agiazoni.gr
Ἰωάννης Ζηζιούλας (Μητροπολίτης Περγάμου)
('Aπὸ τὸ Συνέδριο «Πολιτιστικὲς ταυτότητες καὶ παγκοσμιοποίηση», Ἀθήνα 2003, ἐκπαιδευτήρια «Κώστα Γείτονα»)
Μὲ πολλὴ χαρὰ συμμετέχω στὸ συνέδριο ποὺ διοργανώνει ἡ Ἑταιρεία Παιδείας καὶ Πολιτισμοῦ ΕΝΤΕΛΕΧΕΙΑ, καὶ τὰ Ἐκπαιδευτήρια ΚΩΣΤΑ ΓΕΙΤΟΝΑ, μὲ ἕνα θέμα τόσο φλέγον καὶ ἐπίκαιρο ὅσο οἱ συνέπειες τῆς λεγόμενης «παγκοσμιοποίησης» γιὰ τὶς πολιτιστικὲς ἰδιαιτερότητες τῶν λαῶν, τὶς λεγόμενες πολιτιστικὲς «ταυτότητες». Εὐχαριστῶ τοὺς διοργανωτὲς τοῦ συνεδρίου γιὰ τὴν τιμὴ νὰ μοῦ ἀναθέσουν τὴν ἐναρκτήρια ὁμιλία τοῦ συνεδρίου.
Ὁ ὅρος «παγκοσμιοποίηση» τείνει πλέον νὰ ἐπικρατήσει στὴ γλώσσα μας καὶ νὰ γίνει τεχνικὸς ὅρος ὡς μετάφραση τοῦ globalization - mondialisation, ἑνὸς νεότευκτου ὅρου μὲ τὸν ὁποῖο δηλώνεται διεθνῶς τὸ φαινόμενο τῆς δημιουργίας μίας παγκόσμιας κοινότητας στὸ ἐπίπεδο κυρίως τῆς οἰκονομίας, μὲ ἀναπόφευκτες ὅμως προεκτάσεις στὴν πολιτική, ἀλλὰ καὶ εὐρύτερα στὸν πολιτισμό. Ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ ἐρώτημα ἂν ἡ ἀπόδοση τοῦ ὅρου αὐτοῦ στὴν ἑλληνικὴ εἶναι εὔστοχη ἢ ὄχι -ἡ ὁρολογία στὴν ἱστορία τῆς γλώσσας δὲν διαμορφώνεται σχεδὸν ποτὲ μὲ βάση τοὺς γλωσσικοὺς κανόνες- ἡ πραγματικότητα, ποὺ δηλώνει, δὲν μπορεῖ νὰ ἀποδοθεῖ οὔτε μὲ τὸν ὅρο «παγκοσμιότητα», οὔτε μὲ τὸν ὅρο «οἰκουμενικότητα», ὅπως ἐπιχειρεῖται ἀπὸ πολλούς. Τὸ φαινόμενο, ποὺ θέλουμε νὰ περιγράψουμε μὲ τὸν ὅρο «παγκοσμιοποίηση», διαφέρει ριζικὰ ἀπὸ ὅ,τι ὑποδηλώνουν οἱ ὅροι «παγκοσμιότητα» καὶ «οἰκουμενικότητα», καὶ δὲν θὰ ὠφελοῦσε σὲ τίποτε -μᾶλλον θὰ δημιουργοῦσε σύγχυση καὶ ἐπικίνδυνη φυγὴ ἀπὸ τὸ πρόβλημα- τὸ νὰ ἀντικαταστήσουμε τὸν ὅρο «παγκοσμιοποίηση» μὲ τοὺς ὅρους αὐτούς.
Τόσο ἡ παγκοσμιότητα ὅσο καὶ ἡ οἰκουμενικότητα ἀποτελοῦν θεμελιώδεις ὑπαρκτικὲς ἰδιότητες: δηλώνουν τρόπους ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ καταβολῆς τῆς ἱστορίας του. Εἶναι ἀδιανόητο νὰ ὑπάρχει ἄνθρωπος χωρὶς τὶς ἰδιότητες αὐτές. Ἡ παγκοσμιοποίηση, ὅμως, ἀποτελεῖ νεότερο ἱστορικὸ φαινόμενο, μία συνειδητὴ κατασκευή, ἕνα κατασκευασμένο ἱστορικὸ μόρφωμα, σύμφωνα μὲ μερικοὺς ἕνα σύγχρονο μύθο, ἕνα ἰδεολόγημα, πράγμα ποὺ καθιστᾶ ἴσως ἐπιτυχῆ τὸν ἑλληνικὸ αὐτὸ ὅρο μὲ τὸ δεύτερο συνθετικό του ( = - ποίηση). Ἡ «παγκοσμιοποίηση» εἶναι μία τεχνητὴ παγκοσμιότητα, μία παραμορφωμένη οἰκουμενικότητα. Πρόκειται γιὰ μία τυπικὴ περίπτωση «φαντασιακῆς θέσμισης τῆς κοινωνίας», γιὰ νὰ θυμηθοῦμε τὴν ἔκφραση τοῦ Κορνήλιου Καστοριάδη. Ὡς τέτοια πρέπει νὰ τὴν ἀντιμετωπίσουμε σὲ σχέση καὶ μὲ τὸ θέμα τοῦ πολιτισμοῦ.
Γιὰ νὰ κατανοήσουμε σωστὰ τὴν παγκοσμιοποίηση καὶ τὶς ἐπιπτώσεις της στὸ χῶρο τοῦ πολιτισμοῦ, πρέπει νὰ ἀναχθοῦμε στὶς ἱστορικὲς ρίζες, ποὺ ἄμεσα ἢ ἔμμεσα τὴν παρήγαγαν. Ἔτσι θὰ ἀντιμετωπίσουμε πιὸ σωστὰ τὰ κύρια χαρακτηριστικά τοῦ φαινομένου, καὶ προπάντων τὶς πολιτιστικὲς ἐπιπτώσεις του.
Ὑπάρχει ἡ γνώμη ὅτι ἡ παγκοσμιοποίηση ἀποτελεῖ φαινόμενο, ποὺ σηματοδοτεῖ τὸ τέλος τῆς «μοντέρνας ἐποχῆς», τῆς ἐποχῆς δηλαδὴ ποὺ ξεκινάει οὐσιαστικὰ ἀπὸ τὴ δεύτερη ἐπιστημονικὴ ἐπανάσταση τὸν 17ο αἰώνα καὶ ποὺ ὁδήγησε διὰ μέσου τῆς δεύτερης βιομηχανικῆς ἐπανάστασης τὸν 18ο αἰώνα στὴ σύνδεση τῶν ἐπιστημονικῶν ἀνακαλύψεων μὲ τὴν παραγωγή. Ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτὴ ἡ παγκοσμιοποίηση δὲν εἶναι παρὰ φυσικὴ συνέπεια τοῦ Διαφωτισμοῦ, ὅπως ἐκφράζεται ἤδη ἀπὸ τὸν Καρτέσιο ὅταν γράφει ὅτι μὲ τὴν πρόοδο τῆς γνώσεως καὶ τῶν ἐπιστημῶν ὁ ἄνθρωπος θὰ καταστεῖ «κύριος καὶ κάτοχος τῆς φύσεως» (maitre et possesseur de la nature), ἀφοῦ θὰ μπορεῖ νὰ χρησιμοποιεῖ τὴ γνώση, γιὰ νὰ παράγει χρήσιμα γι' αὐτὸν ἀποτελέσματα. Τὸ φαινόμενο τῆς παγκοσμιοποίησης δὲν μπορεῖ νὰ νοηθεῖ χωρὶς ὁρισμένα βασικὰ χαρακτηριστικά τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ, μεταξὺ τῶν ὁποίων κυρίαρχο ρόλο παίζουν τὰ ἀκόλουθα :
α) Ἡ σύνδεση τῆς γνώσης μὲ τὴν παραγωγή: Πρόκειται γιὰ καθαρὰ «δυτικὸ» φαινόμενο, μὲ τὶς ρίζες του βαθιὰ στὴ ρωμαϊκὴ νοοτροπία, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὅ,τι δὲν παράγει ἀποτέλεσμα χρήσιμο, ἀγνοεῖται ὡς οὐσιαστικὰ ἀνύπαρκτο. Ἡ ρωμαϊκὴ αὐτὴ ἀντίληψη ἀνέτρεψε τὴν ἀρχαιοελληνικὴ προσέγγιση τῆς γνώσης ὡς μέσου, ποὺ ὁδηγεῖ στὸ «καλὸν» καὶ τὸ «ἀγαθόν», δηλαδὴ ὡς αἰσθητικῆς καὶ ἠθικῆς ἀξίας, καὶ τὴ συνέδεσε μὲ τὴ χρηστικότητα καὶ τὴ χρησιμοθηρία. Ἀπομακρύνθηκε ἐπίσης ἀπὸ τὴ χριστιανικὴ θεώρηση τῆς γνώσης ὡς μέσου πραγματώσεως τῆς ἀγάπης. Σύμφωνα μὲ τὴν Παύλειο ἀρχὴ «ἡ γνῶσις φυσιοῖ, ἡ δὲ ἀγάπη οἰκοδομεῖ». Εἶναι πολὺ φυσικὸ μία τέτοια νοοτροπία νὰ γεννήσει τὴν προτεραιότητα τῆς οἰκονομίας στὸν πολιτισμό, καὶ μάλιστα τῆς οἰκονομίας τῆς παραγωγῆς καὶ τῆς ἀγορᾶς, καθιστώντας ἔτσι τὴν παγκοσμιοποίηση πρωταρχικὰ καὶ κυρίως θέμα οἰκονομικό. Ὅλα σὲ μία τέτοια νοοτροπία ὁδηγοῦν στὴ λογική τῆς ἐλεύθερης οἰκονομίας, μὲ βασικὴ δυναμικὴ τὴ διαρκῆ κερδοφορία.
β) Ἡ νοοτροπία αὐτὴ τῆς χρηστικότητας, ποὺ συνδέεται μὲ τὴν ἀντίληψη ὅτι μόνον ὅ,τι παράγει ἀποτέλεσμα δικαιώνει τὴν ἀνθρώπινη πράξη (ἂς σημειωθεῖ ὅτι στὴν ἱστορία τοῦ δυτικοῦ στοχασμοῦ τὸ εἶναι ταυτίστηκε μὲ τὸ πράττειν), δὲν θὰ παρήγαγε τὴν παγκοσμιοποίηση χωρὶς τὴ βοήθεια ἑνὸς ἄλλου χαρακτηριστικοῦ τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ, ποὺ εἶναι ἡ θεώρηση τῆς οὐσίας τοῦ ἀνθρώπου ὡς σκεπτόμενου ὄντος. Αὐτὴ ἡ ὑπερβολικὴ ἔξαρση τῶν νοητικῶν ἱκανοτήτων τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὑπερτίμηση τῆς νόησης καὶ ἡ ἀπομόνωσή της ἀπὸ τὶς λοιπὲς σωματικὲς λειτουργίες του, ποὺ ὁδήγησε στὴν ἀνακάλυψη ὅτι ἡ νόηση εἶναι δύναμη, δημιούργησε τὴν τεχνολογία ὡς μέσο ἐπικοινωνίας τῶν ἀνθρώπων χωρὶς τὴν παρέμβαση σωματικῶν καὶ τοπικῶν δεσμεύσεων. Ἔτσι ἡ τεχνολογία, ὡς καθαρὴ νόηση, ἑνώνει τοὺς ἀνθρώπους παρακάμπτοντας τοὺς περιορισμούς, ποὺ συνεπάγεται τὸ ἀνθρώπινο σῶμα καὶ ἡ σχέση του μὲ ἕνα συγκεκριμένο φυσικὸ περιβάλλον, καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ παράγει μία παγκόσμια κοινωνία σὲ βάρος τῶν φυσικῶν καὶ τοπικῶν ἰδιαιτεροτήτων. Γι' αὐτό. τὸ μεγαλύτερο θύμα τῆς τεχνολογίας εἶναι ἡ ἀνθρώπινη σωματικότητα καὶ τὸ φυσικὸ περιβάλλον. Δὲν εἶναι, συνεπῶς, τυχαῖο τὸ ὅτι ἡ παγκοσμιοποίηση χρειάζεται τὴν τεχνολογία, γιὰ νὰ ἑνώσει τοὺς ἀνθρώπους, οὔτε ὅτι στὴν ἕνωση, ποὺ παράγει, θυσιάζονται τόσο ἡ ἀνθρώπινη σωματικότητα (οἱ ἄνθρωποι δὲν χρειάζονται πλέον τὴ σωματικὴ συνεύρεση καὶ παρουσία γιὰ νὰ ἐπι-κοινωνήοουν, ἀφοῦ ὅλα αὐτὰ τὰ ἀντικαθιστᾶ ἡ πληροφορικὴ) ὅσο καὶ τὸ φυσικὸ περιβάλλον (εἶναι ἁπτὴ πλέον ἡ ἀδιαφορία ἢ καὶ ἡ βλάβη, ποὺ ἐπιφέρει ἡ παγκοσμιοποίηση στὸ φυσικὸ περιβάλλον προβάλλοντας τὰ πρότυπα συνεχοῦς ἀναπτύξεως καὶ καταναλώσεως ἀγαθῶν ὡς πρωταρχικὰ στοιχεῖα τοῦ πολιτισμοῦ).
γ) Βασικὰ χαρακτηριστικά του πολιτισμοῦ, ὁ ὁποῖος γέννησε καὶ τρέφει τὴν παγκοσμιοποίηση, εἶναι ἡ ἀντικατάσταση τῆς ἐννοίας τοῦ προσώπου ὀπὸ ἐκείνη τοῦ ἀτόμου. Ἡ διαφορὰ μεταξὺ τῶν δύο ἐννοιῶν εἶναι ριζικὴ καὶ ὁριοθετεῖ τὴ δυτικὴ φιλοσοφικὴ παράδοση, ἤδη ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Αὐγουστίνου καὶ τοῦ Βοηθίου τὸν 5ο μ.Χ. αἰώνα, ἀπὸ ἐκείνη τῶν Ἑλλήνων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μὲ ἐπικεφαλῆς τοὺς Καππαδόκες Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ διαφορὰ ἔγκειται στὸ ὅτι τὸ μὲν ἄτομο εἶναι ἔννοια ἀριθμητική, προσφέροντας ἔδαφος τόσο στὴ μόνωση, τὴν αὐτάρκεια καὶ τὴν ἐσωστρέφεια, ὅσο καὶ στὸ ἀντίθετό τους, τὴν ὁμαδοποίηση, τὸν κολλεκτιβισμὸ καὶ τὴν ὁμαδοποίηση. Ἐνῶ τὸ πρόσωπο δηλώνει τὴν ἀπόλυτη μοναδικότητα, ποὺ δὲν αὐτοβεβαιώνεται ναρκισσιστικά, ἀλλὰ πηγάζει ἀπὸ μία ἀδιάρρηκτη σχέση μὲ τὸν ἄλλο. Στὸ ἄτομο δὲν εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ὕπαρξη τοῦ «ἄλλου», γιὰ νὰ ὑφίσταται, ἐνῶ στὸ πρόσωπο ἡ σχέση μὲ τὸν «ἄλλο», ἡ ἑτερότητα εἶναι προϋπόθεση γιὰ τὴν ὕπαρξή του. Ἡ παγκοσμιοποίηση ἔχει ὡς ἰδεολογικὸ ὑπόβαθρο τὸν ἀτομισμό, τὰ δικαιώματα τοῦ ἀτόμου -ὄχι τοῦ προσώπου-καὶ μάλιστα στὴ χρηστική τους μορφή, δηλαδὴ στὴ μορφὴ τῆς εὐδαιμονίας τοῦ ἀτόμου, ὅπως τὴν προβλέπει καὶ τὴ θεσπίζει ἐπίσημα τὸ Ἀμερικάνικο Σύνταγμα.
Ἡ παγκοσμιοποίηση προσφέρει ἑνότητα ἀτόμων, ὄχι προσώπων, γι’ αὐτὸ καὶ κατὰ τρόπο μυστηριώδη, ἐνῶ προωθεῖ τὴν παγκόσμια ἑνότητα, τὸ κάνει ἐνθαρρύνοντας καὶ καλλιεργώντας τὶς διακρίσεις μεταξὺ ἐκείνων ποὺ εὐδαιμονοῦν καὶ ἐκείνων ποὺ δυστυχοῦν, προκαλώντας συχνὰ εἴτε συγκρούσεις συμφερόντων, εἴτε περιθωριοποίηση, αὐτοεγκατάλειψη καὶ ἐπιτακτικὴ ἀπομόνωση ὅσων δὲν κατορθώνουν νὰ εἶναι ἀρκετὰ παραγωγικοί, ὥστε νὰ ἔχουν δικαίωμα στὴν εὐδαιμονία.
Θὰ μποροῦσε, λοιπόν, συνοπτικὰ νὰ θεωρήσει κανεὶς τὴν παγκοσμιοποίηση ὡς ἕνα ἐπινόημα ἢ κατασκεύασμα τοῦ συγχρόνου δυτικοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος δανείστηκε ἀπὸ τὴ φιλοσοφικὴ καὶ πολιτιστικὴ παράδοσή του καὶ συνέθεσε σὲ μία ἑνότητα τὴ γνωσιοκρατία, τὴ χρηστικότητα καὶ τὴν ἀτομοκρατία, προκειμένου νὰ δημιουργήσει μία παγκόσμια κοινωνία ἀτόμων συνδεδεμένων μεταξύ τους μὲ τὴν ἐπιδίωξη τῆς ἀτομικῆς εὐδαιμονίας διὰ μέσου της χρησιμοποιήσεως τῆς γνώσεως ὡς ἐργαλείου αὐξήσεως τῆς παραγωγῆς διὰ τῆς οἰκονομικῆς προόδου. Ἡ παγκοσμιοποίηση εἶναι κατὰ συνέπεια ἄρρηκτα δεμένη μὲ τὴν οἰκονομικὴ ἀνάπτυξη ( = παραγωγικότητα), τὴν τεχνολογία (=γνωσιοκρατία) καὶ τὴν εὐδαιμονία τοῦ ἀτόμου. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐμπεριέχει μία βαθιὰ ἀντίφαση, ἡ ὁποία καθιστᾶ δύσκολο, ἂν ὄχι ἀδύνατο, τὸν χαρακτηρισμό της ὡς «καλοῦ» ἢ ὡς «κακοῦ» φαινομένου. Ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος, ἑνώνει τοὺς λαοὺς καὶ τοὺς ἀνθρώπους καὶ συντελεῖ στὴν ὑπέρβαση τῶν συγκρούσεων, τὸν ἐκδημοκρατισμὸ τῆς πολιτικῆς μὲ τὴν προώθηση τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀτόμου, τὴν αὔξηση τοῦ πλούτου μὲ τὴ Βοήθεια τῆς τεχνολογίας καὶ τῆς παραγωγῆς ἀγαθῶν ἀπὸ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσαν νὰ ὠφεληθοῦν ὅλοι οἱ κάτοικοι τοῦ πλανήτη μας. Ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος, λόγω τῆς ἀτομοκρατίας, καλλιεργεῖ τὴν πλεονεξία καὶ τὴ φιλαυτία, πράγμα ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἄδικη κατανομὴ τοῦ παραγομένου πλούτου, ἐπιτείνει τὸν εὐδαιμονισμὸ μὲ τὸν πολλαπλασιασμὸ τῶν ἀναγκῶν χάρη τῆς μεγαλύτερης παραγωγῆς καὶ κατανάλωσης ἀγαθῶν, καὶ ὑποτάσσει τὰ πάντα στὴν οἰκονομικὴ δύναμη, ἡ ὁποία χρησιμοποιεῖ τὴ γνώση γιὰ τοὺς σκοπούς της, ἐξαγοράζοντάς την μὲ τὴ λογικὴ ὅτι τίποτε, ἄρα καὶ ἡ γνώση, δὲν ἔχει νόημα, ἂν δὲν παράγει ἀποτέλεσμα χρήσιμο γιὰ τὴν εὐδαιμονία τοῦ ἀτόμου.
Ἡ παγκοσμιοποίηση, λοιπόν, βασίζεται στὴν ἀντίληψη ὅτι πολιτισμὸς εἶναι στὴν οὐσία ὅ,τι παράγει ἡ γνώση ὡς «χρῆμα», δηλαδὴ ὡς κάτι «χρήσιμο» γιὰ τὴν εὐδαιμονία τοῦ ἀτόμου. Ὁ «πολιτισμὸς» αὐτός, λόγω τῆς ἀτομοκρατίας του, ἑνώνει τοὺς ἀνθρώπους στὸν κοινὸ ἄξονα τῆς εὐδαιμονίας, ποὺ ἐξασφαλίζει ἡ οἰκονομικὴ εὐμάρεια, καὶ καθιστᾶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ δευτερεύουσα ἤ, ἂν εἶναι ἐμπόδιο, ἐξοβελιστέα κάθε ἄλλη μορφὴ πολιτιστικῆς ἑνότητας τῶν ἀνθρώπων.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἀναδύεται τὸ πρόβλημα τῶν πολιτιστικῶν ταυτοτήτων.
Εἶναι διάχυτος ὁ φόβος ὅτι ἡ παγκοσμιοποίηση ἀπειλεῖ μὲ ἰσοπέδωση τὶς πολιτιστικὲς ἰδιαιτερότητες καὶ ἀποβλέπει στὴν ἐπιβολὴ μιᾶς ἑνιαίας μορφῆς πολιτισμοῦ σὲ παγκόσμια κλίμακα. Ὁ φόβος αὐτός, μὲ τὴ μορφή, τουλάχιστον, μὲ τὴν ὁποία συνήθως νοεῖται, δὲν ἔχει σοβαρὰ ἐρείσματα. Διότι ἡ ἔννοια τῆς ἐλευθερίας καὶ τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀτόμου, στήν ὁποία βασίζεται ἡ παγκοσμιοποίηση, δὲν ἐπιτρέπει τὴ βιαία ἐπιβολὴ κανενὸς εἴδους πολιτισμοῦ. Ἂν οἱ λαοί, γιὰ παράδειγμα, βρίσκουν τὰ κινηματογραφικὰ προϊόντα μίας χώρας πιὸ ἑλκυστικὰ ἀπὸ ὅσα τοὺς προσφέρει ἡ δική τους τέχνη, αὐτὸ δὲν σημαίνει τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸ ὅτι δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ ἐκτιμήσουν ὅσο ἀξίζει, ἂν ἀξίζει, τὸ δικό τους πολιτισμό. Σημαίνει εἴτε ὅτι ὁ δικός τους πολιτισμὸς εἶναι κατώτερος τοῦ ξένου, εἴτε ὅτι ἡ παιδεία τους δὲν τοὺς ἔμαθε τὴν ἀξία του, ἂν δὲν ἁλώθηκε βέβαια καὶ ἡ ἴδια ἡ παιδεία ἀπὸ τὸν «ξένο» αὐτὸ πολιτισμό. Ἡ παγκοσμιοποίηση, μὲ ἄλλα λόγια, δὲν ἀπειλεῖ παρὰ μόνο τὶς πολιτιστικὲς ταυτότητες ποὺ ἔχουν ἤδη ἀτονήσει καὶ ἐξασθενήσει ἀπὸ μόνες τους ὡς ὑπαρξιακὰ βιώματα τοῦ λαοῦ, αὐτὲς ποὺ ἔχουν περιπέσει σὲ «φολκλὸρ» καὶ ποὺ οὕτως ἢ ἄλλως δὲν προξενοῦν κανένα πρόβλημα στὴν παγκοσμιοποίηση.
Ἡ παγκοσμιοποίηση δὲν ἐνοχλεῖται καθόλου ἀπὸ τὴν πολυπολιτισμικότητα. ὅταν αὐτὴ περιορίζεται στὴ φολκλορικὴ ἔκφρασή της. Ἀντιθέτως τὴν ἐνθαρρύνει ὡς ἕνα ἐμπλουτισμὸ τῆς ἀτομικῆς τέρψεως καὶ εὐδαιμονίας. Τὴ χρηματοδοτεῖ μάλιστα, γιὰ νὰ γίνει πιὸ «χρήσιμη» σὲ ὅσους εἶναι σὲ θέση νὰ ἐξαγοράσουν τὰ «ἐνδιαφέροντα» αὐτὰ «ἐξωτικὰ» προϊόντα του πολιτισμοῦ. Ἔτσι, οἱ «φολκλορικὲς» αὐτὲς πολιτιστικὲς ἰδιαιτερότητες μπορεῖ νὰ «πουληθοῦν» ὡς οἰκονομικὰ ἀγαθὰ στὴν παγκόσμια ἀγορὰ καὶ νὰ γίνουν οἱ ἴδιες μέρος τῆς παγκοσμιοποίησης.
Ἡ παγκοσμιοποίηση ἐνοχλεῖται μόνον ὅταν μία συγκεκριμένη πολιτιστικὴ ταυτότητα ἐμποδίζει τὶς πολιτισμικὲς συνιστῶσες, ποὺ περιγράψαμε πιὸ πάνω ὡς βασικὰ συστατικά της. Ὅ,τι, γιὰ παράδειγμα, δὲν θεωρεῖ τὴ γνώση ὡς χρηστικὸ ἐργαλεῖο προωθήσεως τῆς ἀτομικῆς εὐημερίας διὰ τῆς οἰκονομικῆς ἀναπτύξεως. πρέπει νὰ ἐξοβελιστεῖ. Ἕνας λαὸς ποὺ ἀφιερώνει περισσότερο χρόνο στὴ διασκέδαση παρὰ στὴν ἐργασία καὶ δὲν προάγει τὴν οἰκονομία, πρέπει νὰ ἀλλάξει νοοτροπία. Ἕνα κράτος, ποὺ μὲ τὸ ἐκπαιδευτικό του σύστημα δὲν ἐξυπηρετεῖ τὴν παραγωγή, πρέπει νὰ προβεῖ στὶς ἀνάλογες μεταρρυθμίσεις. Κάθε Δίκαιο ποὺ ἐμποδίζει τὴν εὐδαιμονία τοῦ ἀτόμου, τὸ ὕψιστο αὐτὸ πολιτισμικὸ ἀγαθό, πρέπει νὰ ἀναπροσαρμοστεῖ. Αὐτὲς καὶ ἄλλες παρόμοιες ἰδιαιτερότητες, ποὺ ἅπτονται τῶν ἀρχῶν ποὺ γέννησαν τὴν παγκοσμιοποίηση, ὅπως τὶς περιγράψαμε πιὸ πάνω, πράγματι ἀπειλοῦνται ἀπὸ τὴν παγκοσμιοποίηση. Ἀλλά, ὅταν ὅλα αὐτὰ ἔχουν ἤδη παραχωρηθεῖ, γιὰ ποιὰ πολιτιστικὴ ταυτότητα μιλᾶμε πλέον ὅτι ἀπειλεῖται ἀπὸ τὴν παγκοσμιοποίηση;
Ἂς ἔλθουμε στὰ καθ' ἠμᾶς. Μὲ ποιὸ τρόπο μπορεῖ νὰ λεχθεῖ ὅτι, ἡ παγκοσμιοποίηση ἀπειλεῖ τὴν πολιτιστική μας ταυτότητα; Ποιὰ εἶναι αὐτὴ ἡ πολιτιστικὴ ταυτότητά μας, ποὺῦ κινδυνεύει ἀπὸ τὴν παγκοσμιοποίηση; Ἂς δοῦμε τὸ ζήτημα αὐτὸ σὲ βάθος καὶ μὲ προσοχή.
Πολὺς λόγος γίνεται τὰ τελευταία χρόνια γιὰ τὴν ἑλληνικότητα, τὴν ἰδιαίτερη δηλαδὴ πολιτισμικὴ ταυτότητα τῶν Ἑλλήνων. Ἀλλὰ σὲ τί συνίσταται ἡ ταυτότητα αὐτή; Τρία στοιχεῖα θὰ μπορούσαμε νὰ ἀπομονώσουμε ὡς βασικὰ συστατικά τῆς ταυτότητάς μας:
α) Ἡ γλώσσα. Πράγματι, ἡ γλώσσα ἀποτελεῖ συστατικὸ στοιχεῖο κάθε πολιτιστικῆς ταυτότητας. Μὲ ποιὸ τρόπο τὴν ἀπειλεῖ ἡ παγκοσμιοποίηση; Σίγουρα ὄχι μὲ τὴν ἀντικατάστασή της μὲ τὸ λατινικὸ ἀλφάβητο ἢ τὴν κατάργησή της. Τέτοιες ἀπειλὲς δὲν ὑπάρχουν παρὰ μόνο στὴ σκέψη φοβισμένων ἢ προκατειλημμένων ἀνθρώπων. Ἂν ἀπειλεῖται ἡ γλώσσα ἀπὸ κάτι, αὐτὸ εἶναι τὸ πνεῦμα τῆς χρηστικότητας, στὸ ὁποῖο ἀναφερθήκαμε πιὸ πάνω. Αὐτὸ συνεπάγεται δύο πράγματα: πρῶτον, τὴν ἁπλοποίηση καὶ τὸν περιορισμὸ τοῦ λεξιλογίου στὸ ἐλάχιστο, ποὺ ἐξυπηρετεῖ ἀποτελεσματικὰ τὴν παραγωγή, δείχνει τὴν λεξιπενία, τὴν κατάργηση τῶν τόνων καὶ τῶν πνευμάτων κ.τ.λ., καί, δεύτερον, τὸν ὑποβιβασμό της σὲ δεύτερη μοίρα σὲ σχέση μὲ κάποια ξένη γλώσσα, ποὺ εἶναι πιὸ χρηστικὴ στὴν παγκόσμια κοινότητα. Ξαναγυρίζουμε δηλαδὴ πάλι στὶς βασικὲς πολιτισμικὲς συνιστῶσες τῆς παγκοσμιοποίησης. Ἂν ὁ λαὸς μας ἔχει ἀποδεχθεῖ τὶς συνιστῶσες τῆς χρηστικότητας τῆς γνώσης, τῆς προτεραιότητας τῆς παραγωγικότητας κ.τ.λ., τότε μοιραία ἡ γλώσσα του θὰ ὑποστεῖ κάποιες συνέπειες. Τὸ πρόβλημα, συνεπῶς, δὲν εἶναι στὴν οὐσία τί θὰ γίνει μὲ τὴ γλώσσα, ἀλλὰ τί θὰ γίνει μὲ τὴν ἀποδοχὴ ἢ ὄχι τῆς πολιτισμικῆς ἀρχῆς τῆς χρηστικότητας ὡς πρὸς ὅλα τὰ στοιχεῖα τοῦ πολιτισμοῦ, περιλαμβανομένης καὶ τῆς γλώσσας.
β) Ἡ ἐθνικὴ κυριαρχία. Κρίσιμο πρόβλημα ποὺ θὰ προκύψει στὰ πλαίσια τῆς παγκοσμιοποίησης εἶναι ἡ τύχη τοῦ ἔθνους-κράτους. Στὸ σημεῖο αὐτὸ τὰ πράγματα εἶναι κάπως περίπλοκα. Ἀποτελεῖ ἡ ἔννοια τοῦ ἔθνους-κράτους συστατικὸ στοιχεῖο μιᾶς πολιτιστικῆς ταυτότητας, κάτι ἀνάλογο μὲ τὴ γλώσσα; Ἡ ἱστορία ἀλλὰ καὶ ἡ σύγχρονη πραγματικότητα δὲν ἐπιβεβαιώνουν κάτι τέτοιο. Στὸ Βυζάντιο, γιὰ παράδειγμα, ὑπάρχει ἑνιαία πολιτισμικὴ ταυτότητα, παρὰ τὸ ὅτι στὸ ἴδιο κράτος στεγάζονται διάφορα ἔθνη. Στὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας τὸ Γένος μας διατηρεῖ καὶ ἀναπτύσσει τὴν ἰδιαίτερη πολιτιστικὴ ταυτότητά του, χωρὶς νὰ διαθέτει δική του κρατικὴ ταυτότητα. Ἀκόμα καὶ σήμερα ὁ ἑλληνισμὸς τῆς διασπορᾶς διατηρεῖ ἐξ ἴσου, ἂν ὄχι καὶ περισσότερο, μὲ τοὺς Ἕλληνες τῆς μητροπολιτικῆς Ἑλλάδος τὴν ἰδιαίτερη πολιτιστικὴ ταυτότητά του. Ἡ ἔννοια τοῦ ἔθνους-κράτους εἶναι καὶ αὐτὴ σὲ κάποιο βαθμό, ὅπως καὶ ἡ παγκοσμιοποίηση, ποὺ τώρα τείνει νὰ τὴν καταργήσει, τεχνητὸ κατασκεύασμα τῆς ἴδιας πολιτισμικῆς νοοτροπίας, ποὺ γέννησε τὸν 18ο -19ο αἰώνα τὸν ἐθνικισμὸ καὶ ποὺ σήμερα γεννᾶ τὴν παγκοσμιοποίηση. Τώρα, λοιπόν, ποὺ τὰ ἔθνη-κράτη καλοῦνται διαρκῶς καὶ περισσότερο νὰ παραχωρήσουν τὴν κρατικὴ κυριαρχία τους, νὰ ἀνοίξουν τὰ σύνορά τους, νὰ ἐπιτρέψουν τὴν ἐγκατάσταση ξένων στὸ ἔδαφός τους μὲ ἀναπόφευκτη συνέπεια τὴ δημογραφικὴ ἀλλοίωσή τους, ὁ ἑλληνισμὸς ὡς πολιτιστικὴ ταυτότητα θὰ πρέπει νὰ διαχωριστεῖ σαφῶς ἀπὸ τὸν ἑλλαδισμό, καὶ νὰ μὴ συγχέεται ἢ ταυτίζεται μὲ αὐτόν. Ἂν δὲν θέλουμε ἡ παγκοσμιοποίηση νὰ συνθλίψει τὴν ἐθνική μας ταυτότητα, πρέπει νὰ κάνουμε τὸν διαχωρισμὸ αὐτὸ καὶ νὰ ἀναπτύξουμε τὸν ἑλληνισμὸ ὡς πολιτιστικὴ ταυτότητα, ποὺ δὲν θὰ ἐξαρτᾶ τὴν ἐπιβίωσή της ἀπὸ τὴν τύχη τοῦ ἔθνους-κράτους.
γ) Ἡ θρησκεία. Καίριο ζήτημα δημιουργεῖ ἡ θρησκεία στὴν πορεία τῆς παγκοσμιοποίησης. Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι στὴν περίφημη θεωρία γιὰ τὴ σύγκρουση τῶν πολιτισμῶν, ὁ εἰσηγητὴς τῆς θεωρίας διαχωρίζει τοὺς πολιτισμοὺς οὐσιαστικὰ μὲ βάση τὴ θρησκεία. Ἀποτελεῖ ἐπικίνδυνο στρουθοκαμηλισμὸ ἡ τάση πολλῶν πολιτικῶν νὰ ὑποτιμοῦν τὸ ρόλο τῆς θρησκείας στὴ ζωὴ ἑνὸς ἔθνους. Ἡ θρησκεία διαμόρφωσε καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ διαμορφώνει, ἄμεσα ἢ ἔμμεσα, πολιτιστικὲς ταυτότητες. Τὸ πρόβλημα σήμερα εἶναι ἂν ὁ ρόλος τῆς θρησκείας στὴ διαμόρφωση τῶν πολιτισμικῶν ταυτοτήτων μπορεῖ νὰ συνεχιοτεῖ, καὶ μέ. ποιὸν τρόπο, στὰ πλαίσια τῆς παγκοσμιοποίησης. Ἡ πείρα τοῦ παρελθόντος, κατὰ τὸ ὁποῖο ἡ θρησκεία χρησιμοποιήθηκε γιὰ νὰ διαιρέσει ἢ νὰ καταπιέσει, ἀντὶ νὰ ἑνώσει καὶ ἐλευθερώσει τοὺς ἀνθρώπους, ὁδηγεῖ στὴν τάση νὰ ἀποχρωματιστεῖ, ὅσο περισσότερο γίνεται, ὁ πολιτισμὸς ἀπὸ τὴ θρησκεία. Αὐτὸ εἶναι ὄχι μόνο ἀνεδαφικό, ἀλλὰ καὶ ἐπιζήμιο. Γιατί ἡ θρησκεία ἀπὸ τὴ φύση της μπορεῖ νὰ συντελέσει στὴν ἀνάπτυξη μιᾶς ὑγιοῦς παγκοσμιότητας, ἀπαλλαγμένης ἀπὸ τὶς στρεβλώσεις τῆς παγκοσμιοποίησης. Ἰδιαίτερα ἰσχύει αὐτὸ γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία μὲ ἄξονα τὴν ἔννοια τοῦ προσώπου μπορεῖ νὰ δείξει πρὸς μία παγκοσμιότητα ποὺ θὰ σέβεται τὴ διαφορὰ καὶ τὴν ἑτερότητα, ποὺ δὲν φοβᾶται τὸν «ἄλλο», ὅσο διαφορετικὸς καὶ ἂν εἶναι αὐτός, ἀκόμα καὶ στὴ θρησκεία του, ἀλλὰ θὰ τὸν ἀγκαλιάζει ὡς ἀδελφό. Μία τέτοια Ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία θὰ «ἀληθεύει ἐν ἀγάπῃ», κατὰ τὴ φράση τοῦ Παύλου, καὶ ὄχι ἐν ζηλωτικῇ μισαλλοδοξίᾳ, ἡ ὁποία δὲν θὰ ταυτίζει τὴν ὑπόστασή της μὲ μία ἐθνικὴ ἢ κρατικὴ ὀντότητα, ἀλλὰ θὰ διαποτίζει τὸν πολιτισμὸ μὲ τὸ πνεῦμα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἐλευθερίας, εἶναι ὄχι μόνο ἀνεκτή, ἀλλὰ καὶ ἄκρως ἀναγκαία στὴν ἐποχὴ τῆς παγκοσμιοποίησης.
Δυστυχῶς, ἡ Ὀρθοδοξία σήμερα δυσχεραίνεται στὸν πολιτισμικό της ρόλο ἀπὸ διαφόρους ἐνδογενεῖς, ὡς ἐπὶ τὸ πολύ, παράγοντες. Ἕνας τέτοιος παράγων εἶναι ἡ διάρθρωση καὶ ἡ δόμησή της σὲ αὐτοκέφαλες ἐκκλησίες μὲ βάση τὴν ἔννοια τοῦ ἔθνους-κράτους. Αὐτὸ σημαίνει πολλὲς φορὲς ὅτι ἡ Ἐκκλησία δίνει προτεραιότητα στὴν ἐθνική της ταυτότητα καὶ ὄχι στὴν οἰκουμενικότητά της. Κινδυνεύει ἔτσι νὰ συμπαρασυρθεῖ μὲ τὸ ἔθνος-κράτος στὴ δίνη τῆς παγκοσμιοποίησης.
Ἄλλος παράγων ἀνασταλτικός της πολιτισμικῆς συνεισφορᾶς της εἶναι ἡ ἀδυναμία, ποὺ συνήθως ἐπιδεικνύει, νὰ βρεῖ τὴ χρυσὴ τομὴ μεταξύ τῆς ἐκκοσμίκευσης καὶ τῆς συμμετοχῆς της στὸ ἱστορικὸ γίγνεσθαι. Πολλὲς φορὲς ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία προσπαθεῖ νὰ ἐπηρεάσει τὴν ἱστορία μετερχόμενη κοσμικὲς μεθόδους, ἀντιγράφοντας ἢ καὶ ἀνταγωνιζόμενη τὴν πολιτικὴ καὶ τὴν οἰκονομικὴ δύναμη, μὲ κίνδυνο νὰ ἐκκοσμικεύσει τὸ μήνυμά της καὶ νὰ τὸ καταστήσει ἕρμαιο τῆς ἐφήμερης δημοσιότητας. Ἄλλοτε, πάλι, ἀποσύρεται στὸ κελὶ τῆς προσευχῆς της καὶ ἀδιαφορεῖ γιὰ τὰ προβλήματα ποὺ ταλανίζουν τὸν ἄνθρωπο, ἀρνούμενη νὰ παράγει πολιτισμό. Καὶ οἱ δύο αὐτὲς τάσεις εἶναι ἄκρως ἐπιζήμιες τὴν ἐποχὴ τῆς παγκοσμιοποίησης. Ἡ Ὀρθοδοξία ἀνέκαθεν δημιούργησε πολιτισμό, ἀλλὰ αὐτὸ τὸ ἔκανε ὄχι ταυτιζόμενη μὲ ἐφήμερες κοσμικὲς δυνάμεις ἀλλὰ προβάλλοντας αἰώνιες πνευματικὲς ἀρχὲς καὶ ἐνδιαφερόμενη γιὰ τὴ διείσδυση τῶν ἀρχῶν αὐτῶν στὸν πολιτισμό. Τέτοιες βασικὲς καὶ θεμελιώδεις πνευματικὲς ἀρχὲς εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ ἐλευθερία, ἡ ἀκεραιότητα καὶ μοναδικότητα τοῦ κάθε ἀνθρώπινου προσώπου, ἡ ἱερότητα καὶ ὁ σεβασμὸς τοῦ σώματος καὶ τῆς φυσικῆς δημιουργίας τοῦ θεοῦ, καὶ ὅλα ὅσα συναφῆ μὲ αὐτὰ ἐκφράζουν τὸν πολιτισμὸ ἑνὸς λαοῦ.
Ἰδιαίτερα στὶς μέρες μας ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει χρέος νὰ πάρει θέση ὡς πρὸς τοὺς κινδύνους ποὺ ἐγκυμονεῖ ἡ παγκοσμιοποίηση γιὰ τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο, τὴν ἀξιοπρέπεια καὶ τὴν ἐλευθερία του, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ φυσικὸ περιβάλλον (ἂς σημειωθοῦν ἐδῶ οἱ πρωτοβουλίες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου), τὸ ὁποῖο κινδυνεύει ἀπὸ τὸν οἶστρο τῆς οἰκονομικῆς ἀνάπτυξης καὶ τὴν παντοδυναμία τῆς τεχνολογίας.
Ἡ θέση αὐτὴ τῆς Ἐκκλησίας μπορεῖ νὰ εἶναι κριτικὴ στὸ ἐπίπεδο τῶν ἰδεῶν, ἀλλὰ κυρίως πρέπει νὰ εἶναι ἐποικοδομητικὴ στὴν καλλιέργεια ἑνὸς ἤθους, ποὺ θὰ σέβεται τὴν ἑτερότητα κάθε προσώπου καὶ κάθε πολιτισμοῦ, κρίνοντας ἔτσι στὴν πράξη καὶ ὄχι στὸ λόγο κάθε ὁλοκληρωτικὴ καὶ ἰσοπεδωτικὴ τάση τῆς παγκοσμιοποίησης. Ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχει γιὰ νὰ διαμορφώνει ἦθος ὄχι τόσο μὲ αὐτὰ ποὺ λέγει ὅσο μὲ αὐτὸ ποὺ εἶναι, ὁ χῶρος δηλαδὴ μέσα στὸν ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴ βρεφικὴ μέχρι τὴ γεροντικὴ ἡλικία ἐθίζεται μὲ τὴ λατρεία, τὴν προσευχή, τὴν ἄσκηση κ.λ.π. στὸ σεβασμὸ τοῦ ἄλλου, τοῦ κάθε ἄλλου, στὴν ὀμορφιὰ τῆς τέχνης. στὴν προστασία τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος ἀπὸ τὴν ἀπληστία τῆς ἀτομικῆς εὐδαιμονίας, στὴν ὑποταγὴ τῆς γνώσης, στὴν ἀγάπη. Ὅλα αὐτὰ ἀποτελοῦν ἰσχυρὸ ἀντίδοτο σὲ κάθε παρενέργεια τῆς παγκοσμιοποίησης καὶ ἀνάπτυξης πολιτισμοῦ.
Ἡ πολιτιστικὴ ταυτότητα δὲν εἶναι μουσειακὸς θησαυρὸς ἢ φολκλορικὴ ἰδιαιτερότητα. Δὲν εἶναι πατρογονικὴ κληρονομιὰ καὶ ἀγώνας γιὰ τὴ διάσωση ἢ συντήρησή της. Εἶναι κυρίως στάση ζωῆς, τρόπος τοῦ ὑπάρχειν. Ἐκεῖ θὰ πρέπει νὰ στραφεῖ ἡ προσοχή μας σὲ σχέση μὲ τὴν παγκοσμιοποίηση. Τί νὰ τὴν κάνουμε τὴν κληρονομημένη ἰδιαιτερότητά μας, ὅταν ἡ στάση ζωῆς μας ἔχει πλήρως εὐθυγραμμιστεῖ μὲ τὴ νοοτροπία ποὺ δίνει προτεραιότητα στὴν οἰκονομικὴ ἀνάπτυξη, θυσιάζοντας σ' αὐτὴν τὴν ἱερότητα τοῦ προσώπου καὶ τὴν ἀκεραιότητα τῆς φύσεως; Κατὰ τί μπορεῖ νὰ ἀπειλήσει ἡ παγκοσμιοποίηση τὴν πολιτιστικὴ ταυτότητα ἑνὸς λαοῦ, ποὺ τῆς ἔχει ἤδη παραδοθεῖ ἐνδίδοντας στὶς δελεαστικὲς σειρῆνες τῆς ἀτομικῆς εὐδαιμονίας, ὁτιδήποτε καὶ ἂν εἶναι τὸ τίμημα γι’ αὐτό;
Στὴν ὁμιλία μου αὐτὴ προσπάθησα νὰ δείξω ὅτι ἡ παγκοσμιοποίηση πηγάζει ἀπὸ κοσμοθεωριακὲς καὶ πολιτισμικὲς προϋποθέσεις, τὶς ὁποῖες ἐξέθρεψεν ὁ δυτικὸς πολιτισμός, κυρίως κατὰ τὴν ἐποχὴ τῆς νεωτερικότητας, καὶ οἱ ὁποῖες δὲν ἐξαφανίζονται ἀλλὰ ἐπιβιώνουν μὲ κάποια τροποποίηση στὴ λεγόμενη μετανεωτερικὴ ἐποχή. Κυρίαρχο στοιχεῖο παραμένει ἡ ἀτομοκεντρικὴ θεώρηση τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία μὲ τὴ βοήθεια τοῦ μετανεωτερικοῦ πλουραλισμοῦ καὶ τῆς σχετικοποιήσεως τῶν πάντων διαχέεται πλέον σὲ παγκόσμιο ἐπίπεδο. Στὸν ἀντίποδα τοῦ ἀτομοκρατικοῦ αὐτοῦ πολιτισμοῦ βρίσκεται ἡ ἑλληνικὴ πολιτισμικὴ ταυτότητα, ἀσφαλῶς στὸ βαθμὸ ποὺ τὴν ἐπηρεάζει ἡ Ὀρθοδοξία. Ἡ δαιμονοποίηση τῆς πανκοσμιοποίησης θὰ ἦταν ἄδικη, ἂν μάλιστα προέρχονταν ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἀποδέχονται τὴν ἀτομοκρατία ὡς στάση ζωῆς καὶ κεντρικὸ ἄξονα πολιτισμοῦ. Ἡ παγκοσμιοποίηση κάνει τὸ πᾶν νὰ ἱκανοποιήσει τὶς ἀνάγκες τοῦ ἀτόμου. Χάρη σ' αὐτὴν θὰ αὐξηθεῖ ὁ πλοῦτος καὶ ἡ εὐημερία τῶν ἀνθρώπων, ἂν μάλιστα ἐπιτευχθεῖ μία δικαιότερη κατανομὴ τῶν ἀγαθῶν. Ἀλλὰ «οὐκ ἐπ' ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος».
Μία παγκόσμια οἰκονομία, ἀκόμα καὶ μία παγκόσμια κυβέρνηση εἶναι νοητά. Ἀλλὰ ἕνας παγκόσμιος πολιτισμὸς εἶναι καὶ θὰ παραμένει ἀδιανόητος. Ὁ πολιτισμὸς εἶναι δημιουργία τοῦ προσώπου καὶ ὄχι τοῦ ἀτόμου. Ὁ πολιτισμὸς προϋποθέτει σχέση ἐλεύθερη καὶ ἀγαπητικὴ μὲ τὸν ἄλλο καὶ μὲ τὸ φυσικό μας περιβάλλον. Αὐτὴ ἡ σχέση δὲν μπορεῖ νὰ προσφερθεῖ σὲ παγκόσμια κλίμακα· τὸ internet δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ δημιουργήσει πολιτισμό. Ὅσο ὑπάρχουν ἄνθρωποι, ποὺ ἀντιλαμβάνονται τοὺς ἑαυτούς τους ὡς «εἰκόνες θεοῦ», θὰ δημιουργοῦν πολιτισμὸ μέσα ἀπὸ τὶς σχέσεις τους μὲ ὅσα τὸ σῶμα τους μπορεῖ νὰ αἰσθανθεῖ, εἴτε ὡς ἀνθρώπινες εἴτε ὡς φυσικὲς παρουσίες. Ὅλα αὐτὰ προϋποθέτουν τοπικοὺς καὶ χρονικοὺς περιορισμούς. Ἀκόμα καὶ ἂν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι πιστεύουν στὸν ἴδιο θεό, ἡ πολιτισμικὴ ἔκφραση τῆς πίστεώς τους θὰ ποικίλλει. Καμιὰ παγκοσμιοποίηση δὲν μπορεῖ νὰ ἐξαφανίσει τὶς πολιτιστικὲς ταυτότητες, παρὰ μόνον ἂν οἱ λαοὶ παύσουν νὰ δημιουργοῦν.
Ἂν αὐτὸ εἶναι ἀληθινό, τότε ἴσως ἡ παγκοσμιοποίηση νὰ προσφέρει τὸ πλαίσιο γιὰ δημιουργικὴ συνάντηση τῶν πολιτιστικῶν ταυτοτήτων, ἀπὸ τὴν ὁποία δὲν θὰ προκύψει ἕνας παγκόσμιος πολιτισμός, ἀλλὰ μία ὤσμωση πολιτισμῶν, ἀπὸ τὴν ὁποία θὰ ὠφεληθοῦν ποιοτικὰ ὅλες οἱ πολιτιστικὲς ταυτότητες. Αὐτὸ συνέβη πάντοτε στὴν ἱστορία. Στὴν ἐποχή, λοιπόν, τῆς παγκοσμιοποίησης θὰ ἦταν λάθος κάθε περιχαράκωση τῶν πολιτιστικῶν ταυτοτήτων ἢ ἀντιπαλότητα μεταξὺ των καὶ εὐλογία ἡ συνύπαρξη καὶ ὤσμωσή τους. Ἀπὸ τὴν ὤσμωση αὐτὴ καμιὰ πολιτισμικὴ ταυτότητα, ποὺ ἔχει περιεχόμενό της τὴν ἀλήθεια, δὲν κινδυνεύει.
Θέλω νὰ πιστεύω ὅτι αὐτὸ ἰσχύει γιὰ τὴν δική μας πολιτιστικὴ ταυτότητα, ἂν δὲν τὴν παραδώσουμε ἀντὶ τοῦ «πινακίου φακῆς» τῆς οἰκονομικῆς εὐημερίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου