Την άνοιξη του 2001, θα περνούσε το κατώφλι των εντυπωσιακών «εξωγήινων» κτηρίων από τα οποία διοικείται ο οργανισμός από τον οποίο θα ζητούσε βοήθεια. Στο Στρασβούργο έκανε χειραψία με την πρόεδρο της Ευρωβουλής Nicole Fontaine και στις Βρυξέλλες ο Ύπατος Εκπρόσωπος της EE για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας Χαβιέ Σολάνα τον άφησε να περιμένει αμήχανο στο σαλόνι της συνάντησης. «Το μήνυμά μου προς τον Μπους είναι το εξής: Εάν η ειρήνη δεν αποκατασταθεί στο Αφγανιστάν, εάν δεν βοηθηθεί ο λαός, είναι βέβαιο ότι το πρόβλημα του Αφγανιστάν θα επηρεάσει επίσης τις ΗΠΑ και πολλές άλλες χώρες«. Αυτά ήταν τα λόγια του ανθρώπου που συνέτριψε τον σοβιετικό στρατό, ένωσε τις φυλές του Αφγανιστάν, δημιούργησε κοινωνική πρόνοια εν καιρώ πολέμου και αντιστάθηκε επιδέξια στους Ταλιμπάν. Δύο μέρες πριν την 11η Σεπτεμβρίου, ο ιδιοφυγής Αφγανός ηγέτης Άχμαντ Σαχ Μασούντ θα έπεφτε θύμα δολοφονίας, εγκαταλελειμμένος από Βρυξέλλες και Ουάσιγκτον. Η Δύση θα το πλήρωνε ακριβά.
Πίσω στα 1978, η σφαγή του πρώτου προέδρου του Αφγανιστάν Νταούντ και της οικογενειάς του από τους κομμουνιστές πραξικοπηματίες, άνοιξε τον κύκλο αίματος. Οι νέοι ηγέτες, εντολοδόχοι της Μόσχας, ήταν τόσο ακραίοι που αλληλοσκοτωθήκαν αναγκάζοντας ακόμα ακόμα και την ΕΣΣΔ να στείλει στρατό στη χώρα για να ελέγξει την κατάσταση. Αυτό ήταν, η χώρα ήταν υπό ξένη κατοχή.
‘Ηδη πριν εξοντωθεί ο άλλοτε φιλοσοβιετικός Νταούντ, είχε αναντυχθεί ένα αντικομμουνιστικό κίνημα στο Αφγανιστάν που όφειλε την ισχύ του στις ιδέες που κυκλοφορούσαν στο Πανεπιστήμιο της Καμπούλ. Ένα κράμα παραδοσιακού ισλαμισμού και σύγχρονης δημοκρατικής διακυβέρνησης. Έκτοτε, ξεπήδησε η Ισλαμική Κοινωνία, μια ισλαμική ομάδα, με ηγέτη τον ακαδημαϊκό Μπουρχανουντίν Ραμπανί, στρεφόμενο ενάντια στην κομμουνιστική επιβολή. Πολύ γρήγορα όμως, ήρθε ο διχασμός ανάμεσα στους δύο νεαρούς χαρισματικούς εκλεκτούς του Ραμπανί, τους φοιτητές μηχανικής Μασούντ και Χεκματιάρ.
Η βίαιη ψυχοπαθολογία του Χεκματιάρ, που διψούσε πραγματικά για αιματηρές μεταρρυθμίσεις στη χώρα, προκαλούσε έντονη ανησυχία στον Μασούντ και τον αρχηγό του Ραμπανί. Έτσι το 1975, ο Χεκματιάρ δεν άντεξε την μετριοπάθεια των συντρόφων του και ανεξαρητοποιήθηκε από την Ισλαμική Κοινωνία, δημιουργώντας το σκληροπυρηνικό Ισλαμικό Κόμμα. Ο Χεκματιάρ μάλιστα αποπειράθηκε να δολοφονήσει τον μόλις 22χρονο Μασούντ. Τότε ξεκίνησαν τα δεινά στο Αφγανιστάν που ταλαιπωρούν έως σήμερα δεκάδες εκατομμύρια πολίτες.
Οι πανίσχυρες πακιστανικές υπηρεσίες
Παρά τις αρχικές αποτυχίες της Ισλαμικής Κοινωνίας, ο αμούστακος γαλλοτραφής Μασούντ, γιός αξιωματικού του στρατού, άφησε τη φοιτητική ζωή και επέστρεψε στην προσωπική του πατρίδα, την επαρχία Παντζίρ, να οργανώσει την αντίσταση στους Σοβιετικούς το 1979. O Μασούντ ανέλαβε τον στρατιωτικό βραχίονα της Ισλαμικής Κοινωνίας και ο εξόριστος Ραμπανί την πολιτική αρχηγία. Την ίδια αποστολή, δηλαδή αντίστασης στους Σοβιετικούς, ανέλαβε και ο άσπονδος εχθρός τους, ο υπερσυγκεντρωτικός Χεκματιάρ ο οποίος όμως είχε στο πλευρό του έναν πανίσχυρο σύμμαχο: το Πακιστάν με τις τρομερές του υπηρεσίες πληροφοριών, την διαβόητη Διυπηρεσιακή Διεύθυνση Πληροφοριών.
Η πακιστανική κυβέρνηση πόνταρε σε όποια φράξια στο Αφγανιστάν, θα προωθούσε τα συμφέροντά της, υποβαθμίζοντας την νικηφόρα τροπή του αντισοβιετικού πολέμου. Ο Χεκματιάρ είχε καταφύγει από το 1974 στο Πακιστάν, άνηκε στην αφγανική εθνότητα Παστούν, που οι πακιστανικές υπηρεσίες εμπιστεύονταν περισσότερο ενώ δεν διέθετε ισχυρά ερείσματα τον αφγανικό λαό. Συνεπώς θα αποτελούσε έναν αδύναμο και χειραγωγίσιμο μελλοντικό Αφγανό ηγέτη ώστε να μην βλάψει τα πακιστανικά συμφέροντα.
Η Διυπηρεσιακή Διεύθυνση Πληροφοριών του Πακιστάν, αυτό το πετυχημένο δημιούργημα της CIA, λάμβανε εκατομμύρια δολλάρια από την Ουάσιγκτον και τα διοχέτευε στους μουτζαχεντίν του Χεκματιάρ. Η CIA πολύ αργότερα θα αντιλαμβανόταν το λάθος της, που με δικά της χρήματα οργανωνόταν ένας στρατός εξτρεμιστών και όχι ένα οργανωμένο αντάρτικο. Ο δε Μασούντ θα λάμβανε μόνο μερική βοήθεια από την Ινδία, αλλά ως εκεί. Έπρεπε να βρεί εναλλακτικούς τρόπους να επικρατήσει του καταθλιπτικά ανώτερου κυβερνητικού στρατού, των Σοβιετικών και του αιμοσταγή Χεκματιάρ που τον περίμενε στη «γωνία».
Πατριωτισμός και οργανωτική ιδιοφυία
Μετά τη σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν του 1979, ο Μασούντ, ουσιαστικά απομονωμένος, επινόησε ένα στρατηγικό σχέδιο για την απομάκρυνση των εισβολέων και την ανατροπή του κομμουνιστικού καθεστώτος.
Πρώτα έπρεπε να κερδίσει την υποστήριξη του αφγανικού λαού. Πρόκειται για μια αποστολή που στο Αφγανιστάν είναι πολλαπλάσια πιο δύσκολη από οποιοδήποτε ίσως άλλο κράτος στον κόσμο. Η δομή της αφγανικής κοινωνίας με τις πολλές και αντίθετες φυλές απαιτεί ηγέτη ολκής που να κερδίζει την εμπιστοσύνη των τοπικών ηγετών και ταυτόχρονα να γεφυρώνει το χάσμα. Στη συνέχεια θα μπορούσε να οργανώσει μια παλλαϊκή αντίσταση.
Δεύτερον, θα χρησιμοποιούσε το φυσικό του «οχυρό» την κοιλάδα Παντζίρ, ώστε να την καταστήσει την βάση του για την ενεργητική του άμυνα, εξαπολύοντας έναν συστηματικό ασύμμετρο πόλεμο.
Τρίτον, οι δυνάμεις του θα προχωρούσαν στην εξασφάλιση της κυριαρχίας στις υπόλοιπες γειτονικές επαρχίες στο βόρειο τμήμα της χώρας. Αργότερα θα εφάρμοζε το σύστημα διοίκησης σε όλη την επικράτεια εκτοπίζοντας την κομμουνιστική κυβέρνηση-μαριονέτα στην Καμπούλ και εγκαθιστώντας ένα νόμιμο καθεστώς.
Καθώς ο εξόριστος, στην πακιστανική πόλη Πεσαβάρ, ηγέτης του κόμματος Ραμπανί δεν ήθελε να ενισχύσει τον Μασούντ εις βάρος των υπόλοιπων πιστών στο κόμμα πολέμαρχων, ο Μασούντ κατέφυγε στην εκμετάλλευση των εσόδων από τις εξαγωγές πολύτιμων πετρωμάτων, κυρίως σμαραγδιών και λάπις λάζουλι. Τα συγκεκριμένα βρίσκονται σε αφθονία στις περιοχές που διοικούσε ο Μασούντ.
Για να μπορέσει να οργανώσει τους ανεξέλεγκτους ορεσίβιους μουτζαχεντίν επέβαλε τον νόμο και την τάξη (nazm) διαιρώντας το Παντζίρ σε 22 βάσεις (qarargah). Αυτές κυβερνούνταν από έναν στρατιωτικό διοικητή και έναν πολιτικό ιθύνοντα. Αυτοί είχαν δίπλα τους έναν δικαστή, έναν εισαγγελέα και έναν δημόσιο συνήγορο. H διαχείριση των οικονομικών, ώστε να καλύπτονται ορθολογικά οι δαπάνες στην πολεμική προσπάθεια, ανατέθηκε σε οικονομική επτιροπή.
Φρόντισε δε, να παρέχεται δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στους συμπατριώτες του με τη βοήθεια εθελοντών και ξένων Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων. Δημιούργησε και άλλες επιτροπές που ανέλεβαν την παιδεία, την εκπαίδευση, τον πολιτισμό κτλ. Πολλές φορές μάλιστα επενέβαινε ο ίδιος σε ενδοοικογενειακούς τσακωμούς για να δίνει λύσεις. Κάποτε είχε παρέμβει σε ένα προξενιό, πείθοντας του γονείς της κοπέλας να μη την παντρέψουν με καποιον που δεν ήθελε.
Στρατιωτική διάνοια
Δημοσιογράφοι που τον είχαν επισκεφθεί σπίτι του είχαν εντυπωσιαστεί από τον όγκο των βιβλίων του. Είχε «ρουφήξει» τις τακτικές ανταρτοπολέμου του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα και του Μάο Τσε Τούνγκ ενώ εφάρμοσε μια καθετοποιημένη στρατηγική διεύθυνσης του πολέμου. Ξεκινούσε από το αρχηγείο του, το μυαλό του και έφτανε σε επιχειρησιακό επίπεδο στις ένοπλες ομάδες του.
Οι σοβιετικοί εκτόξευσαν εννέα στρατιωτικές επιχειρήσεις για να συνθλίψουν τις δυνάμεις του Μασούντ, αλλά δεν τα κατάφεραν αφήνοντας πίσω τους μεγάλες απώλειες σε έμψυχο και άψυχο δυναμικό. Ο Μασούντ εφάρμοζε σχεδόν με καταπληκτική ακρίβεια την ίδια μέθοδο του Γερμανού στρατηγού Γκόταρντ Χαϊνρίτσι κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο ιδιοφυής Χαϊνρίτσι έφερνε στα όρια της απελπισίας τους Σοβιετικούς όταν φρόντιζε να μετακινεί τις μονάδες του 3 χλμ. πίσω από τις γραμμές, όταν καταλάβαινε ότι οι Σοβιετικοί θα εξαπέλυαν μεγάλη επίθεση με προπαρασκευή πυροβολικού.
Έτσι, όταν τα σοβιετικά στρατεύματα πλησίαζαν, αντιλαμβάνονταν με τρόμο ότι δεν είχαν επιφέρει την παραμικρή φθορά, αντιμετωπίζοντας άθικτες της γερμανικές δυνάμεις. Η περίπτωση του Μασούντ διέφερε σε δύο σημεία με εκείνη του Γερμανού άσσου. Πρώτον, είχε το πλεονέκτημα να διαθέτει τρομερό κατασκοπευτικό δίκτυο στις τάξεις του εχθρού, ώστε να ενημερώνεται για το χρονοδιάγραμμα των επιθέσεων. Δεύτερον, ήταν υποχρεωμένος στους τακτικούς ελιγμούς του να μετακινεί έως και 130.000 κατοίκους πέραν των στρατευμάτων του. Επέδειξε απαράμιλη μαεστρία και γι’ αυτό αποτελεί και case studyσε στρατιωτικές σχολές του εξωτερικού.
O Μασούντ αποφεύγοντας τις μάχες εκ παρατάξεως με τον αντίπαλο επέλεγε εκείνος τη στιγμή και τη συγκυρία που θα χτυπούσε βασιζόμενος στους καλά εκπαιδευμένος και ελαφρά εξοπλισμένους μαχητές του. Όλα αυτά βέβαια συνέβαιναν έχοντας κατα νου, ότι οι Αφγανοί αντάρτες αντιμετώπιζαν συνθήκες που λίγοι στρατοί στην ιστορία βίωσαν. Το 1983, σε μια επιστολή του στον Ραμπανί παραπονιόταν για τα 3.000 ζευγάρια άρβυλα και στολές που καθυστερούσαν έναν ολόκληρο χρόνο να του σταλούν: «Έχεις καταλάβεις υπό τι συνθήκες δίνουμε αγώνα;«.
Ύστερα από μια δεκαετία μαχών τα κατάφερε. Μέχρι το 1989 τα σοβιετικά στρατεύματα, αποτυγχάνοντας να νικήσουν τους μουτζαχεντίν του Μασούντ, αποσύρθηκαν από το Αφγανιστάν. Το φιλοσοβιετικό καθεστώς του Μοχάμαντ Νατζιμπουλάχ συνέχιζε να κυβερνάει, έως ότου παραδόθηκε το 1992 αφού είχε ήδη καταρρεύσει η ΕΣΣΔ.
Εμφύλιος εν όψει
Το 1992, ο πανίσχυρος Μασούντ, αφού συνέλλαβε τον Νατζιμπουλάχ και τον κράτησε ασφαλή υπό την σκέπη της αποστολής του ΟΗΕ, δεν ιδιoποιήθηκε την διακυβέρνηση της χώρας αλλά κράτησε τον στρατό του έξω από την Καμπούλ. Περίμενε δε τη συνενόηση όλων των αντιστασιακών δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένου του ακραίου Χεκματιάρ, ώστε να οργανωθεί μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Ο Μασούντ ευφυώς, αντιλαμβανόταν ότι, λόγω των πολλών αντιθέσεων μεταξύ των διαφορετικών εθνοτικών ομάδων και των πολέμαρχων, δεν θα έπρεπε να μείνει κανείς εκτός εξουσίας.
Παρόλα αυτά ο σκληροπυρηνικός Χεκματιάρ, αρνούνταν να συμπράξει. «Θα βαδίσουμε στην Καμπούλ με το γυμνό σπαθί μας. Κανείς δεν μπορεί να μας σταματήσει. Γιατί πρέπει να συναντήσουμε τους ηγέτες;» έλεγε ο Χεκματιάρ. «Μου φαίνεται ότι δεν θέλεις να ενταχθείς στους ηγέτες του Πεσαβάρ ούτε να σταματήσεις τις απειλές σου, σχεδιάζοντας να εισβάλλεις στην Καμπούλ. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να υπερασπιστώ τον λαό» απάντησε ο Μασούντ. Τελικά δημιουργήθηκε ευρεία κυβέρνηση, με πρωθυπουργό τον Ραμπανί και υπουργός Άμυνας τον Μασούντ επανιδρύοντας ουσιαστικά το κράτος υπό την μορφή του Ισλαμικού Κράτους του Αφγανιστάν.
Οργισμένος τότε ο εμμονικός εχθρός του Μασούντ, εξαπέλυσε επίθεση στην Καμπούλ προκαλώντας τη σφαγή έως και 50.000 αμάχων. Την φρικτή κατάσταση εκμεταλλεύτηκαν οι γειτονικές χώρες Ιράν, Πακιστάν, Σαουδική Αραβία που ενίσχυαν τις ομάδες που τους εξυπηρετούσαν. Ο Μασούντ κατάφερε να εκτοπίσει τις δυνάμεις του Χεκματιάρ αλλά το χάος που δημιουργήθηκε εκείνη την περίοδο άνοιξε το δρόμο στην εμφάνιση των ακραίων Ταλιμπάν.
Tο τέλος του Μασούντ, η αρχή των δεινών
Οι Ταλιμπάν ήταν φανατικοί ισλαμιστές μαχητές που ξεπήδησαν από τα θρησκευτικά σχολεία (μαντρασάδες) και επεκτάθηκαν ταχύτατα, πείθοντας τον πολύπαθο πληθυσμό ότι θα έβαζαν μια τάξη στη χώρα, υποταγμένοι στον νόμο του Θεού. Ο Χεκματιάρ είχε αντικατασταθεί στους ευνοούμενους του Πακιστάν από τους πιο δυναμικούς Ταλιμπάν, πέφτοντας θύμα της μαξιμαλιστικής τακτικής του. Ο δε Μασούντ, μέχρι το 1996, θα αντιστεκόταν επιδέξια στις σφοδρές επιθέσεις των Ταλιμπάν, ενώ από στιγμή σε στιγμή θα κατάφερνε να συσπειρώσει όλους τους Αφγανούς ηγέτες κινδυνεύοντας οι Ταλιμπάν να απομονωθούν δια παντός.
Ωστόσο, το 1996 οι Ταλιμπάν πολιόρκησαν με όλες τους τις δυνάμεις την Καμπούλ. Τον Μάιο εκείνης της χρονιάς ο Μασούντ και ο Ραμπανί ζήτησαν μάλιστα τη βοήθεια του ισχυρού Μπιν Λάντεν, που τότε βρισκόταν στο Σουδάν. Ο τελευταίος όμως, όταν έφτασε στην Τζαλαλαμπάντ στις 18 Μαίου, ήταν ήδη αποφασισμένος που θα επένδυε τα εκατομμύριά του: στους Ταλιμπάν.
Ο Λάντεν είχε ανάγκη ένα συνεργάσιμο ακραίο καθεστώς που θα του χορηγούσε και καταφύγιο στα απροσπέλαστα αφγανικά βουνά και όχι τον ηθικά ακέραιο Μασούντ που δεν είχε στην ατζέντα του αντιαμερικανικές βλέψεις. Οι Ταλιμπάν με τα εκατομμύρια του Λάντεν, τα μέσα, τα χρήματα και τις υπηρεσίες της Διυπηρεσιακής Διεύθυνσης Πληροφοριών Πακιστάν, τη βοήθεια της Σαουδικής Αραβίας και καρπώμενοι τα έσοδα από το εμπόριο του οπίου έδειχναν ανίκητοι. Χτύπησαν την Τζαλαλαμπάντ φέρνοντας την Καμπούλ σε εξαιρετικά δύσκολη στρατηγική θέση.
Ο Μασούντ αποφάσισε να εκκενώσει την πρωτεύουσα για να αποσοβήσει τον σφαγιασμό των κατοίκων της πόλης. Για τα επόμενα χρόνια θα αναλάμβανε την υπεράσπιση του αγώνα κατά των Ταλιμπάν υπηρετώντας την Βόρεια Συμμαχία διεξάγοντας έναν περισσότερο στατικό πόλεμο στο βορειονατολικό κομμάτι της χώρας. Η Βόρεια Συμμαχία ενισχυόταν οικονομικά και στρατιωτικά από το Ιράν, την Ινδία και τη Ρωσία αλλά οι Ταλιμπάν κέρδιζαν συνεχώς έδαφος, ακόμα και σε περιοχές που δεν κατοικούνταν από Παστούν.
Μέχρι τη στιγμή των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου, οι Ταλιμπάν ήλεγχαν πάνω από το 75% της χώρας, συμπεριλαμβανομένων σχεδόν όλων των επαρχιακών πρωτευουσών. Ωστόσο, όπως έλεγε και ο εκπρόσωπος του γ.γ. ΟΗΕ στο Αφγανιστάν Francesc Vendrell, «ο Μασούντ ήταν η μοναδική στρατιωτική απειλή για τους Ταλιμπάν«. Ήταν μόνος του απέναντι στα δισεκατομμύρια των Αράβων, τους φανατικούς Ταλιμπάν και την καλύτερη ίσως υπηρεσία πληροφοριών στον κόσμο, την πακιστανική. Παρόλα αυτά επέδειξε τέτοια επικίνδυνη αντοχή που οι Ταλιμπάν του προσέφεραν σημαντική θέση στην διακυβέρνησή τους προκειμένου να τον κάνουν να σταματήσει τον αγώνα. Αρνήθηκε.
Η μεγαλύτερη στρατιωτική και πολιτική ήττα για την Βόρεια Συμμαχία ήρθε στις 9 Σεπτεμβρίου του 2001, όταν ο Ahmad Shah Masoud δολοφονήθηκε από πράκτορες της Αλ Κάιντα που προσποιήθηκαν τους δημοσιογράφους. Οι Ταλιμπάν και η Αλ Κάιντα ήταν τόσο «τρελοί» που ακόμα και ανησύχησαν ακόμα και κέντρα εξουσίας του Πακιστάν. Οι Δυτικοί εξέθρεψαν οι ίδιοι το «φίδι» που θα τους δάγκωνε στις 11 Σεπτεμβρίου, μόλις δύο ημέρες μετά την δολοφονία του Μασούντ.
Εγκαταλελειμμένος
Στον αγώνα του κατά των Ταλιμπάν ο Μασούντ ζήτησε τη βοήθεια της Δύσης, της ΕΕ και των ΗΠΑ. Προειδοποιούσε ότι οι τρομοκράτες, δηλαδή η συμμαχία Αλ Κάιντα – Ταλιμπάν, θα καταστρέψουν τη Δύση και την Ευρώπη σύντομα. Ήδη από το 1998 ο Λάντεν είχε εξαπολύσει «ιερό πόλεμο» εναντίον των ΗΠΑ, με άνευ προηγουμένου τρομοκρατικές επιθέσεις, ενώ είχε δημιουργήσει τις πολύτιμες βάσεις του στο Αφγανιστάν σε εδάφη που ήλεγχαν οι Ταλιμπάν. Ο Μασούντ είχε ενημερώσει ότι διέθετε πληροφορίες ότι ο Μπιν Λάντεν προετοιμάζει επιθέσεις πολύ μεγαλύτερης κλίμακας, απ’ ότι οι προηγούμενες εναντίον των πρεσβειών των ΗΠΑ το 1998, που κόστισαν τη ζωή σε 200 ανθρώπους.
Παρόλα αυτά στις ΗΠΑ, τόσο οι Ρεμπουμπλικάνοι όσο και οι Δημοκρατικοί πρόεδροι έκλεισαν τα αυτιά τους μοιραία παρά τις εισηγήσεις κάποιων αξιωματούχων που ήδη φώναζαν από την δεκαετία του 1980 ότι έπρεπε να ενισχυθεί οπωσδήποτε ο ικανός Μασούντ. Όσοι τόλμησαν να πούνε τα πράγματα με το όνομά τους το πλήρωσαν ακριβά. Ο Peter Tomsen, ειδικός Αποσταλμένος του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν το 1989 πίστευε ακράδαντα στον Μασούντ και τις ικανότητές του.
Ο διπλωμάτης Edmund McWilliams θεωρήθηκε ύποπτος από την ίδια του την υπηρεσία και την CIA επειδή άσκησε κριτική στις μεθόδους της Διυπηρεσιακής Διεύθυνσης Πληροφοριών του Πακιστάν που ενίσχυε τους ριζοσπάστες ισλαμιστές. H πράκτορας της DIA Julie Sirrs απολύθηκε από την υπηρεσία της επειδή συγκέντρωσε πληροφορίες, αντίθετα σε διαταγές ανωτέρων της, για ισχυρούς δεσμούς των Ταλιμπάν με τρομοκρατικές οργανώσεις. Ακόμα και ο στρατηγός Κλαρκ επιθυμούσε την ενίσχυση του Μασούντ για να αγκιστρώσει περισσότερες δυνάμεις των Ταλιμπάν. Ενδεχομένως η Ουάσιγκτον δεν ένιωθε και τόσο θέρμη να ενισχύσει έναν ανεξάρτητο ηγέτη που δεν εξαγοράζεται και που έχει παρε-δώσε με Κίνα, Ρωσία, Ιράν και Ινδία.
Στη δε δημοκρατική και ενωμένη Ευρώπη οι «ρομαντικοί» ευρωβουλευτές φώναζαν τον Μασούντ «πόλο ελευθερίας στο Αφγανιστάν» αλλά ούτε ασπιρίνη δεν του στείλανε. Αλλά ας μην είμαστε άδικοι με τη δημοκρατική Δύση. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της Fontaine κράτησε ενός λεπτού σιγή για την απώλειά του και η Δύση σακάτεψε το Αφγανιστάν -μέσω του ΝΑΤΟ- αδυνατώντας συγκριτικά να πετύχει ούτε στο 1/10 όσα κατάφερε ένας μοναχικός ηγέτης με τα μέσα που διέθετε.
Αυτούς που σήμερα διαμελίζουν ανυποψίαστους αμάχους στο Παρίσι, στο Λονδίνο, στη Μαδρίτη, στην Αφρική και στη Μέση Ανατολή και τους κυνηγάνε οι δυτικές μυστικές υπηρεσίες, τους αντιστάθηκε τη δεκαετία του 1990 ο Μασούντ. To μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα της ΕΕ, το μεταναστευτικό, διασυνδέεται άμεσα με την ισλαμική τρομοκρατία. Σε ότι είπε ο Μασούντ, έπεσε μέσα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου