Γνωρίζω πως μερικοί πιστοί ίσως να σκανδαλίζονται με τον παραπάνω τίτλο. Ομολογώ όμως πως αυτό συμβαίνει, άλλοτε από άγνοια, κι άλλοτε ηθελημένα. Οφείλω όμως εξ αρχής να σημειώσω εμφατικά πως η ερωτικότητα δεν έχει σεξουαλικότητα, ενώ η σεξουαλικότητα μπορεί να έχει ερωτικότητα. Και επίσης να σημειώσω πως είναι άλλο η ερωτικότητα και άλλο η σεξουαλικότητα.
Τώρα, τι σχέση μπορεί να έχει η ερωτικότητα με το χώρο της εκκλησίας; Πώς συνδυάζεται το ένα με το άλλο; Σε τι έγκειται η ερωτικότητα στην εκκλησία; Δεν είναι αμαρτία να κάνουμε λόγο για ερωτικότητα στην εκκλησία; Δεν σκανδαλίζει κάτι τέτοιο; Ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης αν ζούσε σήμερα θα διατύπωνε αυτό που τόνιζε εμφατικά τον 5ο αι. ότι δηλαδή δεν πρέπει να φοβόμαστε το όνομα του έρωτα. Έχω όμως παράλληλα την αίσθηση, κι αυτό με θλίβει, ότι ο ίδιος θα απογοητευόταν με την απουσία αυτής της ερωτικότητας στο χώρο της εκκλησίας, της πνευματικής ζωής, της θεολογίας.
Φέρνω στο νου μου μία πρόσφατη συνέντευξη του καθηγητή Δογματικής Χρυσόστομου Σταμούλης στο περιοδικό «Σχεδία» (αριθμ.21,1-4-2017) με τίτλο «ο Χριστός είναι ο μέγας ερωτικός». Η συνέντευξη αυτή σκανδάλισε, όπως συνήθως γίνεται, ένα μέρος – ελάχιστο πιστεύω – ανθρώπων που αναζητούν αφορμές για δύο λόγους στη ζωή τους: Πρώτον για να «υπάρξουν» και δεύτερον για να αντιδράσουν. Άμεση ήταν η απάντηση του γραφείου επί των αιρέσεων και των παραθρησκειών της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, το οποίο με ανακοίνωση του επισημαίνει πως ο Χρυσόστομος Σταμούλης αναφέρθηκε στο σαρκικό έρωτα και καθόλου στο θείο έρωτα. Από την άλλη ο ίδιος ο καθηγητής σε ομιλία του την προηγούμενη εβδομάδα στα Γρεβενά, στα εγκαίνια της 2ης Διεθνής Έκθεσης Αγιογραφίας με θέμα «το πρόσωπο του Χριστού» και παρουσία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Γρεβενών κ.κ. Δαυίδ, ξεκαθάρισε πως ο τίτλος της συνέντευξης που έδωσε δηλώνει από μόνος του πως ο Χριστός είναι ο μέγας ερωτικός, κάτι που δείχνει το θείο έρωτα. Εξάλλου όπως συνηθίζει να λέει ο Μητροπολίτης Ν. Κρήνης και Καλαμαριάς π. Ιουστίνος «αν δεν έχεις καψούρα με τον Χριστό…».
