Γεώργιος Καψάνης (Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγ. Ὄρους)
Ὑπάρχουν μερικὲς δυσκολίες στὰ σημερινά μας παιδιὰ νὰ πλησιάσουν τὸ μυστήριο τῆς Μετανοίας. Οἱ σημερινοὶ νέοι δυσκολεύονται νὰ πλησιάσουν γενικὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς κληρικοὺς γιατί καλλιεργεῖται μία προκατάληψη κατὰ τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία σήμερα χλευάζεται, συκοφαντεῖται, διαβάλλεται, ἐξευτελίζεται στὰ μάτια τοῦ κόσμου καὶ τῆς νεολαίας καὶ ὅποιοι νέοι θὰ ἐκδηλώσουν τὴν πίστη τους, θὰ γίνουν ἀντικείμενο εἰρωνείας.
Ἔπειτα ἡ σημερινὴ ἀγωγὴ -ψυχολογία, φιλοσοφία, πολιτικὴ- καλλιεργοῦν ἕνα ἀνθρωποκεντρικὸ χαρακτήρα στοὺς ἀνθρώπους ποὺ δημιουργεῖ τὴν ψευδαίσθηση τῆς αὐτοσωτηρίας. Καλλιεργοῦν τὴν αὐτάρκεια, τὴ φιλαυτία, τὸν ἐγωκεντρισμό. Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἀντίθετα στὸ πνεῦμα τῆς μετανοίας καὶ τῆς ἐξομολογήσεως. Τονίζεται μάλιστα ἀπὸ ὁρισμένα συστήματα, ὅπως εἶναι ὁ ὑπαρξισμός, ὅτι ἡ ἁμαρτωλότητα ἔγκειται στὶς ἁμαρτωλὲς καταστάσεις καὶ ὄχι στὰ πρόσωπα καὶ ἔτσι μεταθέτουν τὸ θέμα τῆς προσωπικῆς εὐθύνης ἀπὸ τὰ πρόσωπα στὶς καταστάσεις. Ὁπότε ὁ ἄνθρωπος τείνει νὰ θεωρεῖ τὸν ἑαυτὸ του ἀνεύθυνο γιὰ ὅ,τι κακὸ γίνεται.
Κατὰ τὴ φροϋδικὴ πάλι θεώρηση, ἁμαρτία εἶναι ὄχι ἡ ἐκπλήρωση τῶν κακῶν ἐπιθυμιῶν τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ ἡ μὴ ἐκπλήρωσή τους. Ἡ ἁμαρτία ἀκόμη ἐμφανίζεται σήμερα ὡς δικαίωμα τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὡς ἀπελευθέρωσή του, ὅπως στὸ θέμα τῶν ἀμβλώσεων. Οἱ ἀμβλώσεις εἶναι ἡ πιὸ φρικτὴ ἁμαρτία καὶ ὅμως βλέπουμε τὶς φεμινίστριες νὰ διαδηλώνουν στοὺς δρόμους καὶ αὐτὸ ποὺ εἶναι ἔγκλημα νὰ τὸ ἀπαιτοῦν ὡς ἀπελευθέρωσή τους: «Τὸ σῶμα μας, μᾶς ἀνήκει, φωνάζουν, δὲν θέλουμε χριστιανικὸ σῶμα». Σκεφθεῖτε λοιπὸν τί διαστροφὴ τῶν πραγμάτων ἔχει γίνει, ὅταν τὸ ἔγκλημα θεωρεῖται ὡς ἀπελευθέρωση τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ εἶναι ἡ χειρότερη ὑποδούλωσή του.
Πῶς τώρα τὰ παιδιὰ ποὺ ἀπὸ τὶς τηλεοράσεις, τὰ ραδιόφωνα, τὰ βίντεο κλπ. ποτίζονται ἀπ’ αὐτὸ τὸ ἀρρωστημένο, ἐγωκεντρικὸ καὶ φίλαυτο πνεῦμα, θὰ μπορέσουν νὰ μποῦν στὸ πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας ποὺ εἶναι τελείως ἀντίθετο;
Καλλιεργεῖται ἐπίσης ἡ ψυχολογία τῆς μάζας εἰς βάρος τοῦ προσώπου καὶ τῆς προσωπικῆς εὐθύνης. Ἡ ὑπερβολικὴ χρήση τῆς λέξεως μάζα καὶ τῶν παραγώγων της (π.χ. μαζικὸς ἀθλητισμός, μαζικοὶ ἀγῶνες κ.λπ.) γιὰ νὰ ὁρισθεῖ ἕνα σύνολο ἀνθρώπων, ὑποδηλώνει προσπάθεια ν’ ἀπορροφηθεῖ τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο ἀπὸ τὴ μάζα. Ὁ μαζοποιημένος ἄνθρωπος δὲν σκέπτεται, ἀποφασίζει, ἐνεργεῖ προσωπικὰ καὶ γι’ αὐτὸ δὲν αἰσθάνεται ὅτι εὐθύνεται προσωπικά. Ἄλλοι τὸν κατευθύνουν.
Ἔπειτα τὸ γενικότερο κλίμα καὶ ἡ προβολὴ τῆς διαφθορᾶς ἀμβλύνει τὴν ἠθικὴ συνείδηση. Ὅταν τὰ παιδιὰ βλέπουν ἀπὸ μικρὰ αὐτὰ ποὺ βλέπουν, ἡ συνείδησή τους ἀμβλύνεται. Παύουν νὰ θεωροῦν τὸ κακὸ ὡς κακὸ ἢ ὅσο εἶναι κακό. Γι’ αὐτὸ μὲ πόνο διαπιστώνουμε ὅτι ἔχει αὐξηθεῖ ἡ ἐγκληματικότητα καὶ ἰδίως τὰ ἐγκλήματα κατὰ τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων. Φοβερὰ ἐγκλήματα δημοσιεύονται καθημερινὰ στὶς ἐφημερίδες. Καὶ μετὰ τὴν νομιμοποίηση τῶν ἀμβλώσεων θὰ αὐξηθοῦν περισσότερο τὰ ἐγκλήματα. Τὸ ἴδιο τὸ κράτος δείχνει τώρα περιφρόνηση στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, (τοῦ ὑπὸ κατασκευή), ἀλλὰ πάντως ἀνθρώπου. Καὶ οἱ νέοι ποὺ σήμερα δέχονται αὐτὴ τὴν ἀγωγὴ καὶ κατεύθυνση ἀπὸ τὴν πολιτεία καὶ μὲ τὶς ἐκτρώσεις ἐγκληματοῦν, γιατί νὰ μὴ ἐγκληματήσουν ἀργότερα ἐναντίον καὶ ἑνὸς ἄλλου ἀνθρώπου, ὅταν ἡ φιλαυτία τους τὸ ἀπαιτεῖ;
Μία ἄλλη δυσκολία νὰ πλησιάσουν οἱ νέοι τὴν Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἀδυναμία τῶν ἐνοριῶν, τῶν μεγάλων κυρίως ἐνοριῶν, ποὺ ἀριθμοῦν σήμερα πολλὲς χιλιάδες ἐνοριτῶν, νὰ φανερώσουν τὴν εὐχαριστιακὴ καὶ ἐκκλησιολογικὴ συγκρότηση τῆς ἐνορίας. Δηλαδὴ κάποιος νὰ πάει στὴν ἐνορία του, νὰ αἰσθανθεῖ τὴν εὐχαριστιακὴ σύναξή της καὶ νὰ πεῖ ὅτι, «ἐδῶ εἶναι ἡ οἰκογένειά μου, ἡ οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ· ἐδῶ εἶναι τὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ καὶ Πατέρα μου. Ἐδῶ εἴμαστε ὅλοι μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, εἴμαστε ἡ ἐν Χριστῷ ἀδελφότητα καὶ κοινωνία. Ἐδῶ ὁ ἱερέας εἶναι ὁ πνευματικός μου πατέρας καὶ ἐγὼ γιὰ νὰ μπορῶ νὰ συμμετέχω σ’ αὐτὴ τὴν εὐχαριστιακὴ σύναξη τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, δὲν πρέπει νὰ χωρίζομαι μὲ τὴν ἁμαρτία οὔτε ἀπὸ τὸ Θεὸ οὔτε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Καὶ ἔχω τὴν εὐχέρεια, ὅταν ἁμαρτήσω, νὰ πάω στὸν ἱερέα, στὸν πατέρα καὶ Πνευματικό μου νὰ τοῦ πῶ τὴν ἁμαρτία μου. Αὐτὸς νὰ μὲ συγχωρέσει καὶ ἐγὼ νὰ μπορῶ νὰ συμμετέχω στὴν ἐν Χριστῷ σύναξη τῆς ἀδελφότητας καὶ οἰκογένειάς μας ποὺ εἶναι ἡ ἐνορία μου καὶ νὰ μετέχω τῶν Ἄχραντων Μυστηρίων».
Ἡ λειτουργία τῆς Ἐκκλησίας, ὡς εὐχαριστιακῆς συνάξεως τοῦ λαοῦ καὶ πραγματοποιήσεως τῆς κοινωνίας τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ ἦταν κάτι τὸ αὐτονόητο γιὰ τὴν ἀρχαία Ἐκκλησία. Γι’ αὐτὸ ὑπῆρχε ἡ δημοσία ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτησάντων ἐνώπιον τοῦ Ἐπισκόπου, ὁ ὁποῖος καὶ ἔδιδε τὴν παρὰ Θεοῦ ἄφεση ὡς προϊστάμενος τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας. Μετὰ τὴν δημοσία ἐξομολόγηση καὶ ἄφεση, μποροῦσαν οἱ μετανοοῦντες ν’ ἀποκατασταθοῦν στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ κοινωνήσουν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.
Ὁ ἐκκλησιολογικὸς καὶ εὐχαριστιακὸς ἐπαναπροσανατολισμὸς τῆς ἐνορίας θὰ βοηθήσει τὰ νιάτα νὰ γυρίσουν στὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ συνδεθοῦν μὲ τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως.
Ποῦ θὰ μπορούσαμε νὰ βασισθοῦμε, ποιὰ σημεῖα ἐπαφῆς νὰ βροῦμε γιὰ νὰ βοηθήσουμε τοὺς νέους νὰ προσεγγίσουν τὸ μυστήριο τῆς Μετανοίας; Νομίζω στὴν ἐπίκληση τῶν ὀδυνηρῶν ὑπαρξιακῶν προβλημάτων τῶν νέων. Οἱ νέοι σήμερα ἀπὸ μικρὴ ἡλικία δὲν ζοῦν παραδοσιακὴ ζωή, ἐκτὸς ἐξαιρέσεων· ζοῦν τὴν ἐκκοσμίκευση καὶ ἔχουν προχωρημένες ἐμπειρίες στὸ κακό. Οἱ περισσότερες εἶναι ἐμπειρίες ἀπογοητεύσεως. Μετὰ ἀπὸ πολλὲς ἀναζητήσεις, δοκιμὲς καὶ ἀπογοητεύσεις ἔχουν μιὰ πίκρα μέσα τους. Ἐκείνη τὴν ὥρα λοιπὸν ποὺ ἀρχίζουν νὰ βιώνουν αὐτὴ τὴν πίκρα, μπορεῖ νὰ τοὺς συναντήσει ὁ θεολόγος ἢ ὁ ἱερέας ἢ ὁ πιστὸς χριστιανὸς καὶ νὰ τοὺς πεῖ: «Κοίταξε, ἀδελφέ, ὅλα αὐτὰ ποὺ δοκίμασες εἶναι μιὰ ἀπελπισία, μιὰ ἀποτυχία, ὅμως ὑπάρχει κάτι ποὺ δὲν τὸ δοκίμασες καὶ αὐτὸ μπορεῖ νὰ σοῦ δώσει τὴν ὄντως, τὴν ἀληθινή, χαρά».
Ἔχουμε πολλὰ παραδείγματα νέων ἀνθρώπων ποὺ ἀπογοητευμένοι ἀπ’ ὅλα, στρέφονται πρὸς τὸ Χριστὸ ὡς τὴν τελευταία καὶ μοναδικὴ λύση τοῦ ἀδιεξόδου τους. Πολλοὶ νέοι ποὺ ἔχουν καταφύγει στὰ ναρκωτικὰ καὶ εἶναι ἀπὸ καλὲς οἰκογένειες, μοῦ εἶπαν: «Πάτερ, δὲν πήραμε ναρκωτικὰ γιατί εἴμαστε ἀλῆτες, ἀλλὰ γιατί εἴμαστε ἀπὸ ὅλα ἀπογοητευμένοι καὶ ζητᾶμε κάποια διέξοδο». Τοὺς πλανᾶ ὁ διάβολος καὶ νομίζουν ὅτι στὰ ναρκωτικὰ θὰ βροῦν αὐτὸ τὸ βαθὺ ποὺ λαχταρᾶ ἡ ἀνθρώπινη ψυχή.
Κάτι ἄλλο ποὺ μπορεῖ ἐκ πείρας νὰ καταλάβει ὁ νέος εἶναι ὅτι κάθε ἁμαρτία κατὰ βάθος εἶναι φιλαυτία, δηλαδὴ ἀρρωστημένη, ἐγωιστικὴ ἀγάπη τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ ὅτι ἡ φιλαυτία μᾶς ὁδηγεῖ στὴ μοναξιὰ καὶ τὸ ἀδιέξοδο. Δὲν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴ φιλαυτία νὰ ἀποκαταστήσει πραγματικὴ κοινωνία μὲ τὸ Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπό του, καὶ τελικὰ ζεῖ σὲ μία ἀφόρητη μοναξιά. Καὶ αὐτὴ ἡ μοναξιὰ εἶναι κόλαση πρὶν ἀπὸ τὴν κόλαση. Τὴν ἔλλειψη κάθε μεταξύ τους κοινωνίας βιώνουν οἱ κολασμένοι, κατὰ τὴν ἀπάντηση ποὺ ἔδωσε τὸ κρανίο ἑνὸς ἱερέως τῶν εἰδώλων. Ὅταν δηλαδὴ ρωτήθηκε ἀπὸ τὸν Μέγα Μακάριο, πῶς περνοῦν στὸν ἅδη, ἐκεῖνο ἀπήντησε ὅτι δὲν μπορεῖ ὁ ἕνας νὰ δεῖ τὸν ἄλλον. Ἐνῶ ἐμεῖς μέσα στὴν Ἐκκλησία μποροῦμε νὰ δοῦμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.
Ὁ ἄνθρωπος ὡς κατ’ εἰκόνα Θεοῦ πλασμένος εἶναι ὂν θεολογικό. Καμία αὐτονομία δὲν μπορεῖ νὰ τοῦ δώσει αὐτὸ ποὺ τὸν ὁλοκληρώνει, τὸν ἑρμηνεύει, τὸν ἀναπαύει βαθειὰ μέσα στὴ ψυχή του, παρὰ μόνο ἐὰν ἐπιστρέψει στὸ πρωτότυπο τῆς εἰκόνας του ποὺ εἶναι ὁ Χριστός.
Ὁ ἄνθρωπος στὴν Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ πραγματοποιήσει ἀληθινὰ τὸ πρόσωπό του σὲ κοινωνία μὲ τὸ Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ φθάσει τὴν ὕψιστη δυνατότητα τῆς ὑπάρξεώς του, τὴ θέωση. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ δίνει τὴ δυνατότητα τοῦ ἀληθινοῦ ἀνθρωπισμοῦ.
Ὁ Θεὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία ἀγαποῦν τὸν ἄνθρωπο ὅπως εἶναι, ὅταν πολλὲς φορὲς ἀκόμη καὶ οἱ γονεῖς του τὸν ἀπορρίπτουν. Ἡ Ἐκκλησία δέχεται τὸν ἄνθρωπο ὅσο ἁμαρτωλὸς καὶ ἂν εἶναι καὶ ὅπως εἶναι, γιὰ νὰ τοῦ δώσει ὅμως τὴ δυνατότητα νὰ γίνει, ὅπως θέλει ὁ Θεός. Καὶ πόσο τὸν βοηθᾶ αὐτὴ ἡ ἀποδοχή! Εἶναι γνωστὴ ἡ φιλανθρωπία τῶν ἁγίων Πατέρων καὶ Γερόντων τῆς ἐρήμου. Μέχρι σήμερα βλέπουμε στοὺς διακριτικοὺς Πατέρας τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ποὺ στὸν ἑαυτὸ τους εἶναι αὐστηροί, νὰ δείχνουν ἄκρα φιλανθρωπία καὶ κατανόηση στὸν πεσόντα ἄνθρωπο, καὶ στὴν ἀρρωστημένη καὶ φθαρμένη ἀνθρώπινη φύση. Ἀλλὰ καὶ τὸ θάρρος καὶ τὴ βοήθεια ποὺ δίνουν στὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ τὸν πάρουν ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ εἶναι, ἀπὸ τὴν κόλασή του μέσα, καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσουν μὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ διάκριση στὸν Θεό.
Στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχει ἡ δυνατότητα τῆς μυστικῆς ἐμπειρίας τοῦ Θεοῦ. Δὲν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος ν’ ἀναπαυθεῖ μόνο μὲ μιὰ ἐξωτερικὴ σχέση μὲ τὸ Θεό. Εἶναι πλασμένος νὰ εἶναι ἐρωτευμένος μὲ τὸ Θεό. Ὁ θεῖος ἔρως, λέγουν οἱ Πατέρες, εἶναι ἀνάγκη τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Λοιπὸν ἡ ἐρωτικὴ σχέση μὲ τὸ Θεὸ εἶναι ἐκείνη ποὺ τελικὰ ἀναπαύει τὸν ἄνθρωπο. Καὶ αὐτὴ ἡ ἐρωτικὴ σχέση καὶ μυστικὴ ζωὴ καὶ ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ τροφοδοτεῖται ἀπὸ τὴν μυστηριακὴ ζωή, τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ ὅλη τὴν ἀσκητικὴ πρακτική τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τὴν ὁποία ἡ Φιλοκαλία καὶ οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς παραδίδουν.
Οὐράνιες ἐμπειρίες προσφέρει ἡ χάρη τοῦ Χριστοῦ στοὺς ὀρθοδόξους χριστιανοὺς ποὺ καλῶς ἀγωνίζονται. Ἔτσι δὲν χρειάζεται νὰ ἀναζητοῦμε ἀλλοῦ λυτρωτικὲς ἐμπειρίες καὶ νὰ ματαιοπονοῦμε.
Αὐτὲς εἶναι μερικὲς δυνατότητες, σημεῖα ἐπαφῆς, ποὺ ἔχουμε νὰ μιλήσουμε στὸ βάθος τῆς ψυχῆς τῶν παιδιῶν μας, στὸν πυρήνα τῆς ὑπάρξεώς τους, τῆς ἀγωνίας τους καὶ τῆς ἀναζητήσεώς τους, πάντοτε μὲ μία θετικὴ στάση ἀγάπης καὶ στοργῆς ἀπέναντί τους. Βέβαια γιὰ ὅλα αὐτὰ χρειαζόμαστε φωτισμένους δασκάλους καὶ χαρισματούχους Πνευματικούς. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ ζητοῦμε ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ μᾶς τοὺς δίνει. Αὐτοὶ εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου