Είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή: «Δύο άνθρωποι ανέβηκαν στο ναό για να προσευχηθούν. Ο ένας ήταν Φαρισαίος κι ο άλλος τελώνης. Ο Φαρισαίος στάθηκε επιδεικτικά κι έκανε την εξής προσευχή σχετικά με τον εαυτό του: «Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ που εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους άρπαγας, άδικος, μοιχός, ή και σαν αυτόν εδώ τον τελώνη. Εγώ νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα και δίνω στο ναό το δέκατο απ’ όλα τα εισοδήματά μου». Ο τελώνης, αντίθετα, στεκόταν πολύ πίσω και δεν τολμούσε ούτε τα μάτια του να σηκώσει στον ουρανό. Χτυπούσε το στήθος του και έλεγε: «Θεέ μου, σπλαχνίσου με τον αμαρτωλό». Σας βεβαιώνω πως αυτός έφυγε για το σπίτι του αθώος και συμφιλιωμένος με το Θεό, ενώ ο άλλος όχι· γιατί όποιος υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί, κι όποιος τον ταπεινώνει θα υψωθεί».
Στην παραπάνω ευαγγελική περικοπή καλό είναι να σταθεί κάποιος πρώτα στην αρχή της και στο τέλος της και μετά να εξετάσει το ενδιάμεσο. Δύο άνθρωποι μας λέει ο Ιησούς στη σημερινή παραβολή ανέβηκαν στο Ναό για να προσευχηθούν. Ένα Φαρισαίος και ένας Τελώνης. Στο τέλος ο ένας γυρίζει στο σπίτι του δικαιωμένος και ο άλλος όχι. Αν ξεκινούσε έτσι τη διήγηση ο Κύριος και ρωτούσε τους ακροατές Του "ποιος λέτε να δικαιώθηκε;", η απάντηση θα ήταν από όλους -και χωρίς πολλή σκέψη- η ίδια: Ο Φαρισαίος. Όμως ως συνήθως, η παραβολή του Χριστού είχε μια ανατροπή. Δικαιώθηκε ο Τελώνης. Εμείς σήμερα, που όλοι γνωρίζουμε την παραβολή δεν καταλαβαίνουμε πόσο αδιανόητο ήταν για τους ανθρώπους εκείνης της εποχής να ακούν ότι δικαιώθηκε ο τελώνης και όχι ο Φαρισαίος. Ήταν αδιανόητο. Πως λοιπόν έγινε αυτό; Πώς είχαμε τέτοια ανατροπή στην ιστορία τούτη;
Ας πάμε ανάποδα κι εδώ. Ας δούμε πρώτα τον τελώνη. Αυτός ο άνθρωπος, από τους πιο αμαρτωλούς σύμφωνα με το Νόμο, έχοντας πλήρη αυτογνωσία δεν έκατσε να μιλάει με τις ώρες στο Θεό και να προσεύχεται. Αλλά πραγματικά μετανιωμένος, χτυπούσε το στήθος του και έλεγε «Θεέ μου, σπλαχνίσου με τον αμαρτωλό». Λίγα λόγια, πολλή μεταμέλεια. Ένας άνθρωπος έτοιμος να αλλάξει τη ζωή του αφού ο τρόπος που ζούσε του βάραινε τη ψυχή, τον συνέτριβε. Και ναι. Αυτόν τον άνθρωπο. αυτόν τον άθλιο τύπο εκείνης της εποχής που έκλεβε μέσω των φόρων τους συμπατριώτες του, ο Θεός τον λυπήθηκε. Του στάθηκε, τον συγχώρησε και ήταν έτοιμος να τον βοηθήσει να αλλάξει τη ζωή του.
Από την άλλη, ο Φαρισαίος ανέβηκε να προσευχηθεί με έπαρση. Τυφλωμένος από τον σεβασμό που του είχε ο κόσμος, από τη μεγάλη ιδέα που είχε για τον εαυτό του, αραδιάζει ένα σωρό προτερήματα και καλές πράξεις, λες και δε τα γνώριζε ο Θεός ή υπήρχε φόβο να ξεχάσει κάποια, και στο τέλος τονίζει το πόσο καλύτερος είναι από τον άθλιο τελώνη. Υποβιβάζει δηλαδή έναν συνάνθρωπό του, ένα άλλο παιδί του Θεού δηλαδή, μπροστά στον Πατέρα για να ανυψώσει κι άλλο τον εαυτό του, τον οποίο είχε ήδη πολύ ψηλά.
Ξέρετε όμως πιο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα του Φαρισαίου; Όχι τόσο η υποκρισία του, όχι η αλαζονεία του, όχι η υπερηφάνεια του. Ούτε καν η υποτίμηση του τελώνη. Το πρόβλημά του, και πολλών ανθρώπων σε όλες τις εποχές, είναι η έλλειψη χιούμορ. Χιούμορ, δε σημαίνει λέω αστεία και ανέκδοτα. Χιούμορ σημαίνει πως μπορώ να βλέπω με μια αστεία, δήθεν ελαφριά οπτική τα πράγματα γύρω μου αλλά κυρίως τον εαυτό μου. Ένα σοβαρό εμπόδιο στην πνευματική ζωή του ανθρώπου είναι πως παίρνει τον εαυτό του πολύ στα σοβαρά. Όπως παίρνει πολύ στα σοβαρά τα επιτεύγματά του ή τις αρετές του. Και ξεχνάει πως όλα αυτά δεν είναι τίποτα άλλο από δώρα που του δόθηκαν Άνωθεν. Ακόμα, ένας άνθρωπος που παίρνει πολύ στα σοβαρά τον εαυτό του δε μπορεί να διακρίνει τα λάθη του. Δεν τα παραδέχεται. Γιατί αν το κάνει, ξέρει πως θα συνθλιβεί ολοκληρωτικά από ένα τέτοιο βάρος. Να πούμε και ένα παράδειγμα. Αν οι πρώτοι ασκητές του Χριστιανισμού έπαιρναν στα σοβαρά τον εαυτό τους ποτέ δε θα έφευγαν για την Έρημο. Θα έμεναν στις πόλεις και τα χωριά και θα διατυμπάνιζαν το πόσο καλύτεροι χριστιανοί είναι από τους υπόλοιπους. Αλλά κι αν ακόμα έφευγαν, ποτέ δε θα μπορούσαν να αντέξουν το βάρος της ασκητικής ζωής χωρίς τη βοήθεια του χιούμορ. Γιατί κανένας άνθρωπος που αντιμετωπίζει τον εαυτό του με τόσο μεγάλη σοβαρότητα δε μπορεί ούτε από τις αποτυχίες του να συνέλθει ούτε τις επιτυχίες του να διαχειριστεί. Οι πρώτες του φαίνονται αβάστακτες και του φέρνουν απελπισία ενώ οι δεύτερες γιγαντώνονται στα μάτια του και τον οδηγούν στην εγωπάθεια.
Η πνευματική ζωή, όπως και όλα τα σοβαρά πράγματα στη ζωή, απαιτούν μια πιο ελαφριά αντιμετώπιση ώρες ώρες. Όχι μόνο για να παίρνουμε μια ανάσα αλλά και για να έχουμε το κουράγιο να μπορούμε να διορθώσουμε τα λάθη μας αλλά και να μην παρασυρόμαστε από τα επιτεύγματά μας. Για να μην απελπιστούμε και να μπορέσουμε να μετανιώσουμε και να ζητήσουμε συγχώρεση από το Θεό και για να μην παρασυρθούμε στην υπερηφάνεια και ταπεινά να Τον ευχαριστήσουμε για τα δώρα που μας δίνει. Για να μπορούμε να γινόμαστε σαν τον τελώνη και να αποφεύγουμε την παγίδα να γίνουμε σαν τον Φαρισαίο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου