adrahti
[…] Στὴν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπου ὑπάρχουν δύο προσπελάσεις στὸ θέμα καὶ στὸ μυστήριο τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ μία εἶναι ὅτι μέτρο τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ Θεὸς καὶ ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ δοθεῖ στὸν Θεό, νὰ θυσιασθεῖ χάριν τοῦ ἀνθρώπου, καὶ αὐτὸ θά ’ναι ἡ ὁλοκλήρωσις, ἡ σωτηρία του, τὸ «τέλος», δηλαδὴ ὁ σκοπός του.
Ἡ ἄλλη εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι μέτρο τῶν πάντων καὶ ἑπομένως καὶ τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι πανάρχαιο, ἀλλὰ καὶ πολὺ σύγχρονο τὸ κριτήριο αὐτό, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι κριτήριο τοῦ ἑαυτοῦ του, καὶ ὄχι ὁ Θεός.
Καὶ στὶς δύο ὅμως προσεγγίσεις τοῦ ἀνθρώπου, ἡ μαρτυρία τῶν Πατέρων, ἡ μαρτυρία τῶν ἡσυχαστῶν εἶναι ὅτι δὲν ἔχουμε ἀληθινὸ ἄνθρωπο, οὔτε στὴν περίπτωση ποὺ ὁ Θεὸς εἶναι μέτρο τοῦ ἀνθρώπου, οὔτε στὴν ἄλλη ποὺ ὁ ἄνθρωπος εἶναι μέτρο τοῦ ἀνθρώπου. Διότι, ἂν ὁ Θεὸς εἶναι τὸ μέτρο μας, θὰ πρέπει νὰ χαθεῖ ὁ ἄνθρωπος, νὰ ἀφομοιωθεῖ στὸν Θεό, γιὰ νὰ γίνει ἔτσι δῆθεν εὐτυχής. Καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ δίψα καὶ ἡ ἐπιθυμία ὅλων τῶν μεγάλων Μυστικῶν, ἀπὸ τὸν Πλωτίνο μέχρι τὸν Βούδα καὶ ἐδῶ δὲν διαφέρουν νομίζω οἱ Θεϊσταὶ καὶ Πανθεϊσταὶ Μυστικοί, ποὺ ἔχουν ὡς σκοπὸ τοῦ ἀνθρώπου τὸν Θεό. […]
Ἡ ἄλλη προσπέλασις, ἡ ἀνθρωποκεντρική, ἡ οὐμανιστική, ποὺ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ σκοπὸς τοῦ ἑαυτοῦ του, λίγα νομίζω χρειάζονται γιὰ νὰ φανεῖ ὅτι εἶναι ἐξίσου «χάσιμο τοῦ ἀνθρώπου» διότι, ὅπως λέγει ὁ προφήτης: «ἀλλοίμονο στὸν ἄνθρωπο ποὺ ἐλπίζει καὶ πιστεύει στὸν ἄνθρωπο». Ὁ ἄνθρωπος, ὡς σκοπὸς τοῦ ἑαυτοῦ του, εἶναι αὐτοκαταδικασμένος σὲ ἀπώλεια. […]
Γι’ αὐτὸ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Θεοῦ θέτει στὸ κέντρο, ὅπως ὁ Θεὸς μᾶς ἀποκάλυψε, τὸν Θεάνθρωπο, τὸν Σαρκωθέντα Υἱὸν τοῦ Θεοῦ Πατρός, τὸν τέλειο Θεό, ἀλλὰ καὶ τὸν τέλειο ἄνθρωπο. Ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος σώζει, θὰ λέγαμε, καὶ τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸ Πρόσωπό Του. […]
Τὸ ὅτι εἶναι ἕνας Θεὸς πλούσιος στὴν ἀγάπη Του καὶ ἀπὸ ἀγάπη κινεῖται, ὄχι ἀπὸ ἀνάγκη, ὄχι ἀπὸ τὸν ὑπερεκχειλισμὸ τοῦ δυναμισμοῦ τῆς φύσεώς Του, ποὺ θὰ ἔλεγε ἕνας Μυστικός, ἂς ποῦμε τύπου Πλωτίνου, ἀλλ’ ἕνας Θεὸς ποὺ ἀπὸ ἀγάπη ἀνιδιοτελῆ κινήθηκε γιὰ νὰ μᾶς ἀγκαλιάσει, νὰ μᾶς εἰσαγάγει, ὡς κοινωνούς Του: λέμε πάντα «εἰς δόξαν Θεοῦ» ἀλλὰ βασικὰ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι δοξοποίηση τοῦ ἀνθρώπου, διότι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, ὁ δοξασμὸς τοῦ ἀνθρώπου. Ὅλα αὐτὰ δὲν εἶναι κηρύγματα καὶ ὑποσχέσεις, ἀλλ’ ἤδη σαρκωμένα […]
ἐπ. Ἀθανασίου [Γιέφτιτς], Φῶς ἱλαρόν, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 1991
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου