Στέφανος Λεμονίδης
Στις 8 Σεπτεμβρίου 1922 ο ελληνικός στρατός εγκατέλειψε την Σμύρνη, όταν οι Τούρκοι μπήκαν στη πόλη και άρχισαν τα πογκρόμ, τις ληστείες και τις δολοφονίες, στις οποίες πήραν μέρος και οι ντόπιοι Μουσουλμάνοι. Στις 13 Σεπτεμβρίου ξεκίνησε η πυρκαγιά, με τους Τούρκους στρατιώτες να περιχύνουν βενζίνη και πετρέλαιο στα σπίτια και τους δρόμους. Στην προσπάθεια να σωθούν από την πύρινη λαίλαπα, οι περισσότεροι Έλληνες και Αρμένιοι στιβάχτηκαν στην προκυμαία. Οι Τούρκοι στρατιώτες φρουρούσαν την παραλία, αφήνοντας τον κόσμο χωρίς νερό και τροφή. Πολλοί από αυτούς πέθαναν από την πείνα και την δίψα, άλλοι αυτοκτόνησαν, πέφτοντας στη θάλασσα.
Προδομένοι από τους ξένους αλλά και από τους Έλληνες, όσοι τελικά σώθηκαν, το κατάφεραν ύστερα από την ανθρωπιστική παρέμβαση του Αμερικανού Άσα Τζένιγκς που μεσολάβησε και ύστερα από δύο ημέρες δόθηκε η δυνατότητα σε χιλιάδες πρόσφυγες να βρουν καταφύγιο στα «Πλοία της Συμπόνιας» και να καταλήξουν στην Ελλάδα. Νωρίτερα ένας άγνωστος Ιάπωνας πλοίαρχος διέταξε το πλήρωμα, άδειασαν στην θάλασσα το φορτίο τους για να μαζέψουν όσον το δυνατόν περισσότερες κυνηγημένες ψυχές.
Από τις προκυμαίες έφευγαν οι βάρκες γεμάτες με Έλληνες και Αρμένιους πρόσφυγες, κατευθύνονταν προς τα ξένα πλοία, που παρέμεναν για να υπερασπιστούν και να δεχτούν τους συμπατριώτες τους, αλλά δεν είχαν διαταγές να δεχτούν τους ντόπιους, τονίζοντας την ουδετερότητα τους.
Ο 44χρονος Αμερικανός Άσα Τζένινγκς (1877-1933), καμπούρης με 1.60 μπόι, μεθοδιστής πάστορας, ήταν σύμφωνα με τις περιγραφές ένα συνεσταλμένο και μάλλον αντιπαθητικό άτομο. Φορούσε χοντρά γυαλιά μυωπίας και είχε μεγάλο στόμα. Όταν χαμογελούσε έμοιαζε με βάτραχο. Αφοσιωμένος μεθοδιστής ιερωμένος από την Νέα Υόρκη, είχε πάει στη Σμύρνη με τη γυναίκα και τους δυο γιούς του για να αναλάβει καθήκοντα τοπικού γραμματέα. Ήταν στην υπηρεσία του μόλις δύο εβδομάδες, όταν βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα.
Ο Άσα Τζέννινγκς πήγε στο τουρκικό στρατόπεδο για να συναντήσει τον Κεμάλ. Οι Τούρκοι έδωσαν στον πάστορα επτά ημέρες για να φυγαδεύσει από την πόλη τον κόσμο, εκτός τους άνδρες 17-45 ετών, τους οποίους τους περίμεναν τα στρατόπεδα εργασίας προκειμένου να εργασθούν για να επανορθώσουν τις ζημιές που έγιναν από την ελληνική εκστρατεία.
Ο εγγονός του Ρότζερ έγραψε «Αφού έγινε η συμφωνία με τον Κεμάλ ο Aσα ζήτησε και έλαβε μια βάρκα με πηδαλιούχο από το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ. Πρώτα, πήγε στο γαλλικό εμπορικό πλοίο Pierre Loti. Το πλοίο είχε άφθονο χώρο για να οδηγήσει τους πρόσφυγες σε ένα κοντινό ελληνικό νησί. Ο γάλλος καπετάνιος δεν ήθελε να εμπλακεί, και απέπλευσε με ένα άδειο πλοίο, ενώ χιλιάδες ικέτευαν να διασωθούν. Μακρύτερα στο λιμάνι ήταν ένα ιταλικό πλοίο, η “Κωνσταντινούπολις”. Ο Ιταλός καπετάνιος του πλοίου συμφώνησε να επιβιβάσει 2000 άτομα, έναντι χρηματικού ποσού. O Aσα πλήρωσε το τίμημα- δωροδοκία και επιβιβάστηκαν τα 2000 άτομα. Οι Ιταλοί όμως είπαν ότι οι Έλληνες μπορεί να μην αφήσουν τους πρόσφυγες να αποβιβαστούν και ο Άσα απάντησε ότι θα πήγαινε μαζί τους στο ταξίδι προς το λιμάνι της Μυτιλήνης και θα αναλάμβανε την ευθύνη για την αποβίβαση.
Όταν το πλοίο έφθασε στην Μυτιλήνη ο Τζέννινγκς είδε με έκπληξη Έλληνες στρατιώτες παντού και τα πλοία αγκυροβολημένα. Πήγε λοιπόν στο ελληνικό αρχηγείο του Στρατού. Και ζήτησε από τον Έλληνα στρατηγό Φράγκου τα πλοία για την απομάκρυνση των προσφύγων από τη Σμύρνη. Οι Τούρκοι είχαν εγγυηθεί την ασφαλή διέλευση, καθώς και το Ναυτικό των ΗΠΑ είχε υποσχεθεί προστασία των ελληνικών εμπορικών πλοίων. Ο Στρατηγός επανειλημμένα αρνήθηκε να θέσει στην διάθεση του τα πλοία και ο Aσα ήταν πολύ απογοητευμένος με τον στρατηγό Φράγκου, ο οποίος ήταν απρόθυμος να σώσει 300.000 συμπατριώτες του. Ωστόσο, Τζέννινγκς δεν γνώριζε ότι ο στρατηγός ήταν μέρος μιας ομάδας Ελλήνων αξιωματικών που σχεδίαζαν πραξικόπημα εναντίον της ελληνικής κυβέρνησης. Οι αξιωματούχοι χρειάζονταν τα πλοία και τους στρατιώτες για να κερδίσουν την εξουσία και αυτό ήταν πιο σημαντικό από τις ζωές τόσων ανθρώπων.
Τότε ο Aσα, είδε το θωρηκτό “Κιλκίς” να μπαίνει στο λιμάνι και ο καπετάνιος του, Θεοφανίδης, ήταν πρόθυμος να βοηθήσει. Στάλθηκαν λοιπόν μια σειρά από μηνύματα στον Έλληνα Πρωθυπουργό, τα οποία ο καπετάνιος Θεοφανίδης τα μετάφραζε κωδικοποιημένα για λόγους ασφαλείας .
Στην αρχή η απάντηση ήταν "ο πρωθυπουργός κοιμόταν". Ο Aσα απαίτησε να τον ξυπνήσουν και να συγκαλέσει υπουργικό συμβούλιο. Ο Πρωθυπουργός απάντησε ότι δεν θα μπορούσαν τα πλοία να πάνε στη Σμύρνη, φοβόντουσαν ότι οι Τούρκοι θα τα βομβάρδιζαν και θα εισέβαλαν στα ελληνικά νησιά.
Ο Aσα έστειλε τελεσίγραφο. “Αν τα πλοία δεν διατίθεντο για τη διάσωση των Ελλήνων και άλλων στη Σμύρνη, το επόμενο μήνυμα του δεν θα ήταν σε κώδικα. Το μήνυμα θα σταλεί ανοιχτά έτσι ώστε ο κόσμος θα γνωρίζει ότι η ελληνική κυβέρνηση επέτρεψε τους Τούρκους να σκοτώσουν 300.000 Έλληνες πολίτες. Ο εκβιασμός λειτούργησε. Όλα τα πλοία στην περιοχή τέθηκαν υπό έλεγχο του Άσα, καθιστώντας τον προσωπικά υπεύθυνο για κάθε πλοίο που θα χανόταν. Οι καπετάνιοι των εμπορικών πλοίων ενημερώθηκαν ότι η ελληνική κυβέρνηση είχε επιτάξει τα πλοία τους για τη Σμύρνη. Οι καπετάνιοι φοβόντουσαν να μπούνε σε ένα τουρκικό λιμάνι. Κάποιοι είπαν ότι τα πλοία τους είχαν μηχανικά προβλήματα και δεν θα είναι σε θέση να κάνουν το ταξίδι. Ο καπετάνιος Θεοφανίδης τους ενημέρωσε ότι θα αντιμετωπίσουν στρατοδικείο εάν τα πλοία τους δεν ήταν έτοιμοι να φύγουν τα μεσάνυχτα.
Έτσι όλα τα πλοία στο Αιγαίο ήταν στη διάθεση του Τζέννινγκς για την απομάκρυνση των προσφύγων της Σμύρνης. Του παραχώρησαν 26 πλοία, με τα οποία κατάφερε να βγάλει πάνω από 300.000 άτομα (οι Τούρκοι έδωσαν παράταση μέχρι 11 ημέρες). Ταυτόχρονα έφτασαν εκκλήσεις για βοήθεια και από άλλα λιμάνια, και η ελληνική κυβέρνηση αύξησε τον αριθμό των πλοίων σε 55. Όταν η απομάκρυνση των προσφύγων από την Σμύρνη ολοκληρώθηκε, οι Τούρκοι αξιωματούχοι επέτρέψαν τον Aσα να πάει τα πλοία σε όλα τα λιμάνια, από την Μαύρη Θάλασσα ως τη Συρία
Ο 44χρονος Αμερικανός Άσα Τζένινγκς (1877-1933) αρχικά κάνοντας δυο δρομολόγια, φυγάδεψε 58.000 άτομα. Τα πλοία του αμερικανικού και αγγλικού στόλου άρχισαν επίσης να μεταφέρουν κόσμο, και προς τα τέλη του Οκτώβρη εγκατέλειψαν την Τουρκία 200.000 άτομα.
Μέχρι το Δεκέμβριο 500.000 άνθρωποι είχαν σωθεί. Ο Πατριάρχης της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας ανέφερε ότι 1.250.000 άνθρωποι απομακρύνθηκαν με ασφάλεια.
Η ελληνική κυβέρνηση αναγνωρίζοντας ότι Άσα Τζέννινγκς απέκτησε το σεβασμό, τη φιλία και την εμπιστοσύνη του Μουσταφά Κεμάλ και της τουρκικής κυβέρνησης τον διόρισε ως διπλωμάτη που εκπροσωπεί την Ελλάδα για τον επαναπατρισμό των αιχμαλώτων πολέμου στη Συνθήκη της Λωζάννης.
Για την υπηρεσία του στην Ελλάδα, στον Asa Jennings Κ. απονεμήθηκε το υψηλότερο στρατιωτικό παράσημο στην Ελλάδα, το Μετάλλιο Στρατιωτικής Αξίας. Ήταν η πρώτη φορά στην ελληνική ιστορία που ένα άτομο έλαβε τις υψηλότερες στρατιωτικές και μη στρατιωτικές διακρίσεις ταυτόχρονα.
Ο Άσα Τζένινγκς πέθανε το 1933. Ο Δήμος Βόλου τίμησε την προσφορά του Άσα Τζέννινγκς τον Φεβρουάριο του 2016 με αποκάλυψη μαρμάρινης στήλης μπροστά από το Δημαρχείο. Για την τελετή είχε έρθει στον Βόλο ο εγγονός του Εϊσα Τζένινγκς.
Aντίθετα με τον Τζέννινγκς ο ναύαρχος Μπρίστολ, λογόκρινε τις ανταποκρίσεις των Αμερικανών δημοσιογράφων, οι οποίοι αρχικά έγραφαν ότι όλα βαίνουν καλώς στη Σμύρνη, αλλά μετά τη φωτιά και τον αφανισμό χιλιάδων Ελλήνων και Αρμενίων τον παρέκαμψαν και έστελναν αληθινές ανταποκρίσεις για το δράμα των προσφύγων. Ο Μπρίστολ έλεγε: "Μισώ τους Έλληνες, μισώ τους Αρμένιους, μισώ τους Εβραίους. Οι Τούρκοι είναι καλοί φίλοι".
Σωτήρας των προσφύγων ήταν και η Αμερικανίδα γιατρός Έστερ Λάβτζοϋ, που είχε πάει εθελοντικά στη Σμύρνη με σκοπό να βοηθήσει στη διανομή ανθρωπιστικής βοήθειας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου