Παῦλος Εὐδοκίμωφ
Τὸ ὡραῖο εἶναι ἡ λαμπρότης τοῦ ἀληθινοῦ, ἔλεγε ὁ Πλάτων: βεβαίωση ποὺ τὸ δαιμόνιο τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας συμπλήρωσε ἀφοῦ ἐπινόησε ἕνα μοναδικὸ ὅρο, τὴν καλοκαγαθία, ποὺ κάνει τὸ καλὸ καὶ τὸ ὡραῖο, τὶς δύο πλαγιὲς μιᾶς μοναδικῆς κορυφῆς. Στὸν τελευταῖο βαθμὸ τῆς συνθέσεως, αὐτὸν τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τὸ ἀληθινὸ καὶ τὸ καλὸ προσφέρονται στὴ θεωρία, ἡ ζωντανὴ συμβίωσή τους σημειώνει τὴν ὁλοκληρία τοῦ ὄντος καὶ ἐκπέμπει τὴν ὡραιότητα.
Τὸ πουλὶ ἐπάνω στὸν κλάδο, ὁ κρίνος στοὺς ἀγρούς, τὸ ἐλάφι στὸ δάσος, τὸ ψάρι στὴ θάλασσα, τὰ ἀναρίθμητα πλήθη εὐθύμων ἀνθρώπων διακηρύττουν μὲ ἀγαλλίαση: ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη! Ἀλλὰ πιὸ κάτω, καὶ σὰν νὰ φέρονται ὅλες αὐτὲς οἱ φωνές, ἀκούγεται ἀπὸ βαθειὰ ἡ φωνὴ αὐτῶν ποὺ προσφέρουν θυσία: ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη!
Οἱ θυσιασμένοι, οἱ μάρτυρες, αὐτοὶ οἱ τραυματισμένοι φίλοι τοῦ Νυμφίου, οἱ ὁποῖοι δίνονται σὰν θαύμασμα στοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἀνθρώπους, παριστοῦν τὶς βασικὲς συμφωνίες τῆς ἀπείρου ὠδῆς τῆς σωτηρίας. Τοὺς θερισμένους στάχεις, ὁ Κύριος τοὺς τοποθετεῖ στοὺς σιτοβολῶνες τῆς βασιλείας του. Ἡ παράδοση βλέπει, σ’ αὐτό, τὴν ἐν Χριστῷ διαμόρφωση μέσα στὴν ὡραιότητα· ὁ Νικόλαος Καβάσιλας, ὁ μεγάλος λειτουργιολόγος τοῦ ΙΔ΄ αἰ., τὸ λέγει ὅταν μιλᾶ γιὰ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἀγάπησαν ὑπεράνω ἀπὸ ὅλα τὴν ὑπέρτατη Ὡραιότητα, σπόρο τοῦ θείου, ἀγάπη ριζωμένη μέσα στὴν καρδιά.
Παράγοντας τὸν κόσμο ἀπὸ τὸ μηδέν, ὁ Δημιουργός, σὰν θεῖος ποιητής, συνθέτει τὴ Συμφωνία του σὲ ἕξι ἥμερες, τὸ Ἑξαήμερο, καὶ σὲ κάθε μία τῶν πράξεων του «εἶδεν ὅτι καλόν». Τὸ ἑλληνικὸ κείμενο τῆς βιβλικῆς διηγήσεως λέγει καλ -ὡραῖο καὶ ὄχι ἀγαθὸ-καλό, ἡ ἑβραϊκὴ δὲ λέξη σημαίνει τὰ δύο ταυτόχρονα. Ἐξ ἄλλου, τὸ ρῆμα δημιουργῶ εἶναι κλιτὸ στὴν ἑβραϊκὴ γλώσσα κατὰ τὸν τετελεσμένο χρόνο: ὁ κόσμος ἔ χ ε ι δ η μ ι ο υ ρ γ η θ ε ῖ, εἶναι δημιουργημένος καὶ θ ὰ δ η μ ι ο υ ρ γ η θ ε ῖ μέχρι τῆς τελειώσεώς του. Βγαίνοντας ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, τὸ σπέρμα εἶναι πιὸ ὡραῖο, ἀλλὰ καλεῖ τὴν ἐξέλιξή του, τὴν τόσο ζωηρὴ καὶ τραγικὴ ἱστορία τῆς συνεργείας τῆς θείας καὶ τῆς ἀνθρωπίνης ἐνεργείας. Κατὰ τὸν Μάξιμο Ὁμολογητὴ ἡ συμπλήρωση τῆς πρώτης ὡραιότητος μέσα στὴν τέλεια ὡραιότητα τοποθετεῖται στὸ τέλος καὶ παίρνει τὸ ὄνομα τῆς Βασιλείας.