Έχει πέσει στην αντίληψη μου ότι κάποιοι θορυβούνται από το γεγονός ότι μου αρέσει να μιλάω για ερωτικότητα στο χώρο της εκκλησίας. Και είναι άνθρωποι που εκκλησιάζονται. Όχι όλοι, ελάχιστοι. Όχι ανυποψίαστοι. Φαίνεται ότι σκανδαλίζονται με τους λόγους των Πατέρων της εκκλησίας, τους οποίους όμως επικαλούνται επιλεκτικά. Αναφέρονται σ’ αυτούς αλλά όχι στο τι αναφέρουν για τον έρωτα οι Μάξιμος Ομολογητής, Διονύσιος Αρεοπαγίτης, Ιωάννης Χρυσόστομος, Ιωάννης της Κλίμακος, το Άσμα Ασμάτων κ.ά. Ο έρωτας για εκείνους είναι αμαρτία, η ερωτικότητα αιρετική απόκλιση από το πνεύμα της εκκλησίας, σφυρίζοντας την ίδια ώρα αδιάφορα στα λόγια του οσίου Πορφυρίου που αναφέρει πως «ο σαρκικός έρωτας βοηθάει στον πνευματικό». Για εκείνους η ερωτικότητα είναι κάτι που δεν βοηθάει στην πνευματική ζωή, αφού τη συνδυάζουν με το απαγορευμένο, το πρόστυχο, το κολάσιμο. Έτσι, συνηθίζουν να κλαίνε την ύπαρξη τους, γκρινιάζοντας για τη σάρκωση του ωραίου στη ζωή τους. Η ερωτικότητα κατέχει κεντρική θέση στη ζωή του ανθρώπου, στη ζωή της εκκλησίας.
Ναι, είναι αλήθεια. Δεν θέλω και ποτέ δεν θα πάψω από οποιοδήποτε σχήμα σε πείσμα του ανέραστου της εποχής, να μιλάω για το θέμα αυτό. Θα απογοητεύσω όσους περιμένουν μία χαλάρωση στο θέμα αυτό. Όταν ο Χριστός είναι έρωτας, είναι αδύνατο, αδιανόητο, άλογο να μην μιλάς για ερωτικότητα. Χριστός και έρωτας είναι ένα και το αυτό. Αρνούμαι να σκεφτώ ένα θεολόγο ή ένα κληρικό να μιλάει για τον Χριστό και να μην κάνει λόγο στην ερωτικότητα. Αν δεν ερωτευθείς τον Χριστό, πως ζεις;
Αν στη ζωή υπήρχε ερωτικότητα, αν ο έρωτας ήταν το συνδεκτικό αυτό στοιχείο, η «ενωτική και συγκρατική δύναμη» κατά Μάξιμο Ομολογητή δεν θα ήταν όλα τέλεια, θα ήταν όμως αληθινά. Το κίνητρο για να κάνω κάτι, να ασχοληθώ με κάτι, θα ήταν ειλικρινές, αγνό, καλοπροαίρετο και θα εμφορούταν από μία αδιάκοπη δύναμη που θα επέτρεπε μεταξύ εμού και του στόχου μου, της σκέψης, της θέλησης, της κίνησης μου να υπάρχει δεσμός άρρητος, πολλές φορές δε εκστατικός. Μία υπαρξιακή σχέση, ένα ζωντάνεμα προσώπων, ένα ξεμούδιασμα από τον ωφελιμισμό και τον εκμηδενισμό τη αφασιακής προσωπικής συγκρότησης του εαυτού. Ένας απεμπολισμός από τα βαρίδια που καθηλώνουν τον άνθρωπος τη μιζέρια, τη γκρίνια, τον κατσουφισμό, τον ορθοδοξισμό, εν τέλει κάθε ανάσα ζωής ως ιδεολογία και όχι ως ανάσταση.
Αδυνατώ να εννοήσω πως ένας χριστιανός δεν βάζει ερωτικότητα στη ζωή του. Και πως δεν ξεκινάει την ερωτικότητα αυτή από το Χριστό, αφού κατά Ιγνάτιο Θεοφόρο «ο δικός μου έρωτας σταυρώθηκε» (εννοώντας τον Χριστό). Ο άνθρωπος της εκκλησίας, της ζωής και του πνεύματος, πρέπει να είναι ο κατεξοχήν άνθρωπος της ερωτικότητας. Και έχει καταντήσει να είναι ο κατεξοχήν ανέραστος. Επιτέλους ας μην κρυβόμαστε. Ο γεροντισμός ιδίως έχει δημιουργήσει κομπλεξικούς και ανέραστους χριστιανούς. Χριστιανούς που φοβούνται να ζήσουν τη ζωή, τη δυναμική της και την ομορφιά της. Χριστιανούς που φοβούνται την έξοδο από τον εαυτό τους και τη συνάντηση με τον άλλον. Πώς να μην γράψεις λοιπόν για τον Χριστό, τον μεγάλο ερωτικό; Πώς να αφαιρέσεις την ερωτικότητα από τη σχέση σου με τον Χριστό; Πώς να μην μιλήσεις για την ορθόδοξη θεολογία και τη βιωματική της εμπειρία χωρίς την αναφορά του έρωτα ως αναπόσπαστο κομμάτι του πνευματικού αγώνα; Πώς να μην δεις τον άνθρωπο σου, τη σύζυγο σου ως έρωτα; Πώς να μην νιώσεις την ερωτικότητα στα λόγια του αποστόλου Παύλου που μιλάει για τους συζύγους; Πώς να μην δεχτείς την ερωτικότητα στα λόγια του Ιωάννη Χρυσοστόμου που συμβουλεύει, άκρως ανατρεπτικά τους συζύγους;
Αν πιστεύαμε στην ερωτικότητα που αναδεικνύει η ζωή της εκκλησίας, θα αγωνιζόμαστε με περισσότερη χαρά. Θα είχαμε κίνητρο. Και αυτό είναι η σωτηρία. Ακόμη και το άπειρο και ακατάληπτο ανθρωπίνως έλεος του Θεού είναι άκρως ερωτικό, αφού χωρίς ανταλλάγματα ο Θεός παρέχει το έλεος του στον πιο τσαλακωμένο και αδιάφορο. Αυτό δεν είναι ερωτικότητα; Ερωτικότητα είναι η αγάπη του κληρικού να τελεί τη Θεία Λειτουργία και να χάνεται στην Προσκομιδή και στην Αγία Τράπεζα. Ερωτικότητα είναι η αγάπη του κληρικού για τον άσχετο και αδιάφορο. Ερωτικότητα είναι το αίσθημα ταύτισης και αρπαγής του είναι στο εμείς. Ερωτικότητα είναι να θες να δεις τον εαυτό σου σαν προέκταση του εαυτού σου στην όλη ύπαρξη του άλλου. Ερωτικότητα είναι να αγαπάς τα ίδια σου τα παιδιά όσες επαναστάσεις κι αν κάνουν. Ερωτικότητα είναι ο πόθος σου να φέρεις τον Γρηγόριο Νύσσης, τον Γρηγόριο Θεολόγο, τον Κύριλλο Αλεξανδρέα στις αγωνίες σου. Ερωτικότητα είναι να ψάλλεις καρδιακά και με πόνο ένα δοξαστικό του πλ. β’. Ερωτικότητα είναι η διψασμένη ανάγκη για προσευχή. Ερωτικότητα είναι να κοιτάς τον άλλον στο βάθος των ματιών του και αυτό το συναίσθημα να μην σου αρκεί, να μην σε πληρώνει αλλά να θες να χαθείς μέσα του. Ερωτικότητα είναι να φτιάξεις έναν καλό καφέ όπως έλεγε ο Σωφρόνιος του Έσσεξ. Ερωτικότητα είναι να περπατήσεις σε ένα δάσος και η ευωδία των λουλουδιών και του αέρα να σε συνεπαίρνει. Ερωτικότητα είναι ένα βιβλίο που ωφελεί την ψυχή. Ερωτικότητα είναι ένα ευωδιαστό κρασί που μεθάει την καρδιά. Ερωτικότητα είναι να θαυμάσεις ένα πίνακα του Τσαρούχη που τον θαυμάζεις για το σεβασμό που αποτυπώνει για το ανθρώπινο σώμα. Ερωτικότητα είναι η συνάντηση με τον άλλον. Ερωτικότητα είναι η οικείωση με τον άλλον. Ερωτικότητα είναι ένα χάδι, μία αγκαλιά, ένα φιλί, ένα παθιασμένο φιλί. Ερωτικότητα είναι η ψηλάφηση του προσώπου του άλλου, του σώματος του άλλου. Ερωτικότητα είναι τα δύο χέρια να γίνουν ένα και τα βλέμματα να αγγίζουν τα ερεθίσματα της ψυχής.
Όλα τα παραπάνω είναι και γίνονται ερωτικότητα, όταν πρώτος ερωτικός γίνει ο Χριστός. Ο «μέγας ερωτικός» όπως εύστοχα επισήμανε στη συνέντευξη του ο Χρυσόστομος Σταμούλης. Ο Θεός από έρωτα δημιούργησε τα πάντα. Ο Θεός έχει έρωτα προς τον άνθρωπο και ο άνθρωπος προς το Θεό. Στη θεολογία της ορθόδοξης Ανατολής δεν έχει χώρο η ανυπαρξία του έρωτα του Θεού προς τον άνθρωπο, κάτι που διδάσκει ο νεοπλατωνισμός. Ακόμη και το Άγιο Πνεύμα σύμφωνα με τον Γρηγόριο Παλαμά είναι «έρωτας απόρρητος» μεταξύ Πατρός και Υιού. Πώς λοιπόν να γνωρίζεις το Θεό με ανέραστο τρόπο; Πώς να θες να έχεις σχέση κοινωνίας με το Θεό χωρίς να τον ερωτευτείς; Και χωρίς να ερωτευθείς το πρόσωπου του κάθε άλλου;
Ομολογώ πως όσοι σκανδαλίζονται από την ερωτικότητα ως έννοια και ως πλήρωση ζωής, είναι όσοι αρνήθηκαν να πιστέψουν στη σωτηρία του ανθρώπου. Γιατί αν αυτή η ερωτικότητα διαπνέει τα έργα των ασκητών της ερήμου, πώς να μην έχει βασικό ρόλο στη χριστιανική ανθρωπολογία; Πώς να μην υπάρχει έρωτας στη σχέση με το Θεό; Πώς θα κρατηθεί αυτή η σχέση; Με τύπους; Με κανόνες; Τι είδους σχέση είναι αυτή; Ηθικιστική; Νομικίστικη; Ευσεβιστική; Ωφελιμιστική; Υποκριτική; Τυπική; Όχι, βεβαίως. Είναι σχέση ερωτικότητας. Γιατί στην εκκλησία όλα είναι ερωτικότητα. Από την πτώση μέχρι την ανάταση. Και από τη σταύρωση μέχρι την ανάσταση. Ναι, ερωτικότητα σε όλα.
Χριστός Ανέστη!
Ηρακλής Φίλιος
Βαλκανιολόγος, Θεολόγος
Και η απάντηση:
π.Αθανασίου Πολ. Τύμπα, Θεολόγου-Μουσικού.
Αγαπητέ Ηρακλή, από τα άρθρα σου φαίνεται πως έχεις μπλέξει στο μυαλό σου αυτές τις δύο έννοιες. Μάλλον διαβάζεις περισσότερο «φιλοσοφούντες» θεολόγους και λιγότερο ή αποσπασματικά κείμενα των Αγίων Πατέρων.
Κατά τους Πατέρες άλλο είναι ο Θείος έρωτας κι άλλο ο ανθρώπινος έρωτας. Άλλο είναι η ανιδιοτελής αγάπη προς τον Θεό και το συνάνθρωπο και άλλο ο ανθρώπινος έρωτας που κρύβει πάντα μέσα του ιδιοτέλεια. Κάτι δίνει το ένα φύλλο στο άλλο και κάτι επιζητεί, αλλιώς δεν υπάρχει λόγος να ενωθούν. Ο ανθρώπινος έρωτας συχνά γίνεται ζήλεια, φθόνος και φόνος. Κάθε τόσο τα δελτία ειδήσεων αναφέρονται σε φόνους με αιτία τον έρωτα. Κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας ο ανθρώπινος έρωτας είναι μεταπτωτικό φαινόμενο. Γι’ αυτό η εκκλησία μας δεν θεωρεί το Μυστήριο του γάμου υποχρεωτικό στοιχείο στη ζωή μας για να αγιάσουμε. Αυτό το αποδεικνύει και ο ορθόδοξος μοναχισμός ο οποίος γεννά συνεχώς αγίους.
Πολύ σωστά γράφεις πως «ερωτικότητα είναι ένα χάδι, μια αγκαλιά, ένα παθιασμένο φιλί».Λίγο παρακάτω γράφεις πως ο Θεός από έρωτα δημιούργησε τα πάντα. Αυτά τα δύο πράγματα δεν έχουν καμμιά σχέση διότι ο Θεός έπλασε τον κόσμο από ανιδιοτελή αγάπη.
Γράφεις σωστά πως ερωτικότητα είναι να θαυμάζεις ένα πίνακα του Τσαρούχη που τυπώνει με σεβασμό το ανθρώπινο σώμα. Αυτόν τον πίνακα όμως δεν μπορούμε να τον βάλουμε μέσα στις Εκκλησίες μας διότι σκοπός της αγιογραφίας είναι η υπέρβαση των γήινων και των αισθητών.
Λάθος είναι να λες πως «ερωτικότητα είναι η αγάπη του κληρικού να τελεί την Θεία Λειτουργία». Σωστό θα ήταν να γράψεις πως «Θείο έρωτα, πνευματική αγάπη για τον Θεό νιώθει ο ιερέας κατά την τέλεση του Μυστηρίου της Θείας Λειτουργίας». Είναι άλλο αυτό που νιώθει ένας κληρικός ή ένας χριστιανός στην κρεβατοκάμαρά του και άλλο στη Θεία Λειτουργία ενώπιον του Σώματος και του Αίματος του Χριστού.
Σ’ αυτή την πλάνη είχαν πέσει τα πρώτα χριστιανικά χρόνια οι αιρετικοί «Νικολαΐτες» αλλά και στις μέρες μας ο καλός φιλόσοφος και κοινωνιολόγος αλλά κακός Θεολόγος, Χρήστος Γιανναράς. Μάλλον, απ’ ό,τι φαίνεται στα άρθρα σου Ηρακλή, τον θαυμάζεις και τον διαβάζεις πολύ κι αυτόν και πολλούς άλλους σύγχρονους αμπελοφιλόσοφους που μπαίνουν στα χωράφια της Θεολογίας.
Αγαπητέ Ηρακλή, λόγω του ότι είμαι μεγαλύτερος σε ηλικία και επειδή σε είχα μαθητή στη σχολή Βυζαντινής Μουσικής θα σου δώσω λίγες απλές συμβουλές. Δεν θεωρώ πως σίγουρα είναι σωστές γι’ αυτό σε παρακαλώ να τις δείξεις και στον πνευματικό σου πατέρα.
1ον: Θεολόγος δεν είναι αυτός που έχει πτυχίο Θεολογίας από τις επηρεασμένες από τον Καθολικισμό και Προτεσταντισμό Θεολογικές μας σχολές αλλά αυτός που προσεύχεται και ζει αγία ζωή, σύμφωνα με αυτά που γράφει το Ευαγγέλιο και οι Άγιοι Πατέρες που το ερμήνευσαν.
2ον: Να διαβάζεις κατά 90% Αγία Γραφή και κείμενα αγίων και κατά 10% σύγχρονους Θεολόγους και Φιλοσόφους ώστε να αποκτήσεις κριτήρια Ορθοδοξίας και Ορθοπραξίας.
3ον: Να γράφεις λιγότερα και πιο κατανοητά άρθρα. Ξεκόλλα από τη λέξη έρωτας και γράφε για αρετές όπως η αγάπη, η ελεημοσύνη, η αγνότητα, η υπομονή, η πραότητα και τόσες άλλες.
4ον: Διάβασε και γράψε για τους βίους των αγίων, όπου φαίνεται ξεκάθαρα τι είναι αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο και τι είναι έρωτας και φιληδονία.
Με πατρική αγάπη. Χριστός Ανέστη!
Υπάρχει και απάντηση,στην απάντηση :εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου