Τον Φεβρουάριο του 1825 ο Ιμπραήμ πασάς της Αιγύπτου αποβίβασε ανενόχλητος τις δυνάμεις του στην Πελοπόννησο. Τα τακτικά του στρατεύματα, εκπαιδευμένα με βάση το τακτικό δόγμα του Γαλλικού Στρατού, επικράτησαν χωρίς δυσκολία των διχασμένων Ελλήνων. Στο Μανιάκι οι λίγοι ήρωες του Παπαφλέσσα σφαγιάστηκαν χωρίς πρακτικό αντίκρισμα.
Η κυβέρνηση του Γ. Κουντουριώτη, θορυβημένη από την ακατάσχετη προέλαση του Ιμπραήμ, αποφάσισε την ενίσχυση του τακτικού στρατού, του μόνου ικανού να αντιμετωπίσει, επί ίσοις όροις, τις δυνάμεις του Αιγύπτιου δυνάστη. Για τον σκοπό αυτό ψηφίστηκε, στις 10 Μαΐου 1825, ο υπ’ αριθμόν 14 “Περί Απογραφικής Στρατολογίας” νόμος.
Με συγκεκριμένο νομοθέτημα καθοριζόταν το όριο ηλικίας των στρατευσίμων καθώς και ο τρόπος στρατολόγησής τους. Ανά 100 κατοίκους θα κληρωνόταν να υπηρετήσει στον στρατό ένας στρατεύσιμος. Η διάρκεια της θητείας οριζόταν σε τρία έτη.
“Αρχηγός των Τακτικών Στρατευμάτων της Ελλάδος” τοποθετήθηκε, με απόφαση της κυβέρνησης, ο Γάλλος συνταγματάρχης Κάρολος Φαβιέρος (Charles Fabvier). O Φαβιέρος ήταν επίσης βετεράνος των Ναπολεόντειων Πολέμων, ένας εξαιρετικά έμπειρος, γενναίος και ακριβοδίκαιος αξιωματικός. Την 30η Ιουλίου 1825 ο Φαβιέρος ανέλαβε επίσημα τη διοίκηση του τακτικού από τον Π. Ρόδιο. Από την ημέρα αυτή άρχισε η χρυσή περίοδος του τακτικού.
Ο Φαβιέρος ανέπτυξε αμέσως μεγάλη δραστηριότητα, τόσο στο επίπεδο της οργάνωσης του στρατού, όσο και στον τομέα εμπέδωσης της πειθαρχίας. Στρατολόγοι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί περιόδευσαν τις ελεύθερες περιοχές συγκεντρώνοντας άνδρες. Τότε συγκροτήθηκε, υπό τον Γάλλο επίλαρχο Ρενιώλ και τμήμα τακτικού ιππικού. Επίσης συγκροτήθηκαν μικρή επιτελική υπηρεσία και στρατιωτική μουσική, ενώ ανασυγκροτήθηκε και ο λόχος πυροβολιστών.