Δευτέρα 25 Μαρτίου 2019

Για τον Γρηγόριο τον Ε΄


Αποτέλεσμα εικόνας για Γρηγόριο τον Ε΄
https://www.emprosnet.gr/emprosnet-archive/42666d4a-db21-4d4f-895f-77809722e876

Στο φύλλο της εφημερίδας «Εμπρός» της 13-3-2010, δημοσιεύτηκε ένα άρθρο που υπογράφεται από συνεργάτη  της εφημερίδας με το ψευδώνυμο «Δανιήλ» σχετικά με τον αφορισμό του Αλ. Υψηλάντη και της Επανάστασης του ‘21 από τον Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης, Γρηγόριο τον Ε΄. Ο αρθρογράφος φαίνεται πως θεωρεί «ιστορική αλήθεια» την ταύτιση του Πατριάρχη με τον Σουλτάνο και το Πατριαρχείο με την Πύλη και ρωτά μάλιστα: «Αυτό δε λέει το κείμενο;». Αυτή, όμως, η ιστορική προσέγγιση είναι πολύ πρόχειρη και απλοϊκή. Χαρακτηρίζεται από «τάχος και οργή», δηλαδή από «βιασύνη και συναισθηματική φόρτιση», που κατά το Θουκυδίδη, εναντιώνονται στην «ευβουλία», δηλαδή τη σωστή σκέψη. 
Σίγουρα η αλήθεια είναι απαραίτητη στην Ιστορία. Κατά τον ιστορικό Πολύβιο «εξ ιστορίης αναιρεθείσης της αληθείας το καταλειπόμενον αυτής ανωφελές γίγνεται διήγημα» (Ιστορίαι Ι 14). Ο Θουκυδίδης, πάλι, φαίνεται πως έχει συνείδηση της δυσκολίας του ιστορικού να βρει την αλήθεια και διαπιστώνει πως πολλές φορές σχηματίζονται σφαλερές ιστορικές γνώσεις, γιατί «αταλαίπωρος τοις πολλοίς η ζήτησις της αληθείας και επί τα ετοίμα μάλλον τρέπονται» (Ι 20). Αυτός δηλαδή υποστηρίζει πως οι πιο πολλοί δέχονται κάποια πράγματα αβασάνιστα και τρέπονται συνήθως στα εύκολα.


Είναι βέβαιο πως και άλλοι άσκησαν αυστηρή κριτική στο Γρηγόριο τον Ε΄, όπως ο Αδ. Κοραής και ο Ανώνυμος συγγραφέας της «Ελληνικής Νομαρχίας», κριτική που δικαιολογούνταν από τις διαφορές που χώριζαν τη προοδευτική λογιοσύνη της εποχής εκείνης και την επίσημη Εκκλησία, που στρεφόταν εναντίον των προοδευτικών και επαναστατικών ιδεών του Διαφωτισμού, που θεωρούνταν αντίθετες «εις τας της αμωμήτου ημών πίστεως». Αλλά το να καταλήγουμε σε αφορισμούς από ένα μόνο κείμενο, θεωρώ πως είναι «αβασάνιστη» παραδοχή της αλήθειας. 
Πρώτα πρώτα θέλω να δηλώσω πως είμαι κι εγώ από αυτούς που δεν «μπλέκουν το λόγο του Θεού με το λόγο του κληρικού», αλλά δεν είμαι έτοιμος να μειώσω τη συμβολή της Εκκλησίας στην Επανάσταση του ‘21 λέγοντας απλώς «Σε ολόκληρη επανάσταση λιγότεροι από 20 ιεράρχες έπαθαν κάτι!». Γιατί υπάρχει η λεγόμενη «ποσοτική ιστορία», που λέει πως δεν έχει σημασία «πόσοι έπαθαν», αλλά σε τι ποσοστό έπαθαν. Αν, για παράδειγμα, οι ιεράρχες ήταν συνολικά 20, τότε αυτοί υπέφεραν σίγουρα περισσότερο (100/100) και από τους πολιτικούς και τους διανοούμενους και από όλους τους άλλους. Ούτε πάλι είμαι έτοιμος, παρόλο ότι είμαι εκπαιδευτικός, να απαντήσω στο ερώτημα τι πρέπει να περιέχουν τα σχολικά βιβλία, ιδιαίτερα της Ιστορίας του Δημοτικού. Αν δηλαδή πρέπει να τα «φορτώσουμε» μόνο με τα λάθη και τα πάθη μας. Αυτό είναι ένα πολύ σοβαρό θέμα, που σηκώνει μεγάλη συζήτηση ή, μάλλον, είναι ένα θέμα για το οποίο εδώ και πολλά χρόνια γίνεται συζήτηση, αλλά δεν έχει ληφθεί τελική απόφαση! Μπορώ, όμως, να βεβαιώσω πως ο συγκεκριμένος αφορισμός αναφέρεται στο βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού, που ισχύει.    
Αλλά ας έρθω στο προκείμενο. Διαβάζοντας κανείς το κείμενο του αφορισμού, διερωτάται αν τα αισθήματα του Πατριάρχη είναι πραγματικά και αν αυτός συμπαθεί τόσο πολύ τους Τούρκους και εχθρεύεται τους επαναστάτες ή τους Έλληνες, που ξεσηκώθηκαν για την ελευθερία τους. Αυτό λέει, πράγματι, το κείμενο αλλά θεωρώ πως αυτό είναι «πολύ σκληρό», για να θεωρηθεί έκφραση πραγματικών συναισθημάτων. Έχω την εντύπωση πως η Σύνοδος υπέγραψε ένα κείμενο που της είχε υπαγορευθεί. Δεν είναι άσχετο το γεγονός πως, όταν η Σύνοδος συνεδρίαζε, ένοπλοι Τούρκοι περνούσαν μπροστά από το Συνοδικό Μέγαρο υβρίζοντας και απειλώντας. Δεν είναι ακόμη άσχετο το γεγονός πως εφτά ιεράρχες που εστάλησαν στην Πόλη, συνελήφθησαν για εκφοβισμό και τέθηκαν σε περιορισμό «κατ’ οίκον». Δεν μπορώ να πιστέψω πως ο Θεός «εμώρανε» τον Πατριάρχη και 22 ακόμη ιεράρχες της Συνόδου (!) να υπογράψουν ένα τόσο «επαίσχυντο» κείμενο. Δεν υπήρξε κανένας «εχέφρων», κανένας πραγματικός πατριώτης που να διαχώρισε τη θέση του; Η ομοφωνία αυτή με κάνει να υποψιάζομαι πως κάτι άλλο συνέβη. Ας ληφθεί υπόψη ακόμη πως, όπως λέει ο ιστορικός Δ. Κόκκινος (Η Ελληνική Επανάσταση, τ. Α΄, σ. 251) «Κατά την ανάγνωσιν παρευρίσκοντο, αποσταλέντες υπό της Πύλης, μερικοί Τουρκοκρήτες γνωρίζοντες τα ελληνικά, δια να εξακριβώσουν αν τα έγγραφα είχαν συνταχθεί κατά τας τουρκικάς υποδείξεις». Ο ίδιος θεωρεί πως μπορεί η ενέργεια της Συνόδου να έβλαψε τον Αλ. Υψηλάντη, αλλά ήταν «πράξις συνέσεως», γιατί επιδίωκε την αποτροπή των σφαγών των Ελλήνων.      
Είναι άγνωστο σε ποιο βαθμό ο Πατριάρχης γνώριζε την προετοιμασία της επανάστασης από τη Φιλική Εταιρεία και ποιες ήταν οι σχέσεις του με τα ηγετικά της στελέχη. Η αλληλογραφία όμως του κορυφαίου Φιλικού Παν. Σέκερη, αφήνει να φανεί πως αυτός συνεργαζόταν με τους Φιλικούς. Η έκρηξη της επανάστασης είναι σίγουρο πως έφερε τον Πατριάρχη σε δύσκολη θέση. Τον έθεσε μπροστά σε ένα κρίσιμο δίλημμα, από αυτά που πολλές φορές κρίνουν την ηθική ποιότητα ενός ανθρώπου. Υπήρχε φόβος, πράγμα που είχε συμβεί στα Ορλωφικά, η εκδικητική μανία των Τούρκων να στραφεί όχι μόνο εναντίον του Πατριαρχείου αλλά και εναντίον του ελληνικού πληθυσμού της Κωνσταντινούπολης. Για να γίνει, όμως, αυτό, απαιτούνταν να εκδοθεί προηγουμένως «φετφάς» από τον ανώτατο θρησκευτικό ηγέτη των Οθωμανών, το Χατζή Χαλήλ εφέντη. Παραδίδεται πως ο Γρηγόριος επισκέφθηκε αυτόν και τον διαβεβαίωσε πως το Γένος των Ελλήνων δεν είχε καμιά σχέση με τη επανάσταση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Υπέγραψε μάλιστα ένα κείμενο αφορισμού και με αυτό απέτρεψε τη σφαγή. Όμως ο Σουλτάνος τιμώρησε το Χατζή Χαλήλ, τον εξόρισε και τελικά τον θανάτωσε. Ο νέος Ιμάμης εξέδωσε το σχετικό «φετφά» και ο Σουλτάνος διακήρυξε πως θα χορηγούσε αμνηστία μόνο αν ο Πατριάρχης αποδοκίμαζε την Επανάσταση και αφόριζε τον Υψηλάντη, το Μιχ. Σούτσο και τους οπαδούς τους. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, εκδόθηκε στις 23 Μαρτίου του 1821 και διαβάστηκε μετά τη λειτουργία, ο γνωστός επίμαχος αφορισμός. 
Όταν οι Τούρκοι μετά την αγγελία της εξάπλωσης της επαναστάσεως στην Πελοπόννησο, εξαπέλυσαν διωγμούς κυρίως εναντίον του κλήρου και πολλοί προέτρεπαν τον Πατριάρχη, αλλά αυτός, όπως παραδίδουν οι σύγχρονοι με τα γεγονότα  Ι. Φιλήμων, Ν. Σπηλιάδης, Μ. Οικονόμου και άλλοι, αποφάσισε να μείνει στην Κωνσταντινούπολη με κίνδυνο της ζωής του και να προσπαθήσει να αποτρέψει, όπως μπορούσε, τα αντίποινα των Τούρκων, γιατί ο Σουλτάνος είχε ήδη αποφασίσει τη σφαγή των Ελλήνων της Πόλης. Η πράξη αυτή, λέει ο ιστορικός Δ. Κόκκινος  (Ελληνική Επανάσταση, τ. Α΄, σ. 262) «είναι ικανή δια να τον ανυψώση εις την κορυφήν του υπερόχου ανθρώπου και του αξίου Έλληνος». Όμως οι Τούρκοι μετά από ταπεινώσεις, βασανισμούς και εξευτελισμούς, τον εκτέλεσαν με απαγχονισμό στη μεσαία από τις τρεις πύλες του Πατριαρχείου με τον ισχυρισμό ότι «εφάνη ανάξιος του πατριαρχικού θρόνου, αχάριστος και άπιστος προς την Πύλην και ραδιούργος». Πρόσφερε, λοιπόν, και αυτός τη ζωή του, τον «μέγιστον έρανον», σύμφωνα με τον Περικλή, στην πατρίδα! Το κακό είναι πως ο Πατριάρχης δεν έζησε πολύ μετά την έκρηξη της Επανάστασης, για να αξιολογήσουμε την όλη δράση του. Οι σχετικές μαρτυρίες, πάντως, αναφέρουν πως ο θάνατός του συγκλόνισε τον Ελληνισμό και πως ο ίδιος θάφτηκε με μεγαλοπρέπεια στην Οδησσό μετά από εντολή του Τσάρου στις 19 Ιουνίου 1821. 
Αυτά είναι τα πλαίσια μέσα στα οποία εκτυλίχθηκε το δράμα του Πατριάρχη και κατά την αξιολόγηση των αποφάσεων και της στάσης του, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη. Φαίνεται πως ο απλός λαός περιέβαλε με αγάπη και εμπιστοσύνη τον Ιεράρχη του, αλλά και σπουδαίοι ιστορικοί τον καταξιώνουν στη συνείδηση της Ιστορίας. Ο Γ. Π. Αγγελόπουλος τον θεωρεί «αοίδιμον πρωταθλητήν του ιερού των Ελλήνων αγώνος», ο Τ. Γριτσόπουλος τον αποκαλεί «πατριάρχην του Έθνους», ο Θ. Σιμόπουλος τον ονομάζει «ιεροεθνομάρτυρα», ενώ ο ιστορικός Δ. Κόκκινος τον θεωρεί «Εθνάρχην».
Υπάρχει, όμως, και κάτι άλλο. Ο Πλούταρχος γράφει πως είναι δυσκολόπιαστη η αλήθεια στην ιστορία, «γιατί στους κατοπινούς συσκοτίζεται η αληθινή γνώση των πραγμάτων από το χρόνο που έχει περάσει…» (Περικλής ΧΙΙΙ 160). Πράγματι, σημασία δεν έχει τι λέμε εμείς. Σημασία έχει πώς έβλεπαν τον Πατριάρχη οι σύγχρονοί του. Είναι χαρακτηριστικό πως ο Εθνικός μας Ποιητής, ο Σολωμός, ασχολείται με τη θυσία του στον Εθνικό Ύμνο, που γράφτηκε το 1824. Μιλά για αδικία που έγινε σε βάρος του (στρ. 137), καλεί τους χριστιανούς να κλάψουν με τους στίχους: «Όλοι κλαύστε· αποθαμένος// Ο αρχηγός της εκκλησιάς// Κλαύστε, κλαύστε· κρεμασμένος// Ωσάν νάτανε φονιάς» (στρ. 135). Και το πιο σημαντικό. Ο Σολωμός εκφράζει μια κατάρα εναντίον όλων αυτών που μπορούν να πολεμήσουν, αλλά δεν πολεμούν, και την κατάρα αυτή τη βάζει στο στόμα του Πατριάρχη! (στρ. 137). Αν οι σύγχρονοί του θεωρούσαν τον Πατριάρχη προδότη, όπως τον θεωρούν πολλοί σήμερα, θα έβαζε ο Σολωμός την κατάρα στο στόμα του; Το ερώτημα θέλει κάποια απάντηση.  Ένα είναι βέβαιο: αν ο Γρηγόριος ο Ε΄ παρέσυρε τη Σύνοδο να υπογράψει τον επαίσχυντο αφορισμό για να σώσει τον εαυτό του και την «καλοπέρασή» του, πράγμα που δε βεβαιώνεται από τα γεγονότα, είναι κατακριτέος. Αν, όμως, το έκανε με σκοπό να σώσει το λαό από τη σφαγή, τότε αξίζει τους ανδριάντες που του έστησαν οι μεταγενέστεροι και τα ποιήματα που έγραψαν γι’ αυτόν διάφοροι ποιητές. Όσο για την επίσημη ανάκληση του αφορισμού αυτού, συμφωνώ πως κάποιος πρέπει να ενδιαφερθεί…    
       
* Ο Φραγκούλης Αθανάσιος είναι Διδάκτορας Κλασικής Φιλολογίας, επίτιμος Σχολικός Σύμβουλος και Συγγραφέας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παγίδα

  Δεν είναι και λίγες οι φορές που όταν γράφουμε κάτι, δεν αντιπροσωπεύει ακριβώς τις σκέψεις μας αλλά περισσότερο μας ενδιαφέρει να βρει θε...