το πραγματικό του μέγεθος, να μεταφέρει τα πράγματα, να μεταφέρει, δηλαδή, την αλήθεια μέσα στην αρχιτεκτονική της νέας πραγματικότητας, προκειμένου να της δώσει ένα καινούριο νόημα. Πολύ καλά η ιεραρχία θέλησε να πει ότι θα μπορούσαμε να γιορτάσουμε το Πάσχα, κατά την Απόδοσή του, μετά από 40 μέρες. Άλλωστε, κάθε λειτουργία είναι και μια Ανάσταση, όλες οι θείες λειτουργίες είναι αναστάσιμες. Ακόμη κι αν δεν γίνει ο εορτασμός της Ανάστασης κατά την Απόδοση, ας γίνει την πρώτη Κυριακή μετά την άρση της απαγόρευσης εισόδου στις εκκλησίες. Τι όμορφα θα ήταν εάν, συμβολικά, γιορτάζαμε την Ανάσταση στα κοιμητήριά μας. Να ακουστεί το Χριστός Ανέστη πάνω από τους τάφους και τα μνήματα των κεκοιμημένων. Τι σημαίνει, εξάλλου, το Χριστός Ανέστη; Είναι μια πρόσκληση των κεκοιμημένων και των ζώντων σε μια κοινή ανάσταση. Θα αποκτήσει, έτσι, το πραγματικό του νόημα. Και τα μνήματα γύρω μας δεν είναι μόνο τα μνήματα των κεκοιμημένων, αλλά και τα μνήματα που εμπεριέχουν την ίδια μας τη νεκρή ζωή. Επιπλέον, θα ήταν ένας τρόπος να σταθούμε αλληλέγγυοι απέναντι σε αυτόν τον πόνο που βιώνουμε, σε αυτό το τραύμα μήπως και μπορέσουμε να επουλώσουμε λίγες από τις πληγές του σώματος.
Ακούμε συχνά πως ο κορωνοΐός μπορεί να αποτελέσει μια «ευκαιρία αναστοχασμού μας». Αλήθεια, μπορεί να συνιστά «ευκαιρία» μία πανδημία που προκαλεί το θάνατο τόσων ανθρώπων;
Δεν μπορώ να δεχθώ τη φράση ότι ο κορωνοϊός είναι μια ευκαιρία, δεν μπορούμε να μιλάμε για ευκαιρία της δικής μας ζωής όταν τόσοι άνθρωποι χάνονται δίπλα μας. Μου θυμίζει λίγο το εμπορικό του πράγματος πως η απώλεια και η ζημιά είναι ευκαιρία για κέρδος. Το ότι μπορούμε να αξιοποιήσουμε αυτή τη φθορά που κυριαρχεί γύρω μας και εντός μας, δημιουργώντας το νέο υλικό που θα δώσει νόημα στη ζωή μας, αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Ναι, θα πρέπει να βγούμε σοφότεροι. Να κατανοήσουμε τα όριά μας, διότι είχαμε γίνει άμετροι, χάσαμε το μέτρο και αυτό είναι η απόλυτη ύβρις. Θεωρήσαμε ότι μπορούμε να τα κάνουμε όλα με κάθε τρόπο, είτε εκκλησιαστικό, είτε ιατρικό, είτε πολιτιστικό, είτε πολιτικό, και, ξαφνικά, αντιμετωπίζουμε το γεγονός της τεράστιας αδυναμίας μας. Ίσως για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια κοιτάξαμε στα μάτια την κτιστότητά μας και τα όριά της. Ας μην τρομάζουμε, όμως, η αγάπη έξω βάλλει τον φόβο. Αυτή θα τον νικήσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου