Συμμετοχή στο τριπλό αξίωμα του Χριστού.
Έχουμε δει σέ προηγούμενα άρθρα μας πώς μέσα στήν 'Εκκλησία ό χριστιανός, μέ τά Μυστήρια του άγίου Βαπτίσματος και του ιερού Χρίσματος, μετέχει στό τριπλό άξίωμα του Κυρίου Ιησού Χριστού, καθίσταται δηλαδή και ό 'ίδιος προφήτης, ιερεύς και βασιλεύς.
Τί σημαίνουν όμως τά τρία αύτά χαρίσματα, άξιώματα γιά τή ζωή τοϋ πιστοΰ; Αύτό θά έξετάσουμε στά άρθρα πού άκολουθοϋν, άρχίζοντας άπό τό προφητικό χάρισμα.
Καθένας βαπτισμένος και χρισμένος, άνδρας ή γυναίκα, προφήτης!... Μέ ποιά, άραγε, έννοια;
Στά χρόνια τής Παλαιάς Διαθήκης ορισμένοι μόνο άνθρωποι, εκλεκτοί τοϋ Θεοϋ, «ύπό Πνεύματος άγίου φερόμενοι», έξέφεραν άπό τό στόμα τους προφητείες (Β' Πέτρ. α' 21). Αύτοί εΐχαν ώς αποστολή τους νά προλέγουν τά μέλλοντα, κυρίως όμως και πρωτίστως νά παρουσιάζουν μπροστά στούς άνθρώπους τό θέλημα τοϋ Θεοϋ.
Αύτό ήταν τό κατεξοχήν έργο τών προφητών: νά έξαγγέλλουν στόν λαό σέ κάθεπερίσταση τό θείο θέλημα και νά τούς τό διερμηνεύουν, νά τό άναλύουν και έπεξηγοϋν, γιά νά γίνεται σαφώς άντιληπτό άπό όλους. Έπειδή λοιπόν σ' αύτούς ό Θεός άποκάλυπτε τό θέλημά Του, γι' αύτό οί προφήτες ονομάζονταν και «οί βλέποντες», δηλαδή αύτοί πού είχαν τόν θείο φωτισμό, ώστε νά εΐναι σέ θέση νά κατανοούν πλήρως τή σημασία κάποιων γεγονότων ή θαυμαστών σημείων, και νά τά έξηγοϋν στόν λαό.
Αύτή ή ικανότητα τών παλαιών προφητών, τώρα, στήν έποχή τής Καινής Διαθήκης, τήν έποχή τής Χάριτος, έπεκτείνεται και εις βάθος και είς πλάτος. Όλοι δηλαδή τώρα οί βαπτισμένοι χριστιανοί, καθώς λαμβάνουν «Πνεϋμα σοφίας και συνέσεως» (Ησ. ια' 2), γίνονται «διδακτοί Θεοϋ» (Ιω. ς' 45) και καθίστανται έτσι προφήτες! Λαμβάνουν δηλαδή άπό τό Άγιον Πνεϋμα τό προφητικό χάρισμα, μέ τήν έννοια ότι αύτό τό Πανάγιον Πνεϋμα τούς διανοίγει τις έσωτερικές αισθήσεις τής ψυχής, γιά νά κατανοούν τό θείο θέλημα και τις άλήθειες τής χριστιανικήςπίστεως, πού σώζουν. Είναι αύτή ειδική έπενέργεια τής θείας Χάριτος στούς βατπισμένους χριστιανούς: ό φωτισμός τοΰ νοΰ.
Ό ιερός Χρυσόστομος έξηγεΐ τή σημασία τοϋ χαρίσματος αύτοϋ πού πλουσιοπάροχα ό Κύριος χορηγεί στόν λαό Του τώρα, τήν έποχή τής Χάριτος:
«Προφήται καθιστάμεθα. Ά γάρ οφθαλμός ούκ είδε καί ους ούκ ήκουσε, ταύτα έκκεκαλυμμένα ήμΐν έστι». Γινόμαστε προφήτες, καθότι σέ μάς άποκαλύπτονται οί μυστηριώδεις πνευματικές άλήθειες καί οί ούράνιες έκεΐνες πραγματικότητες, τις όποιες μάτι άνθρώπινο δέν είδε ποτέ, καί αύτί "δέν άκουσε. Καί λίγο παρακάτω προσθέτει: «Ούτω καί σύ γίνη βασιλεύς καί ιερεύς καί προφήτης έν τφ λουτρώ (ένν. τοΰ άγίου Βαπτίσματος)... Προφήτης δέ τά μέλλοντα μανθάνων καί ένθους γινόμενος»(*). Γίνεσαι προφήτης, διότι μαθαίνεις τί επιφυλάσσει ό μέλλων βίος στούς πιστούς καί καταλαμβάνεσαι άπό τόν ιερό έκεΐνο ένθουσιασμό άπό τόν όποιο ένεπνέοντο καί οί προφήτες τής Παλαιάς Διαθήκης.
Αύτό άκριβώς ήθελε νά δηλώσει καί ή προφητεία εκείνη τοΰ Ίωήλ, σύμφωνα μέ τήν όποια ό Θεός έπρόκειτο νά έκχύ- σει πλούσια στόν λαό Του τά χαρίσματα τοϋ Άγίου Πνεύματος, ώστε όλοι, άνεξ- αρτήτως φύλου, φυλής, ηλικίας, κοινωνικής τάξεως, νά είναι σέ θέση νά κατανοούν τόν λόγο καί τό θέλημα τοϋ Θεού καί νά μπορούν νά τό έπεξηγοϋν, νά τό διερμηνεύουν στόν κόσμο- μέ ένα λόγο, νά προφητεύουν. «Καί έσται μετά ταύτα καί έκχεώ άπό τοΰ πνεύματος μου έπί πάσαν σάρκα, καί προφητεύσουσιν οί υιοί ύμών καί αί θυγατέρες ύμών... καί έπί τούς δούλους μου καί έπί τάς δούλας μου έν ταΐς ήμέραις έκείναις έκχεώ άπό τοϋ πνεύματος μου» (ίωήλ γ' 1-2). Τήν προφητεία αύτή εξάλλου ό άγιος άπόστολος Πέτρος έπικαλέστηκε, προκειμένου νά έξηγήσει στά πλήθη τοϋ λαοϋ, πού είχαν συγκεντρωθεί άπό κάθε σημείο τής γής στά Ίεοοσόλυμα τήν ήμέρα τής Πεντηκοοτής, τό παράδοξο φαινόμενο τής μεταδόσεως σέ όλες τις γλώσσες τών ύπερφυών άληθειών τοϋ Θεοϋ καί τοΰ χριστιανικού κηρύγματος. Έργο στό όποιο έπιδίδονταν όχι μόνον οί δώδεκα Απόστολοι, άλλά όλο τό πλήθος τών έκατόν εϊκοσι άνθρώ- πων πού ήταν συναγμένοι στό ύπερώο έκεΐνο, όπου έγινε ή κάθοδος τοΰ Άγίου Πνεύματος (βλ. Πράξ. β' 16-18).
Αύτό έξάλλου τό έργο τοΰ Άγίου Πνεύματος καλείται ό χριστιανός νά τό διατηρεί καί νά τό έπαυξάνει στή ζωή του καί μέ τή δική του συνέργεια. Όσο δηλαδή ό άνθρωπος άγωνίζεται μέσα στήν 'Εκκλησία νά καθαίρεται άπό τά πάθη του, τόν έγωισμό καί τή φιλαυτία, καί νά άγιάζε- ται μέ τήν τήρηση τών άγίων έντολών τοΰ Κυρίου καί τή μυστηριακή ζωή, τόσο καί «μεταμορφοϋται τή άνακαινώσει τοΰ νοός αύτοϋ», άνακαινίζει συνεχώς τόν νοϋ του, ώστε νά διακρίνει κάθε στιγμή ποιό είναι τό θέλημα τοϋ Θεού, «τό ά- γαθόν καί εύάρεστον καί τέλειον» (Ρωμ. ιβ' 3). Μπορεί έτσι ό άνθρωπος νά φτάσει στό σημείο νά «άνακρίνει πάντα» (Α' Κορ. β' 15), όλα νά τά καταλαβαίνει, καί περαιτέρω νά τά έπεξηγε: καί νά τά μεταδίδει καί στούς άλλους.. Καί έτσι ό πνευματικός άνθρωπος, μέ τόν φωτισμένο του νοϋ, τόν «νουν Χριστού» πού διαθέτει, μπορεί «προφητεύων» νά «λαλεί άνθρώποις οίκοδομήν καί παράκλησιν καί πα- ραμυθίαν» (Α' Κορ. ιδ' 3). Γίνεται τώρα ό άνθρωπος γιά τούς άλλους, ό «βλέπων» γιά όλους, ώστε νά είναι σέ θέση νά άπο- καλύπτει τόν Θεό στή ζωή τους, νά γνωστοποιεί τά 'ίχνη Του στά βήματά τους.
Ύψιστο αύτό χάρισμα, τό προφητικό, γιά τούς πιστούς χριστιανούς. Καί όχι τό μόνο. Μαζί καί τά άλλα δύο: τό ιερατικό καί τό βασιλικό. Άλλά "Γ αύτά σέ έπόμε- να άρθρα μας.
[1] Ίω. Χρυσοστόμου, Εις τήν Β' πρός Κορινθίους έπιστολήν Όμιλ. Γ5, 7, PG 61, 411, 417-418.
Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου