Θεωρούμε πως η γλώσσα μπορεί και πρέπει να φανερώνει την αλήθεια· πως οι λέξεις, όταν δεν αλλοιώνεται σκοπίμως η ουσία τους, είναι δυνατόν να αποσαφηνίσουν, να προσδιορίσουν και, αν θέλετε, να επιστρέψουν το χαμένο τους νόημα σε κακοποιημένες ή πλήρως στρεβλωμένες έννοιες.
Ας πάρουμε για παράδειγμα την λέξη φανατικός, η οποία είναι μια μεταγραφή στα ελληνικά της λατινικής λέξεως fanaticus. H λέξη αυτή, στην αρχαία Ρώμη, προσδιόριζε τον θρησκόληπτο, τον θεόληπτο, και εν γένει τον άνθρωπο που, στο όνομα της θρησκευτικής του ιδεολογίας ενδέχεται να εμφανίσει βίαιες συμπεριφορές έναντι οιασδήποτε διαφορετικής απόψεως, να συμπεριφερθεί εν ολίγοις ως μανιακός και παράφρων. Ως εκ τούτου, μπορεί να ειπωθεί πως το επίθετο fanaticus αναφερόταν σε ανθρώπους μισαλλόδοξους, εχθρούς του ελεύθερου λόγου, ενδεχομένως και της λογικής.
Το fanaticus, με τη σειρά του, προέρχεται από το λατινικό fanum, το οποίο δηλώνει το ιερό, το ναό, στο οποίο ανήκει ο fanaticus. Από ό,τι εύκολα γίνεται αντιληπτό, για να υπάρξουν φανατικοί, απαιτείται η ύπαρξη του «ναού», είτε αυτός διαθέτει υλική υπόσταση είτε ολοκληρώνεται μόνον ως ιδεολογία στο νου των φανατικών. Είναι επίσης γενικώς παραδεκτό πως ο φανατικός ισχυρίζεται ότι κατέχει την «απόλυτη αλήθεια», για την οποία, όταν ο φανατισμός που τον διατρέχει αγγίζει το ύψιστο, μπορεί, ενδεχομένως, όχι απλώς να ασκήσει βία, άλλα και να σκοτώσει ή να σκοτωθεί.
Είναι εύκολο, λοιπόν, να κατανοήσουμε πως ο φανατισμός και η αλήθεια είναι έννοιες που απέχουν τουλάχιστον όσο η Γη από τη Σελήνη. Κατ’ αρχάς, η αλήθεια των ανθρώπινων όντων δεν μπορεί να είναι «απόλυτη». Ακόμα κι αν κάποιος αντιλαμβανόταν την «απόλυτη» αλήθεια, είμαστε βέβαιοι πως θα την κρατούσε για τον εαυτό του, απλώς επειδή θα του ήταν αδύνατον να την εκφράσει και να την μεταδώσει στους άλλους. Η απολυτότητα γίνεται, εν δυνάμει, προθάλαμος κάθε εξουσίας. Η αναζήτηση της αλήθειας προϋποθέτει, πρώτα από όλα, πνεύμα ευρύ, δηλαδή ανοιχτό και ταυτόχρονα κριτικό σε ερεθίσματα, ποτέ απόλυτο. Αντιθέτως, για τον φανατικό «αλήθεια» είναι ΜΟΝΟΝ ό,τι εξυπηρετεί το fanum όπου ανήκει, δηλαδή το «ναό», την ιδεολογία του.
Ας δούμε τώρα τι είναι η ιδεολογία, ασχέτως αν χαρακτηρίζει θρησκευτικές ή πολιτικές οργανώσεις. Η ιδεολογία δηλώνει ένα κλειστό σύστημα ιδεών, σφιχτά δεμένο, στο οποίο η εισροή ή εκροή ιδεών είναι απλώς ανεπίτρεπτη. Όπως ήδη αναφέρθη, η αναζήτηση της αλήθειας, στοιχείο εκ των ων ουκ άνευ για οιονδήποτε αυθεντικά απελευθερωτικό αγώνα, προϋποθέτει πνεύμα ευρύ, έλλειψη παρωπίδων, νου ελεύθερο να προσλαμβάνει νέες ιδέες, αλλά και να απορρίπτει παλαιότερες στη βάση μιας βαθύτερης κατανόησης. Έναν νου που αποδέχεται αυτό που πραγματικά κατανοεί και δεν παίρνει τόσο σοβαρά ούτε τον εαυτό του και κυρίως ούτε την φαντασία του.
Οπότε, όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, το να χρησιμοποιεί ένας φανατικός τις λέξεις αλήθεια και ελευθερία μετατρέπεται –έστω εν αγνοία του– σε ύβρι και συκοφαντία και συν τω χρόνω ευνοεί την σκόπιμη απονοηματοδότησή τους. Επίσης, προκύπτει πως η ιδεολογία, αυτό το αυστηρά κλειστό σύστημα ιδεών, χαρακτηρίζει τόσο μια οργανωμένη θρησκεία, όσο και μια πολιτική οργάνωση. Ως εκ τούτου, φανατικός στις μέρες μας είναι ο αυστηρά και απόλυτα ιδεολόγος, ασχέτως με το πώς ο ίδιος και οι όμοιοί του αυτοπροσδιορίζονται. Θεωρούμε πως ο καθένας οφείλει πρωτίστως να κρίνεται για τα πεπραγμένα του και όχι για τις αυταπάτες που ενδεχομένως έχει για τον εαυτό του.
Όποιος διαφωνεί μαζί του στοχοποιείται
Ας σταθούμε λοιπόν στις πράξεις. Ένας «χριστιανιστής» ή «μουσουλμανιστής», για παράδειγμα, που καίει ένα βιβλίο, γιατί υποτίθεται πως είναι «σατανικό», δεν το κάνει επί της ουσίας για αυτόν το λόγο. Το καίει απλώς, γιατί είναι έξω από την ιδεολογία του ή, απλούστερα, γιατί δεν συμφωνεί με αυτό. Του είναι αρκετό. Όπως ήδη αναφέραμε, ο φανατικός δεν ανέχεται την διαφορετικότητα, ακόμη και αν η ιδεολογία του βαυκαλίζεται μια δήθεν «ανεκτικότητα» στο διαφορετικό. Το ίδιο ασφαλώς μπορεί να ειπωθεί για έναν ιδεολόγο κομμουνιστή, αναρχιστή, φασίστα ή δημοκράτη. Ασφαλώς, δεν θα ανεχθούν καμμία διαφορετική άποψη, που στέκεται κριτικά έναντι της ιδεολογίας τους. Τελικά αποδεικνύεται πως δεν είναι ζήτημα καν μιας συγκεκριμένης ιδεολογίας. Είναι μια βαθιά στρέβλωση που προέρχεται από τον πυρήνα του υπερτροφικού «εγώ» των ανθρώπων.
Βεβαίως, το παράδοξο και ελαφρώς τραγελαφικό είναι πως, σε αντίθεση με τον φασισμό, η δημοκρατία και ο κομμουνισμός «ευαγγελίζονται», σε κάποιον βαθμό, πως η ιδεολογία τους σέβεται την ελεύθερη έκφραση, την ελευθερία του λόγου, την ανοχή στο διαφορετικό. Ασφαλώς και πρόκειται για ανοησίες. Η Ιστορία βρίθει παραδειγμάτων για το ακριβώς αντίθετο. Εν ολίγοις, ο φανατικός που «ενδύεται» την ιδεολογία του φασισμού είναι ειλικρινέστερος μες στην ανειλικρίνεια και τον φανατισμό του, από τον φανατικό δημοκράτη ή κομμουνιστή. Όπως ήδη ειπώθηκε, η ιδεολογία οδηγεί αργά, αλλά μεθοδευμένα στον φανατισμό.
Τα τελευταία βέβαια χρόνια, έχει κάνει την εμφάνιση του και ένας νέος τύπος φανατικού, ο οποίος, σώνει και καλά, επιθυμεί να αυτοπροσδιορίζεται ως «αναρχικός» ή, ευρύτερα, «αντιεξουσιαστής». Ο εν λόγω φανατικός σπάζει και καίει βιβλιοπωλεία ή εν γένει χώρους «εχθρικούς» προς της ιδεολογία του, ασκεί σωματική βία σε όποιον διαφωνεί με όσα πράττει ή υποστηρίζει ο ίδιος, στοχοποιεί, απειλεί, λασπολογεί. Είναι αναμενόμενο να πράττει όλα τα παραπάνω; Ασφαλώς. Είναι φανατικός, είναι ένας απόλυτος ιδεολόγος. Οι αυταπάτες του περί «αναρχίας» και «απελευθέρωσης» απλώς δημιουργούν ένα επιπρόσθετο μειδίαμα στην έκφραση απέχθειας που προκαλούν τα όσα κάνει.
Τί διαφορά έχει λοιπόν αυτός ο φανατικός από τους προαναφερθέντες; Μα φυσικά καμία. Στο όνομα της ιδεολογίας του, διακατεχόμενος από τον φανατισμό του, θα πράξει, ευκαιρίας δοθείσας, τα «απαραίτητα», για να υπερασπιστεί την «απόλυτη αλήθεια» του. Πολλές φορές, θα κάψει, θα σπάσει, θα δείρει, απλώς και μόνον για να «κοινωνήσει» των «μυστηρίων» του δικού του fanum, να βιώσει επίπλαστα το αίσθημα του ανήκειν, να αποδείξει με πράξεις την τυφλή αφοσίωση και πίστη στην ιδεολογία του. Όπως καταλαβαίνετε, κάπου εδώ τα πράγματα αποκτούν περίεργα μεταφυσικές διαστάσεις.
Ο βρώμικος ρόλος του Κράτους και η χρησιμότητα του φανατικού
Ας έρθουμε τώρα στο εν λόγω γεγονός, στο σπάσιμο δηλαδή του βιβλιοπωλείου Κομμούνα, στα Εξάρχεια, ενώ μάλιστα βρισκόταν εν λειτουργία· οπότε, σε μια τέτοια περίπτωση, ουδείς μπορεί να εξασφαλίσει την σωματική ακεραιότητα των παρευρισκομένων. Μια τέτοια πράξη δεν μπορεί να είναι παρά έργο μισαλλόδοξων, φανατικών, ανθρώπων που το μίσος και η ιδεολογία δεν τους επιτρέπει να διακρίνουν τίποτα πέρα από τον φανατισμό τους. Ασφαλώς, μας αφήνει αδιάφορο το τί πιστεύουν αυτοί για τον εαυτό τους, πώς επιλέγουν να αυτοχαρακτηρίζονται. Εμείς, βεβαίως, τους προσφέρουμε απλόχερα το δικαίωμα αυτό.
Δεν χωρά συζήτηση πως θα υποστηρίζαμε ακριβώς την ίδια άποψη, ασχέτως με το τι είδους βιβλία ή ευρύτερα έντυπο υλικό διακινούνταν στο βιβλιοπωλείο. Δεν έχει σημασία αν αυτοί που δραστηριοποιούνται σε ένα βιβλιοπωλείο θεωρούν εαυτούς αναρχικούς, κομμουνιστές, φασίστες, χριστιανούς ή ο,τιδήποτε. Οι ιδέες πρέπει να αντιμετωπίζονται με ιδέες, ο λόγος με λόγο. Μόνο η βία σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να αντιμετωπισθεί με βία, αν και πάλι καλό είναι να το σκεφτείς, εφ’ όσον μπορείς: εδώ οι αυτοματισμοί συχνά είναι επικίνδυνοι. Το «αυτόματον», δηλαδή η μηχανή, εύκολα γίνεται διαχειρίσιμη απ’ όποιον γνωρίζει καλά τη λειτουργία της. Κι αυτό δεν είναι μόνον αναρχικό ιδεώδες, αλλά ιδεώδες όλων όσων αταλάντευτα και αδιαπραγμάτευτα αναζητούν την ελευθερία, με τον δικό τους τρόπο.
Εν ολίγοις, αν διαφωνείς με κάποιον σε προφορικό επίπεδο, επιχειρηματολογείς προφορικά, για να αντιμετωπίσεις τα λεγόμενά του. Αν διαφωνείς με ένα γραπτό ή με ένα ολόκληρο βιβλίο, τότε αναπτύσσεις και εσύ γραπτώς μια επιχειρηματολογία, τη δημοσιεύεις και σας κρίνουν οι όποιοι ενδιαφερόμενοι αναγνώστες. Δεν του καις το βιβλίο, δεν σπας ή καις το βιβλιοπωλείο του. Δεν το απαγορεύεις αν έχεις, βέβαια, τα ηνία της εξουσίας.
Οι εν λόγω πρακτικές δεν είναι βεβαίως κάτι καινούριο. Εδώ και αρκετά χρόνια, ιδιαιτέρως στην περιοχή των Εξαρχείων, σπάζονται και καίγονται βιβλιοπωλεία, με πρόφαση ότι φιλοξενούν στα ράφια τους (και) βιβλία ακροδεξιού περιεχομένου. Αναρωτιόμαστε, λοιπόν, και ρωτούμε καλόπιστα όσους είτε πράττουν με τέτοιους τρόπους είτε τους χειροκροτούν∙ αλήθεια, δεν πιστεύετε στη δύναμη των απόψεών σας; Σας τρομάζουν άραγε τόσο πολύ οι απόψεις των αντιπάλων σας, για αυτό προσπαθείτε να τις καταστρέψετε; Αν ναι, τότε φυσικά και αντιλαμβανόμαστε πως η φτώχεια ή η άκρα πενία απόψεων, επιχειρημάτων και κυρίως ενσυναίσθησης σάς οπλίζει το χέρι, υποβιβάζοντάς σας στην κατηγορία του φανατικού. Αεί σας οικτίρουμε.
Η επίθεση στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία
Θα θέλαμε όμως να σταθούμε λίγο περισσότερο στο συγκεκριμένο συμβάν, στην επίθεση δηλαδή στο βιβλιοπωλείο Κομμούνα λίγες μέρες μετά την συμφωνία Κοτζιά-Ντιμιτρώφ. Η ανάληψη ευθύνης, μέσα στην ιδεολογική της σύγχυση, αναφέρει, εν ολίγοις, πως η επίθεση έγινε διότι το Άρδην και ο Γ. Καραμπελιάς είναι πατριώτες και εθνικιστές, λόγω της στάσης τους σχετικά με τα συλλαλητήρια για το λεγόμενο μακεδονικό ζήτημα. Μέχρι πρότινος, η «επιχειρηματολογία» που αναπτύσσονταν στο γνωστό κινηματικό μέσο, δικαιολογούσε τις επιθέσεις ενάντια σε όσους χαρακτηρίζονταν «φασίστες». Ωστόσο, από το πρώτο χρονικά συλλαλητήριο, αυτό της Θεσσαλονίκης, ως «άξιοι» τσακίσματος, λιντσαρίσματος και άλλων αισχρών, αναφέρονται και οι «εθνικιστές», αλλά και οι «πατριώτες»!! Τυχαίο; Σε καμιά περίπτωση.
Αλήθεια, ποιον εξυπηρετεί μια τέτοια επίθεση, όταν συμβαίνει λίγες μέρες μετά την άθλια και απαράδεκτη κατ’ αρχήν προφορική συμφωνία των κρατιστών, ένθεν και ένθεν, για την ονομασία της Βαρδαρίας, αλλά και λίγες μέρες πριν από προγραμματισμένα συλλαλητήρια για το εν λόγω ζήτημα στη Βόρειο Ελλάδα; Έχει, ειλικρινά, σημασία το αν είσαι –ή όχι– πράγματι παρακρατικός, όταν καταφανώς λειτουργείς ως τέτοιος;
Αυτό που δεν γίνεται αντιληπτό είναι πως τα ήδη συμφωνηθέντα των μαριονετών κρατιστών της περιοχής μας (ας μην μας ξεγελούν οι δήθεν παλινωδίες για την καταμέτρηση και απορρόφηση των αντιδράσεων), εάν τελικώς επισφραγιστούν ως συμφωνία, θα αποτελέσουν την πηγή μεγάλων αναταραχών στη νότια βαλκανική και φυσικά στη Μακεδονία τις επόμενες πολύ λίγες δεκαετίες. Δεν γίνεται αντιληπτό πως θα αποτελέσουν τη βάση για την κατακόρυφη αύξηση του εθνικισμού (ο οποίος πλέον θα δικαιολογείται), τον οποίον οι φανατικοί απεγνωσμένα ισχυρίζονται πως πολεμούν. Ενός «αυτόματου» εθνικισμού ο οποίος θα χρησιμοποιηθεί κι αυτός έντεχνα για τις «τελικές διευθετήσεις» στο όνομα της «ειρήνης» βεβαίως. Η Μακεδονία προορίζεται να γίνει οικόπεδο κυριολεκτικά των διεθνών εξουσιαστών και όσοι απομένουν να αισθάνονται δεμένοι με τη γη των πατέρων τους (αυτό σημαίνει πατρίδα) θα εξωθούνται στο να σηκωθούν και να φύγουν γιατί θα θεωρούνται εμπόδιο στην ακόμη μεγαλύτερη λεηλασία από τους «επενδυτές»· όπως έχουν ήδη φύγει εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι στα πλαίσια μιας απόλυτα κατασκευασμένης «κρίσης». Μόνον οι «Μακεδόνες» των διεθνών εξουσιαστών θα έχουν θέση (ανεξαρτήτως αν είναι Έλληνες ή Σκοπιανοί ή Πακιστανοί, ή ποιος ξέρει τι άλλο), γιατί θα είναι κατασκευασμένοι από τους ίδιους και συνεπώς απόλυτα πειθήνιοί τους. Θα είναι οι «Μακεδόνες» της αρεσκείας τους. Ίσως χρειάζεται λεπτομερέστερη ανάλυση για όλα αυτά, οπότε και επιφυλασσόμαστε. Όμως, μπροστά σε μια τέτοια προοπτική το να συζητάμε για «εθνικισμό» ή «διεθνισμό» (παρ’ ότι έχουμε καταθέσει την άποψή μας και γι’ αυτά) απλώς αποπροσανατολίζει τη συζήτηση. Εν τέλει, διερωτόμαστε, γιατί να επιθυμεί ένας άνθρωπος που θέλει να αγωνίζεται για την ελευθερία, να καταλήξουμε εκεί;
Θα κάνουμε μια τελευταία παρένθεση απευθυνόμενοι με κάθε ειλικρίνεια προς τους εν λόγω φανατικούς. Η δράση σας τυγχάνει να γίνεται ανεκτή από το κράτος, επειδή ο λόγος σας περί «αντιφασισμού» και «αντιεθνικισμού», τουλάχιστον στην εποχή που διανύουμε (αυτό στο μέλλον μπορεί να αλλάξει), συμπλέει με τις πολιτικές αλλά και πολιτιστικές επιδιώξεις των διεθνών κέντρων εξουσίας. Τα κέντρα αυτά δεν έχουν κερδίσει ακόμη τον πόλεμο προς την απόλυτη κυριαρχία και για τον σκοπό τους κινητοποιούν έντεχνα κοινωνικά κομμάτια μέσω των προπαγανδιστικών μέσων που ελέγχουν, ώστε να φαίνεται πως οι επιδιώξεις τους είναι επιθυμητές «από τα κάτω». Και έρχονται μετά αυτοί σαν «ήρωες» για να δώσουν την «λύση» που «επιθυμεί η κοινωνία». Δεν έχει σημασία ποιος είσαι ή ποιος νομίζεις ότι είσαι, όταν οι απόψεις σου είναι ετερόφωτες και η «αδρεναλίνη» σε οδηγεί να τις καταναλώνεις αμάσητες. Αναζητήστε, σκεφθείτε και αναγνωρίστε από μόνοι σας πώς η διοχέτευση της συγκεκριμένης οπτικής περί δήθεν «αντιφασισμού» θα μας οδηγήσει στον πραγματικό ολοκληρωτισμό, ακριβώς επειδή έχει δουλευτεί στα εργαστήρια των πραγματικών φασιστών τους οποίους αρνείστε να δείτε, μόνο και μόνο επειδή το οπτικό σας πεδίο εμποδίζεται από τους φουσκωτούς νταήδες της Χρυσής Αυγής.
Κάποτε ο εξουσιαστικός αυτός πόλεμος θα τελειώσει. Τι θα γίνει εάν η συγκεκριμένη τάση της εξουσίας τελικώς ηττηθεί από τους αντιπάλους της; Ή, για να το αντιστρέψουμε, τι θα συμβεί εάν τελικώς νικήσει; Πιστεύετε πως θα συνεχίσει να σας «ανέχεται»;
Πέρας της παρενθέσεως.
Είναι σημαντικό να επαναλάβουμε πως είναι μόνον έργο φανατικών το να δέρνουν ή να κάνουν ακόμη χειρότερα σε άλλους ανθρώπους, απλώς γιατί έχουν διαφορετικές απόψεις, ακόμη, αν θέλετε, και αντίθετες ιδεολογίες. Οι φανατικοί, ο λόγος και οι πρακτικές τους δεν έχουν καμμία θέση στους κοινωνικούς αγώνες. Ήταν και είναι στυλοβάτες του Κράτους και χρήσιμα δεκανίκια κάθε εξουσίας ανά τις χιλιετίες.
Αναρχική συλλογικότητα Πυργῖται
ΥΓ.: Αναρωτιόμαστε επίσης αν οι κατά τα άλλα λαλίστατοι κινηματικοί εκδότες/βιβλιοπώλες έχουν να πουν δυο λόγια για το συμβάν. Μέχρι τώρα σιγή ιχθύος. Γιατί άραγε; Η απάντηση προφανής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου