Νίκος Τουλαντάς
Α. Πολιτική Προσώπου
Η παγκοσμιότητα του ανθρώπου, όπως την προσεγγίζει το έργο, δεν έχει τις διαστάσεις της εξαντλητικής ταξιδιωτικής δραστηριότητας και έρευνας, αλλά του σεβασμού της τοπικότητας: «Μεγαλύτερος θησαυρός σου, οι τρόποι της ιδιαιτέρας πατρίδας σου […]όποιος μιμείται άλλους είναι κάλπικος». Ακούγεται κάπως εσωστρεφές αλλά, αρνούμενο τη μίμηση του περιστασιακώς παρατηρούμενου, αναλαμβάνει το ταξίδι της πολιτισμικής αυτογνωσίας των ανθρώπων του εκάστοτε τόπου, που δε μπορεί να είναι παιδιά «κατώτερου» ή «ανώτερου» Θεού. Η αξιοποίηση του «λίγου» που σου δίνεται δίνει πληροφορίες και για το πώς διαχειρίζεσαι – ή θα διαχειριζόσουν – το ξένο και, για όλους, «μεγάλο» και ανοίκειο.
«Η μελέτη του παρελθόντος είναι εργαλείο προετοιμασίας για το μέλλον». Του παρελθόντος των υπάρξεων των ατόμων προσωπικά και διαπροσωπικά. Του παρελθόντος της πορείας ενός τόπου και των διατοπικών σχέσεων που συνάπτει.
Ο αφηγητής (Γιαμαμότο Τσουνετόμο), μέσω παράδοσης, έχει βάθος και απλότητα. Όσον αφορά γενικότερα στην άσκηση της προσωπικότητας και τον χειρισμό της ζωής θα επιμείνει στην αποφυγή των κοινωνικών επιτηδεύσεων και, χωρίς να το λέει αυτολεξεί, της ανθραπαρέσκειας. Θα μείνει σε αυτή την αποφυγή της απορρόφησης από την όλη αρμονία, χρησιμοποιώντας εκφράσεις οι οποίες, νιώθει κανείς, μπορεί να αφορούν πρόσωπα αλλά και συλλογικότητες, επίσης. Γράφει πως «αν βασίζεσαι στην εύνοια των άλλων χάνεις την ικανότητα να λες και να κάνεις αυτό που σκέφτεσαι». Κατά κάποιο τρόπο, η μη-αυτάρκεια κι επανάπαυση σε εξωτερικούς παράγοντες θα σε αναγκάσουν, αργά ή γρήγορα, να μαϊμουδίσεις το παιχνίδι τους, ξεχνώντας την προσωπική σου πορεία, χάνοντας τον αυτοσεβασμό και την ειλικρίνειά σου. Ενώ «η εργασία που γίνεται χωρίς να βασίζεται στους άλλους είναι η πιο ξέγνοιαστη» και βέβαια καρποφόρα και σεβάσμια.
Η ζωή δεν είναι δύσκολη και πολύπλοκη λοιπόν, απλώς, επειδή σίγουρα είναι σύντομη, για να πάρει αξία η ίδια («αξία έχει η ποιότητα των αισθημάτων» λέει, χωρίς να εννοεί τον συναισθηματισμό) και τα έργα της, «κάνε πράγματα που πραγματικά επιθυμείς μέσα στη μέρα». Και βέβαια, θα καταγράψω και το γεγονός πως μέσα σε αυτά τα «επιθυμητά» για έναν αληθινό Σαμουράι πράγματα, ενδέχεται να περιλαμβάνονται και πολύ κοπιώδεις σωματικά και πνευματικά δραστηριότητες.
Στη ζωή να «δέχεσαι τη στιγμή» ως έχει, «ως έρχεται». «Ελέγχοντας τη στιγμή» – αγογγύστως και ακεραίως – «ελέγχεις την πραγματικότητα». Αναλόγως, σε συλλογικό πλαίσιο, η ανώριμη αντιδραστικότητα προς τα δυσάρεστα γεγονότα είναι απορριπτέα. Γιατί «το πνεύμα της εποχής δεν αλλάζει». Προσπάθησε και «βελτίωσε τον κόσμο συμβαδίζοντας μαζί του […]νοσταλγούν κάτι παρελθοντικό όσοι αδυνατούν να κατανοήσουν την εποχή τους». Το παρελθόν, το οποίο επιπολαίως εξιδανικεύουν πολλοί, ενέχει βέβαια και το ουσιώδες, το οποίο είναι πάντοτε πολύτιμο και διακριτό από τα επουσιώδη.
Ως Υπηρέτης (η ετυμολογία του Σαμουράι) ενός Άρχοντα, ο Σαμουράι, κατά το Χαγκάκουρε, θα μπορούσε να έχει όχι απλά το ρόλο του Υπηρέτη, αλλά το βάθος των υπηρεσιών του να του προσδώσει με τον χρόνο και το άτυπο αξίωμα του «Υπηρετολόγου» (δεν είναι άβουλος σκλάβος, αλλά σπουδαστής του διακονήματός του).
Ο Άρχοντας είναι η ζωή κι ο θάνατός μου, λέει ένας Σαμουράι με τη ζωή του και τον συναντά παντού και παντοιοτρόπως. Δεν είναι στάνταρ το «ωράριο», εφόσον μπορείς επίσης «να παρουσιάζεσαι νοερώς απέναντι στον άρχοντά σου και τους προϊσταμένους σου». Στον άρχοντα, τους προϊσταμένους, αλλά και σε κάθε ενδεχόμενο συνυπαρξιακό κώδικα που θα περιμένει, σε κάποια φάση, την ανταπόκρισή σου. Ζήσε νοερώς το ότι «η κρίσιμη στιγμή και το τώρα είναι ενωμένες» και «στοχάσου έτσι πάνω σε όλα». Σε όλα όμως! Και να βλέπεις το πρόσωπο του Άρχοντά σου παντού: «Φροντίζεις ουσιαστικά για το καλό ολόκληρου του οίκου και του Άρχοντα όταν σκέφτεσαι και το ταπεινότερο μέλος του». Η δικαιότητα και απροσωπόληπτη φιλανθρωπία (προς τον αδύναμο της υπόθεσης – τον ταπεινό) της ρήσης, μπορεί να είναι έμμεση αλλά όντως προκύπτει. Στη συνέχεια θα κεντράρει και περικυκλώσει το όλο θέμα του θυμικού ήθους λέγοντας ότι «το πρότυπο της συμπεριφοράς είναι η κοσμιότητα ακόμα κι αν δεν υπάρχουν περιορισμοί στο χειρισμό ενός ατόμου».
Το «εκλεκτότερο» μέλος του οίκου (ο Άρχοντας), για χάρη του οποίου όλα τα πρόσωπα «εκλεκτοποιούνται» συνειδησιακά για το καλό του οίκου αυτού, ενδέχεται να είναι άνθρωπος με πολλές αδυναμίες. Όσες και να ‘ναι, ο Σαμουράι υπηρετεί· δεν αξιολογεί, δεν είναι δουλειά του να βγάζει γλώσσα, να κλωτσάει αυτό το έστω και σάπιο δοκάρι που στηρίζει το σπίτι που τον στέγει. Κάνει ό,τι μπορεί και είναι εντυπωσιακό.
Πώς επεμβαίνεις και κρίνεις με την παρουσία σου τα πράγματα; Με πολλούς τρόπους υπό ενός ήθους. Π.χ., με κάτι κοινό και με τη δική μας κουλτούρα, όπως η οικονομία του λόγου (η λακωνικότητα) και η ουσιαστική αξιοποίησή του. Ο λόγος είναι μουσική (όπως και η μουσική μιλάει) και όπως και οι παύσεις, στη σύνθεση της μουσικής ενότητας, προσδίδουν κύρος και κάλλοσ στη τελευταία, έτσι και «η βαρύτητα των λόγων σου είναι καταφανής στην σιωπή σου […]πριν πεις, αναλογίσου να μην πεις τίποτα […]αν μπορείς να ολοκληρώσεις χωρίς λόγια, κάν’ το έτσι […]αν όχι, πες το με όσο το δυνατόν λιγότερα λόγια».
Όπου ο λόγος είναι απαραίτητος δε, ξεκινούν οι υπηρεσίες μετά πάσης πιθανής υπομονής και καρτερίας, όπως φαίνεται: «Αν ο Άρχοντας είναι μέτριος και άτολμος να τον επαινείς και να τον αποτρέπεις από λάθη. Αν είναι ευφυής και ισχυρογνώμων να τον κάνεις να νιώθει άβολα και να αναρωτιέται για τη γνώμη σου. Αλλιώς θα περιφρονείσαι ως δειλός κι αυτός θα καταστεί αλαζόνας».
Λέει αλλού πως «σκεπτόμενος στέρεα και έντιμα έχεις ανυπέρβλητο δυναμισμό» κι αυτό δημιουργεί ένα πυρήνα αξιοπιστίας προσώπου, με μία ειλικρινή βάση και στάση προς όλους και όχι μόνο τους πιο «απαιτητικούς» κοινωνικά. Χωρίς την ειλικρίνεια υποτιμάς και υπερτιμάς πράγματα, κάτι που είναι εξίσου αρνητικό. Π.χ., «οι καλλωπισμοί του Άρχοντα, απομονωμένα, φέρνουν κοινωνικές αναταραχές». Χρειάζεσαι ολική (όλων των άλλων) αντίληψη και χώρο μέσα σου για την τελευταία, την οποία (και για, και στην) αεί εργάζεσαι με τις επιλογές της διαγωγής σου.
Άλλες πιθανές καταστάσεις: «Αν κάποιος έχει πρόβλημα και τον συμπονείς συγκαταβατικά, θα ρίξεις ακόμα περισσότερο το ηθικό και την διάκρισή του επί της ουσίας. Μείνε ατάραχος. Εξήγησέ του ότι θα οφεληθεί από την κατάστασή του. Τίποτα δεν μένει αμετάβλητο. Μη μελαγχολείς και μην ενθουσιάζεσαι για πολύ».
«Σε νομικές υποθέσεις, προσπάθησε να υποστηρίζεις την ακριβώς αντίθετη περίπτωση των γεγονότων και θα σου αποκαλυφθεί ένας ανώτερος τρόπος σκέψης. Μην προσβάλλεις. Ανέπτυξε ήπια και με σαφήνεια τη λογική σου. Έτσι ανακαλύπτεις σχέσεις πραγμάτων σε υψηλότερο επίπεδο. Είναι άλλο αυτό κι άλλο να έχεις αβάσιμα συμπεράσματα, εικασίες, ή να είσαι απλώς καχύποπτος».
Γενικά, διαπροσωπικά, «ο Δρόμος της αρμονίας, ευγένειας κι ορθής συμπεριφοράς, προϋποθέτει τη σχολαστική προετοιμασία επί του άλλου και της υποθέσεώς του», και η κριτική, που «βοηθά στις διορθώσεις μας […]οφείλει να γίνεται προσεκτικά»: «Η εποικοδομητική κριτική προϋποθέτει τη δεκτικότητα του άλλου και την κοντινή σας απόσταση. Οφείλεις να προμελετάς τους τρόπους σου και να είσαι αρεστός. Διάλεξε την χρονική στιγμή. Κινήσου έμμεσα αναφέροντας προσωπικά σου λάθη. Κινήσου πάλι έμμεσα επαινώντας τον άλλον για κάτι. Στόχος είναι να πείσεις τον άλλο ότι αξίζει να κάνει μία προσπάθεια διόρθωσης σε κάτι». Αυτό, θα το ονόμαζα κάπως σαν «Συνυπαρξιακή Στρατηγική Προόδου», ή κάτι τέτοιο, όντας έκπληκτος από την τάξη των στοιχείων που φέρνει στο φως η διείσδυση στις σχέσεις και τις ανάγκες, ενώ δεν είναι τίποτα παραπάνω ή παρακάτω από αυτό που στην Ελληνική μεριά του κόσμου ονομάζουμε φιλοσοφία, η οποία βέβαια, πάντοτε, ετυμολογικά, είναι και μία «φιλοσοφία πολιτικής» (συμπολίτευσης). Κεντράροντας και απλουστεύοντας τη διατύπωση της συνυπαρξιακής τελεολογίας: είναι η διαδικασία της άσκησης της προσωπικής ευθύνης με το «να ενεργείς με βάση το συμφέρον του συνανθρώπου σου», να έρχεσαι «στη θέση του» και να διαλέγεις «το καλό γι’ αυτόν».
Καταδικάζει τη χρήση ευστροφίας προς εξαπάτηση, την «επίδειξη της εξυπνάδας» («ενοχλητική» και μη ευκόλως εμπιστεύσιμη), τη «βρώμικη νίκη» στη ζωή γενικότερα, τον συχνό «έπαινο» ως αρνητικό για τον χαρακτήρα, το «καφενείο» της εποχής που, είτε θα σχολιάζει αρνητικά κι αργολογώντας είτε θα «πενθεί» για πράγματα, κάτι που επίσης «δε λύνει τίποτα» («μη σχολιάζεις τους άλλους ούτε με καλά, ούτε με κακά λόγια»), την αστοχία κι ανειλικρίνεια του υπερνθουσιώδη, την ανεγκράτεια σε πόσιμα, βρώσιμα, φάρμακα, σεξ, τη «σχολαστική επεξεργασία των εντολών» που έχει κάποιος (αποτελεί «αρχή δειλίας» και φθίνουσα «ανδροπρέπεια», που μαρτυρείται επίσης από τον σφυγμό και τον αποκεφαλισμό), το θάρρος που δεν συνοδεύεται από συμπόνια («πολλοί καταστράφηκαν» χωρίς τον συνδυασμό), την υπηρεσία υπό «αστόχαστο ενθουσιασμό», μη κάνοντας «ένα διερευνητικό βήμα προς τα πίσω», ώστε να γίνει κατανοητό «τί ευχαριστεί και τί όχι τον άρχοντα», την ασέβεια απέναντι στα αντικείμενα του άρχοντα και το ξεπούλημά τους μετά θάνατον («[…]η καρδιά που χάνει την αίσθηση της ευγνωμοσύνης κα της τιμής, δρώντας κοντόφθαλμα, αστοχεί […]ο άνθρωπος του καθήκοντος αποτελεί δείγμα ορθοφροσύνης και δεν εμπλέκεται σε ηθικά παρακμιακές διεκδικήσεις»).
Ακόμα και η αγάπη έχει βαθμίδες και πάνω-πάνω στέκει «η αφανέρωτη κι ανομολόγητη, η βαθιά και καρδιακή», η οποία εύκολα «υποβαθμίζεται» εκφραζόμενη περιττοτρόπως. Κάθε περιττή επιτήδευση γενικότερα κάνει το «ψυχικό σου σθένος να ατροφεί».
Εγκωμιάζει την καθαρότητα-διαφάνεια των πεπραγμένων, την ανάβαση – και τον θαυμασμό της – στην κοινωνική κλίμακα δια της αρετής (υπέρ αυτών που καθεστωτικώς βρέθηκαν εκεί), την αυτογνωσία επί των γνωστικών ελλείψεων και τη «συμβουλή ακεραίων προσώπων», την απώθηση της λατρείας κι εξιδανίκευσής σου εκ του κόσμου (σε αντίθεση με την έλξη του σεβασμού), την εμφάνεια του εκπληρωμένου καθήκοντος στην άνευ της εύνοιας του Άρχοντα υπηρεσία («υπό σκληρές και παράλογες συνθήκες […]δοκιμάζουν το θάρρος των ακολούθων»), την «απάρνηση της ζωής για τον Άρχοντα» («ό,τι πιο καθάριο και αγνό»), «το υψηλό ιδανικό της αυτοθυσίας» που «δεν διακρίνει ευγενείς και ταπεινούς».
Β. Ασκητική Προσώπου
Το κέντρο κάθε υπαρξιακής άσκησης – φιλοσοφίας ή μεταφυσικής θεωρίας (ή απλά και μόνο μίας ιατρικής θεραπείας που προσπαθεί να ακολουθήσει κάποιος «σκεπτόμενος διαφορετικά») – είναι ο νους. Αυτός «σε κουράζει και ξεκουράζει αναλόγως με το πώς εσύ βλέπεις τα πράγματα». «Κυριάρχησε στην ύλη» με τον τελευταίο.
Δέξου πόνους στη ζωή (και κατάφερνε και «κρύβε τους»), γιατί «χωρίς δυσκολίες δε διαμορφώνεις αξιόπιστο και δυνατό χαρακτήρα», ενώ «αν δεν σκληραγωγηθείς νέος, αργότερα, θα βρεθείς σε μεγαλύτερο αγώνα».
Αρχικά – όχι όπως τα νήπια – ως άνθρωπος ενσυνείδητος και Σαμουράι, «μη σκέφτεσαι πως είσαι καλός – δε στέκει». Απεκδύσου (αν φοράς) – ή αρνήσου – κάθε αυτοκαλλωπισμό κι αυτή θα είναι πράξη αληθινού αυτοσεβασμού. Κάνε υπομονή με τη δυσκολία της ζωής και την προσωπική σου αδυναμία. Πέρνα μία-μία της 5 βαθμίδες γνώσης στη ζωή και μη σταματήσεις έως την πέμπτη: στην πρώτη ίσως εξασκηθείς κι επειδή δε θα τα καταφέρνεις άμεσα θα έχεις τον πειρασμό να υποτιμήσεις τον εαυτό σου και τους άλλους. Θυμήσου πως είναι εύκολο να είσαι υπερόπτης και συναντάται συχνά σε αυτούς που «εργάζονται σκληρά» (κατά το νου τους). Στη δεύτερη βαθμίδα, μη μένοντας στην ηττοπάθεια και τις δουλειές των άλλων, αποφασισμένος για αγώνα, συνεχίζεις τον τελευταίο έχοντας «επίγνωση ανεπάρκειας». Στην τρίτη, η αντίληψή σου κι ευχαρίστηση για τα προτερήματά σου – όπως και των μειονεκτημάτων σου και των άλλων – σε καθιστά πολύτιμο υπηρέτη. Πνεύματα που έφθασαν στη τέταρτη βαθμίδα γνώσης θα τα δεις να παρουσιάζονται «ως αγνοούντες» και «διακριτικοί με τις ικανότητες των άλλων». Στο τέλος – πέμπτη βαθμίδα – θα έχεις σωματοποιήσει πλέον τη «συνείδηση της ατελεύτητης προόδου» και θα έχεις πετύχει την «παύση της αίσθησης της πληρότητας». Θα έχεις μία ακούραστη «ανικανοποίηση για τα προσωπικά σου επιτεύγματα» και ταπεινότητα, χωρίς να είσαι είτε «ματαιόδοξος» είτε «αυτοταπείνωτος».
Όχι πολλά λόγια βεβαίως, αλλά πρώτα «προσωπική επαφή με την αληθινή σοφία και όχι με ή μέσω γνώσεων». Αυτό θα κάνει τη μεγάλη δουλειά κι αλλοίωση στη ζωή σου. «Αξιοπρέπεια έχει η ταπεινότητα κι ο αυτοέλεγχος. Η ήρεμη αυτοκυριαρχία, οι λίγες κουβέντες, η τήρηση της εθιμοτυπίας, η σοβαρή συμπεριφορά, η αποφασιστικότητα, η οξυδέρκεια. Οι αρετές αυτές στιγματίζουν την εξωτερική εμφάνιση και βασίζονται στη πνευματική εγρήγορση και την προσήλωση στον σκοπό σου». Μη φύγεις ποτέ από τον τελευταίο, μη μετεωρίζεσαι παροντικά περισπώμενος «από το πριν και το μετά […]σφίξε τα δόντια και μείνε προσηλωμένος στον στόχο σου». Τον στόχο σου, που αφορά στην «κατάληξη των πραγμάτων», που είναι και «η μόνη σημαντική». «Αποφάσισε, δεσμεύσου, μείνε ακλόνητος. Αν δεν το πιστεύεις, δεν θα το πετύχεις. Αν δουλέψεις, σίγουρα. Μην αναβάλλεις – άμεση δράση, άμεση υπέρβαση».
Θυμήσου τα «τρία δηλητήρια κατά (αυτόν) τον Βουδισμό: απληστία, θυμός, ανοησία». Επί του κεντρικού: «εύκολα χαραμίζεις μία ζωή εν βρασμώ ψυχής […]πιο αξιοθαύμαστο από το να πεθάνεις έτσι είναι να λες τα σωστά λόγια τη σωστή στιγμή». Έπειτα, μόνο «όταν είσαι ήρεμος οι ικανότητες αναδεικνύονται». Στη συνέχεια «φρόντισε την εμφάνισή σου» (να σέβεται τον εαυτό σου και τους άλλους), «τον τρόπο ομιλίας σου και την καλλιγραφία σου». «Μετά μάθε Ιστορία. Μετά τέχνες».
Εφόσον, με την «ανιδιοτέλεια στον λογισμό σου», έχεις φθάσει, ή και απλώς είσαι στο δρόμο της σοφίας και έχεις προστατευτεί από τα να κάνεις ανεπανόρθωτα «σοβαρά λάθη», για τα τυχόν μικρά που κάνεις να «μετανοείς αμέσως […]ώστε να εξαφανίζονται μονομιάς». Κι αυτά ακριβώς, τα μικρά της ζωής, που συνέβησαν επειδή ήταν «ανυπολόγιστα έως τώρα […]να αντιμετωπίζονται με σοβαρότητα» κι όχι όπως τα «μεγάλα» γεγονότα που «δε συμβαίνουν πάνω από 2 ή 3 φορές» και «μέσω προετοιμασίας […]αντιμετωπίζονται αβίαστα».
Είναι δώρο το μυαλό. Μπορεί να κάνει πολλά. Έχει εργαλεία, έχει φαντασία, μπορεί να σκηνοθετήσει, να προδεί, προετοιμάσει και προκαθορίσει ιστορία. Το μυαλό έχει βάθος στρατηγικής κι αυτή αναπτύσσει μία (ή διάφορες στην πραγματικότητα – με όσες προβληματικές ασχολήθηκε) «ετοιμότητα», η οποία εμπλουτίζεται και «χτίζεται» (μαζί με όλη την προσωπικότητα και τις ικανότητές της) με «την προνοητικότητα». Με τη «σχολαστική μελέτη οποιασδήποτε καταστάσεως, πριν αυτή συμβεί κι όχι με την προσωπική εμπειρία» μόνο.
Όλα κάνουν καλό, ακόμα κι αν μοιάζουν να αντιφάσκουν ως δραστηριότητες. Όλα σε δοκιμάζουν κι ανακρίνουν με την ύπαρξή τους. Κι εφόσον η ζωή είναι γεμάτη από τέτοιες δοκιμασίες, να μπεις σε δρόμο, αντί αποφυγής, αγάπησης κι εκτίμησής τους. Πριν σε «ανακρίνουν» και τεσταριστεί η ορθολογικότητα και ετοιμότητά σου, πάρε πρωτοβουλία φιλοσοφική (νηπτική θα το λέγαμε στην παράδοση της ορθοδοξίας) και «γίνε ανακριτής του εαυτού σου […]βρίσκοντας την καρδιά που δε ντρέπεται για τίποτα συναντώντας τον ανακριτή της».
«Ο Σαμουράι οφείλει να έχει διαρκή εγρήγορση». Να αποκτά και κατέχει γνώσεις, όπου ο λόγος ύπαρξής τους και η χρήση τους να ενέχουν και μαρτυρούν τις τρεις βασικές αρετές (αυτού) του Βουδισμού: «σοφία, καλοσύνη, θάρρος». Η βάση είναι η λογισμική ανιδιοτέλεια (η ξενία του εξεταστή, θα έλεγα), η οποία σε οδηγεί στο καλό και το κάλλος. «Εξέταζε τους διάφορους δρόμους που συναντάς και διέκρινε τον ορθό σε όλα». Η καλότητα κι ορθότητα, πίσω, από και μέσα στις δραστηριότητες, είναι τόσο ωφέλιμες, ακόμα κι απομονωμένες σε πολύ λίγα ενδιαφέροντα και κλίσεις ενός ανθρώπου, ο οποίος, «μέσα απ’ την καλή γνώση ενός πράγματος μπορεί να γνωρίσει όλα τα πράγματα».
Ασχολήσου με τους άλλους αρχικά και μάθε από τα βιώματα και τα έργα τους. «Ένας τρόπος να σκέφτεσαι και να πράττεις είναι η μελέτη της σοφίας των άλλων», σίγουρα αρχικά τουλάχιστον. Εντόπισε την ειλικρίνεια και θρέψου εκ των καρπών της. Τα πρόσωπα που τη φέρουν είναι «κατασταλαγμένα, απλόχειρα, ήπια […]έχουν υψηλό φρόνημα». Ενώ «οι τιποτένιοι βρίσκονται σε σύγχυση και χωρίς εσωτερική ηρεμία».
Όλα εξαρτώνται από σένα και την αυτοδιαχείρισή σου. Μετά έρχεται το φιλικό και το εχθρικό περιβάλλον ως αναγκαίες παρατηρήσεις κι αναπόφευκτα «μέτωπα». Η στρατηγική, θα δεις, σε μικρά και μεγάλα γεγονότα της ζωής, σου επιτρέπει συχνά «πρώτα να νικάς κι έπειτα να πηγαίνεις στη μάχη». Η σειρά των νικών που έχεις να εκπληρώσεις, αρχίζοντας από την τελευταία: «Νικάς τον εχθρό επικρατώντας επί των συμμάχων σου. Επικρατείς επί των συμμάχων σου νικώντας τον εαυτό σου. Νικάς τον εαυτό σου κυριαρχώντας στο σώμα σου με το πνεύμα σου. Αλλιώς δεν έχει σημασία ο αριθμός των συμμάχων σου».
Η άσκηση είναι το κλειδί της ανώτερης ζωής και φώτισης ή, τουλάχιστον, ο τρόπος της όποιας εφικτής ανάβασης. Δεν είναι ούτε η αυτοκολακεία, ούτε η εμμονή των όποιων φυσικών κωλυμάτων του πολεμιστή, φτερά για να εκπληρώσει την υψιπετή αποστολή του εν κόσμω. Σε έναν αληθινό από αυτούς και δάσκαλο «ζητήθηκε να καταγράψει την τεχνική του στην ξιφομαχία και είπε: Αυτό που σκέφτεσαι ως καλό ή ως κακό, είναι κακό. Αυτό που δε σκέφτεσαι είναι το καλό».
Γ. Μεταφυσική Προσώπου
Οι (7) βασικές αρχές του Μπούσι-ντο (σημ. Δρόμος του Πολεμιστή) πατάνε στο υπόβαθρο της περιεκτικής έννοιας της Τιμής: ορθότητα, θάρρος, καλοσύνη, σεβασμός, εντιμότητα, τιμή, αφοσίωση. Αυτήν υπηρετούν κι όσο αυτή υπηρετείται ο άνθρωπος βρίσκεται σε αρμονία με τον Δρόμο. «Ο Σαμουράι που δε νιώθει μειωμένος όταν χάσει την τιμή του, είναι ένα κτήνος ντυμένο Σαμουράι».
Πώς τιμάται όμως το σώμα, το πνεύμα, το αξίωμα του πολεμιστή-υπηρέτη, ο Άρχοντας, ο κάθε συνάνθρωπος; Θα λέγαμε, με την αποδοχή και την άσκηση στους διηνεκείς «θανάτους» και καθηλώσεις που θα τον δοκιμάσουν.
Ο θάνατος είναι μία εργασία από μόνος του, και είναι επίσης μία από τις πιο θεμελιακές μνημονεύσεις της φιλοσοφίας του Μπούσι-ντο. Δεν εργάζεσαι άμεσα τον θάνατο και βέβαια δεν είναι τόσο ρηχό με το να στοχάζεσαι απλά και μόνο την τελευτή σου (είναι και αυτό). Το τέλος του δρόμου της εργασίας του ξεπεράσματος του θανάτου στη «μεταφυσική» (μιας και πιστεύει στην αιωνιότητα και τον σκοπό που έχει αντίκτυπο σε αυτή) του Χαγκάκουρε, σε φέρνει στην αντίληψη και κατάσταση των φωτισμένων, που πλέον «γνωρίζουν ότι ο θάνατος είναι το ελαφρότερο πράγμα», όσο «οι μη φωτισμένοι-δειλοί […]κάνουν τα θέματα της γεννήσεως και του θανάτου θεωρίες και σχόλια».
Τί βρίσκεις μέσα στον θάνατο – στον κόπο, στην εγκράτεια, στην αφάνεια κοινωνικά κι αποστροφή από τα εκάστοτε προβαλλόμενα ως προβλήματα; Βρίσκεις πλούτο και «ποιότητα αισθημάτων» σε μία «αίσθηση τελειότητας κι ελευθερίας στην διαρκή βίωσή του (του θανάτου)». «Η αίσθηση πως είσαι εσαεί νεκρός» αφορά στην απάθεια, εντέλει, που αναζητάς ώστε να ξεπεράσεις τα δεδομένα της επιτιθέμενης – πάντα και πάντοθεν – φθοράς. Κατά κάποιο τρόπο πρέπει να πάρεις αγκαλιά το μηδέν, τη μηδαμινότητα, τον θάνατο. Ειδικά ως πολεμιστής, αυτό θα συμβάλει στη στερέωση του θάρρους σου, το οποίο θα αναδείξει ίσως, με τον θάνατο – ως τελευταία πράξη ζωής – την όλη σου διαγωγή κι αγάπη, που τίμησες κρατώντας και δίνοντάς τη για τα υπέρ-εαυτόν πράγματα, για τους άλλους. Άρα, «ο θάνατος πάνω σε μάχη είναι καλός γιατί συνάδει με τη ζωή του Δρόμου». Και «έχε μνήμη θανάτου», σκεπτόμενος «πως πεθαίνεις απ’ όλων των ειδών τους θανάτους […]να πεθαίνεις με το μυαλό σου κάθε μέρα και να μην το αμελείς […]φέρσου, θεωρώντας νεκρό τον εαυτό σου».
Πριν πεθάνεις κυριολεκτικά κι ολοκληρωτικά, τί άλλο θα βρεις στην άσκηση της αυτοδιαγραφής και θυσιαστικότητας; Το βασικό για μία ζωή αυτογνωσίας, που είναι η ειλικρίνεια. «Μόνο ο θάνατος είναι απόλυτα ειλικρινής. Αν γίνεις σαν νεκρός, τότε βρίσκεσαι σε αρμονία με τον δρόμο κι ακόμα κι αν δεν προσεύχεσαι, οι θεοί σε προστατεύουν».
Οι «θεοί», αναφέρει χαρακτηριστικά – ενώνοντας το απαραίτητο της αυτογνωσίας της προσωπικής αστοχίας αφενός και της μη παραίτησης από του αγώνος αφετέρου – «απεχθάνονται την αμαρτία, αλλά ένας θεός που θα γύριζε την πλάτη του επειδή έχεις αμαρτήσει, είναι ανάξιος να λέγεται θεός». Το βρίσκω εξαιρετικό αυτό το τελευταίο όντας και τελείως χριστιανικό, επίσης (εξαιρώντας τον παράδοξο χαρακτηρισμό «ανάξιος θεός»). Χριστιανικό, από την άποψη (της παραβολής του Ασώτου) πως ο Θεός (οι «θεοί» στο Χαγκάκουρε) αγαπάει πατερικά (ερωτικά λένε οι θεολόγοι) κι όχι λογικά, με την έννοια της ανθρωπο-κοινωνικής αξιολόγησης και ηθικής. Σαν να λέει πως δεν υπάρχει κάποια αστοχία που να μην μπορεί να «αντέξει» ο Θεός, αλλά όλα εξαρτώνται από το γεγονός της διατήρησης της οικείας σχέσης.
«Αισθάνομαι ευγνώμων για την περίοδο της ζωής μου κατά την οποία αποφάσισα να ζήσω σαν να ήμουν ήδη νεκρός κι εκτός κόσμου».
Ο Σαμουράι, που αφηγείται το Χαγκάκουρε, έχει απαλλαχθεί πλέον από τα καθήκοντά του και είναι Μοναχός Βουδιστής. «Ο Δρόμος του Πολεμιστή με βοήθησε να πορευθώ στον Δρόμο του Βουδισμού», λέει, και παντρεύει τους δυο τους ενώνοντας τα όπλα τους και αλληλοσυμπληρώνοντας τους σκοπούς τους, που είναι ένας κι οφείλει να στολιστεί με αρετή και φωτισμό: «Ο μοναχός εκδηλώνει συμπόνια και συγκεντρώνει θάρρος εντός του, στον Δρόμο του Βουδισμού. Ο πολεμιστής εκδηλώνει θάρρος και συγκεντρώνει συμπόνια στην καρδιά του μέχρι να πρηστεί η κοιλιά του. Ο μοναχός οφείλει να επιδιώκει το θάρρος σαν πολεμιστής και ο πολεμιστής την συμπόνια σαν μοναχός».
Είναι στοιχείο υγείας ζωής, η κατάληξη της τελευταίας να προεργάζεται ήδη από τα νεανικά χρόνια, χωρίς απαραίτητα να είναι εξαιρετικά διορατικός κάποιος. Απλά, λέει (ένας 60άρης πλέον) πως «από μικρός θεωρούσε την προσήλωσή του στο Δρόμο ως ένα θεϊκό προμήνυμα» και να, που τα τελευταία χρόνια του δρόμου της ζωής τον έχουν φέρει στο μοναχισμό και στην ειδική υπηρεσία αυτού του θεϊκού μηνύματος, την υπηρεσία της «ποιότητας» των αισθημάτων, εκ των οποίων «βαθύτερα» δε βρίσκεις από αυτά «της τιμής κι ευγνωμοσύνης».
Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα είναι του Kazuaki Tanahashi, Miracles of Each Moment (2011).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου