Σάββατο 25 Μαρτίου 2017

Τα ελληνικά τακτικά στρατεύματα υπό τον Φαβιέρο


Τον Φεβρουάριο του 1825 ο Ιμπραήμ πασάς της Αιγύπτου αποβίβασε ανενόχλητος τις δυνάμεις του στην Πελοπόννησο. Τα τακτικά του στρατεύματα, εκπαιδευμένα με βάση το τακτικό δόγμα του Γαλλικού Στρατού, επικράτησαν χωρίς δυσκολία των διχασμένων Ελλήνων. Στο Μανιάκι οι λίγοι ήρωες του Παπαφλέσσα σφαγιάστηκαν χωρίς πρακτικό αντίκρισμα.
Η κυβέρνηση του Γ. Κουντουριώτη, θορυβημένη από την ακατάσχετη προέλαση του Ιμπραήμ, αποφάσισε την ενίσχυση του τακτικού στρατού, του μόνου ικανού να αντιμετωπίσει, επί ίσοις όροις, τις δυνάμεις του Αιγύπτιου δυνάστη. Για τον σκοπό αυτό ψηφίστηκε, στις 10 Μαΐου 1825, ο υπ’ αριθμόν 14 “Περί Απογραφικής Στρατολογίας” νόμος.
Με συγκεκριμένο νομοθέτημα καθοριζόταν το όριο ηλικίας των στρατευσίμων καθώς και ο τρόπος στρατολόγησής τους. Ανά 100 κατοίκους θα κληρωνόταν να υπηρετήσει στον στρατό ένας στρατεύσιμος. Η διάρκεια της θητείας οριζόταν σε τρία έτη.
“Αρχηγός των Τακτικών Στρατευμάτων της Ελλάδος” τοποθετήθηκε, με απόφαση της κυβέρνησης, ο Γάλλος συνταγματάρχης Κάρολος Φαβιέρος (Charles Fabvier). O Φαβιέρος ήταν επίσης βετεράνος των Ναπολεόντειων Πολέμων, ένας εξαιρετικά έμπειρος, γενναίος και ακριβοδίκαιος αξιωματικός. Την 30η Ιουλίου 1825 ο Φαβιέρος ανέλαβε επίσημα τη διοίκηση του τακτικού από τον Π. Ρόδιο. Από την ημέρα αυτή άρχισε η χρυσή περίοδος του τακτικού.
Ο Φαβιέρος ανέπτυξε αμέσως μεγάλη δραστηριότητα, τόσο στο επίπεδο της οργάνωσης του στρατού, όσο και στον τομέα εμπέδωσης της πειθαρχίας. Στρατολόγοι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί περιόδευσαν τις ελεύθερες περιοχές συγκεντρώνοντας άνδρες. Τότε συγκροτήθηκε, υπό τον Γάλλο επίλαρχο Ρενιώλ και τμήμα τακτικού ιππικού. Επίσης συγκροτήθηκαν μικρή επιτελική υπηρεσία και στρατιωτική μουσική, ενώ ανασυγκροτήθηκε και ο λόχος πυροβολιστών.


Η πρώτη στρατιωτική επιχείρηση του νέου τακτικού ήταν αποτυχημένη (απόπειρα ανακατάληψης της Τρίπολης) λόγω της παρασπονδίας των άτακτων σωμάτων. Παρά τις δυσκολίες όμως, μέρα με τη μέρα, το τακτικό ισχυροποιείτο. Στο ζενίθ της ακμής του αποτελείτο από τέσσερα τάγματα γραμμής, τρείς ίλες ιππικού, μία πυροβολαρχία και στρατιωτική μουσική. Τα τρία τάγματα ήταν ιδιαίτερα ενισχυμένης σύνθεσης, αποτελούμενα από οκτώ λόχους το καθένα (έξι κεντρικούς, έναν επιλέκτων, έναν ακροβολιστών).
Το Δ’ Τάγμα διέθετε τέσσερις λόχους. Το ιππικό διέθετε μία ίλη λογχοφόρων, μία ίλη καραμπινιέρων και μία ίλη πεζομάχων -ελλείψει ίππων- ιππέων. Κάθε ίλη αριθμούσε περί τους 80 άνδρες. Οργανώθηκε επίσης και το πρώτο τακτικό ελαφρύ ελληνικό σώμα των “Σταυροφόρων”. Το σώμα αυτό, δυνάμεως 200-250 ανδρών, ονομάστηκε έτσι από τον μικρό μαύρο υφασμάτινο σταυρό που οι άνδρες του είχαν ραμμένο στις παραδοσιακές φορεσιές τους. Το σώμα διέθετε δική του πολεμική σημαία.
Σύντομα, χάρις στο σοβαρό έργο του Φαβιέρου η επαναστατημένη Ελλάδα βρέθηκε να διαθέτει τακτικό στρατό 4.000 ανδρών, αποτελούμενο από τμήματα όλων των όπλων. Αν εχρησιμοποιείτο σωστά ο στρατός αυτός θα μπορούσε να προσφέρει εξαιρετικές υπηρεσίες στην πατρίδα. Και πάλι όμως η αδιαφορία και οι εμφύλιες διαμάχες δεν επέτρεψαν στους κρατούντες να τον αξιοποιήσουν ως όφειλαν.

Τον Φεβρουάριο του 1826 ο Φαβιέρος, επικεφαλής του Α’ Τάγματος Πεζικού, του ιππικού, του πυροβολικού, 120 σταυροφόρων και 300 άτακτων, εξεστράτευσε στην Εύβοια με αντικειμενικό σκοπό την απελευθέρωση της Καρύστου. Μπροστά στην μανιασμένη αντίδραση των πολυαριθμότερων Τούρκων και στην ελλειπή υποστήριξή της από τον ελληνικό στόλο, η επιχείρηση απέτυχε, παρά τον αδιαμφισβήτητο ηρωισμό που επέδειξαν οι τακτικοί ιδιαίτερα στρατιώτες.
Η επιστροφή του αποσπάσματος στην Αθήνα συνέπεσε με την άφιξη από το Λονδίνο, των πρώτων “επισήμων” ελληνικών στολών. Ως τότε τα τακτικά σώματα ήταν ενδεδυμένα με οτιδήποτε διαθέσιμο, από στολές ίδιες με του γαλλικού ελαφρού πεζικού ως και πολιτικά ενδύματα ή και φουστανέλες. Οι νέες στολές ήταν εντυπωσιακές. Τα χιτώνια ήταν γαλάζια.
Τα παντελόνια ήταν γκρίζα, ίδια με αυτά του Βρετανικού Στρατού. Οι χιαστί εξαρτύσεις ήταν από βαμμένο λεύκο δέρμα και υποστήριζαν τη μαύρη δερμάτινη φυσιγγιοθήκη και την επίσης μαύρη θήκη της ξιφολόγχης. Στο κεφάλι φερόταν μαύρο δερμάτινο κράνος, με μαύρο χαμηλό λοφίο (ασπρόμαυρο για τους αξιωματικούς).
Πέρα από την εμφάνιση όμως βελτιώθηκε πολύ και το επίπεδο εκπαίδευσης των Ελλήνων στρατιωτών. Το γεγονός αυτό πιστοποιήθηκε σε πολλές περιπτώσεις. Σε μία από αυτές το νεοσύστατο ελληνικό τακτικό ιππικό, υπό τον Πορτογάλο Αλμέιδα, διέλυσε κοντά στην Τρίπολη ένα τακτικό αιγυπτιακό τάγμα.
Η ταχύτητα επέλασης των Ελλήνων ιππέων, δεν επέτρεψε στο εχθρικό τάγμα να σχηματίσει τετράγωνο. Οι Αιγύπτιοι πανικοβλήθηκαν, έχασαν τη συνοχή τους, δέχτηκαν την ελληνική έφοδο όντας σε αταξία και διαλύθηκαν. Περισσότεροι από 400 Αιγύπτιοι σκοτώθηκαν, έναντι ελαχίστων Ελλήνων.
Η επομένη σύγκρουση όπου κυριολεκτικά έλαμψε και δοξάστηκε το τακτικό σημειώθηκε στο Χαϊδάρι. Ακολουθώντας τον Γεώργιο Καραϊσκάκη, ο Φαβιέρος οδήγησε δύο τάγματα γραμμής, μια πυροβολαρχία με τέσσερα ελαφρά πυροβόλα, την πεζομάχο ίλη (μετονομάσθη σε “αποστολικό λόχο”) έναν λόχο 80 φιλελλήνων και τη μουσική προς την Αθήνα, με σκοπό την άρση της πολιορκίας της Ακρόπολης.
Τα ελληνικά άτακτα και τακτικά τμήματα στρατοπέδευσαν στο Χαϊδάρι. Τη δεύτερη μέρα από την άφιξή τους, τα άτακτα σώματα δέχτηκαν έφοδο του τουρκικού ιππικού. Οι Τούρκοι πίεσαν με το ιππικό τους, ασφυκτικά και τις δύο πτέρυγες της ελληνικής παράταξης. Τότε όμως επενέβη το τακτικό.
Το ένα τάγμα, σχηματίζοντας βαθιά φάλαγγα, ανά διλοχία, επιτέθηκε με ταχύ βήμα, με προτεταμένες τις ξιφολόγχες, κατά των αντιπάλων ιππέων. Οι Τούρκοι σάστισαν και δεχόμενοι τις ελληνικές ομοβροντίες τράπηκαν σε φυγή, αφήνοντας πίσω τους πλήθος νεκρών, μεταξύ των οποίων και τον υποδιοικητή του αποσπάσματος και τη σημαία τους.
Στη δεξιά ελληνική πτέρυγα η κατάσταση εξελισσόταν καλύτερα για τους Τούρκους. Οι 80 φιλέλληνες πολεμούσαν γενναία, αλλά έπρεπε να ενισχυθούν. Αντιλαμβανόμενος τη δεινή θέση των φιλελλήνων, ο Φαβιέρος διέταξε δύο λόχους του Β’ Τάγματος να τους ενισχύσουν. Πραγματικά οι δύο λόχοι εξόρμησαν με ορμή και σε λίγο διασκόρπισαν τα έφιππα τουρκικά στίφη.
Αποδεικνύοντας στην πράξη το υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης και την εξαιρετική του πειθαρχία υπό το πυρ του εχθρού, το τακτικό κέρδισε τα εύσημα και αυτών ακόμα των άτακτων. Ο ίδιος ο Καραϊσκάκης εντυπωσιάστηκε από την αποτελεσματικότητα του τακτικού, ακόμα και σε αναπεπταμένο πεδίο, απέναντι στο περίφημο τουρκικό ιππικό.
Την επομένη η ελληνική παράταξη δέχτηκε εκ νέου συνδυασμένη επίθεση της στρατιάς του Κιουταχή. Το τουρκικό πυροβολικό ανέσκαπτε τις ελληνικές θέσεις. Το πεζικό τους, υποστηριζόμενο και από ιππικό, ξεχύθηκε κατά των Ελλήνων.
Η κατάσταση ήταν κρίσιμη και ήδη το ηθικό των άτακτων ελληνικών σωμάτων έδειχνε σημεία κλονισμού, λόγω κυρίως της δράσης του εχθρικού πυροβολικού, απέναντι στο οποίο ελάχιστα μπορούσαν να αντιπαραβάλλουν. Και πάλι όμως επενέβη το τακτικό.
Τα δύο τάγματα γραμμής, με τους πεζομάχους ιππείς και τους φιλέλληνες μπροστά τους σε διάταξη ακροβολισμού, επιτέθηκαν σε σχηματισμό φάλαγγας κατά των θέσεων των εχθρικών πυροβολαρχιών!!! Οι Τούρκοι πυροβολητές έβαλλαν με μανία κατά των Ελλήνων.
Όταν όμως είδαν το “δάσος” των λογχών να τους πλησιάζει ατρόμητο, αγνοώντας τις απώλειες, δεν άντεξαν. Εγκατέλειψαν τα πυροβόλα και τράπηκαν σε φυγή μαζί με το ιππικό που τους υποστήριζε!
Μετά την αρχική επιτυχία ο Φαβιέρος, με την υποστήριξη και των τεσσάρων ελαφρών πυροβόλων, ανέλαβε γενική επίθεση και έτρεψε τους Τούρκους σε άτακτη φυγή. Αν τότε το τακτικό ενισχυόταν από τα άτακτα τμήματα είναι πολύ πιθανό ο στρατός του Κιουταχή να είχε υποστεί συντριπτική ήττα.
Το μεγαλύτερο κατόρθωμα του τακτικού όμως, θεωρείται η διάσπαση του τουρκικού αποκλεισμού της Ακρόπολης και ο ανεφοδιασμός της φρουράς. Φορτωμένοι με τρόφιμα και πυρομαχικά, ο Φαβιέρος και 500 εθελοντές στρατιώτες του διέσχισαν τις τουρκικές γραμμές και ενίσχυσαν τους πολιορκημένους (30 Νοεμβρίου 1826).
Τον Σεπτέμβριο του 1827 το τακτικό εξεστράτευσε στη Χίο. Και πάλι όμως, αν και συνέτριψε τους Τούρκους και τους υποχρέωσε να κλειστούν στο φρούριο του νησιού, δεν υποστηρίχτηκε από τον στόλο, ο οποίος δεν κατόρθωσε καν να αποκλείσει το νησί. Έτσι οι Τούρκοι ανεφοδιάζονταν ανενόχλητοι από τις απέναντι μικρασιατικές ακτές.
Μοιραία λοιπόν η εκστρατεία απέτυχε. Ύστερα από αυτό το τακτικό αφέθηκε και πάλι στην τύχη του. Ως την έλευση του Καποδίστρια (12 Ιανουαρίου 1828) όλη η χώρα βρισκόταν σε κατάσταση σύγχυσης και αποδιοργάνωσης, με τον Κιουταχή να καταστρέφει τη Ρούμελη και τον Ιμπραήμ να λεηλατεί τον Μοριά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παγίδα

  Δεν είναι και λίγες οι φορές που όταν γράφουμε κάτι, δεν αντιπροσωπεύει ακριβώς τις σκέψεις μας αλλά περισσότερο μας ενδιαφέρει να βρει θε...