Μανώλης Γ. Βαρδής
Ο μετανεωτερικός άνθρωπος εξακολουθεί να σκέφτεται με τους ουτοπικούς όρους του παρελθόντος, χωρίς βέβαια την σαφή αναφορά σε έναν μεταφυσικό Θεό ή στην μακρά πορεία της ανθρώπινης Ιστορίας. Θα μπορούσε εύλογα να αναρωτηθεί κανείς πως από ένα νομοσχέδιο για τα διεμφυλικά άτομα, μπορούμε να καταλήξουμε να συζητάμε, και πάλι, για τη μετανεωτερικότητα;
Και όμως, κάτι τέτοιο οφείλουμε να το δούμε. Δεν είναι τα πάντα μικροπολιτική, κυβερνητικοί ή πολιτικοί αντιπερισπασμοί. Ακόμα και στο βάσιμο επιχείρημα ότι ο εν τοις πράγμασι νεοφιλελευθερισμός της εποχής μας δεν αφορά μόνο στο οικονομικό πεδίο, αλλά θέλει να κυριαρχεί και στο ανθρωπολογικό, κάτι φαίνεται να «λείπει». Οπωσδήποτε ο τεμαχισμός της κοινωνικής πραγματικότητας και η έμφαση στην ανάδειξη επιμέρους, εξατομικευμένων αιτημάτων, δεν δηλώνουν, τίποτε λιγότερο και τίποτε περισσότερο, από μία διεργασία απόλυτης «ιδιωτικοποίησης» του δημόσιου πεδίου. Είναι αυτονόητο ότι πάντοτε υπήρχαν διεμφυλικά άτομα (αν θυμάμαι καλά, μία τέτοια περίπτωση ήταν και οι ευνούχοι της Βυζαντινής και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας), όπως και πάντοτε υπήρχαν ομοφυλόφιλοι, μάγισσες, αιρετικοί, διεστραμμένοι (η αναφορά δεν εξισώνει τα μέρη της πρότασης). Δεν ήταν όμως ποτέ αυτονόητο ότι όλες αυτές οι ανθρώπινες κατηγορίες θα έπρεπε να ρυθμισθούν νομικά ή ιατρικά. Δεν συνιστούσαν lobbies διεκδίκησης δικαιωμάτων.
Στο σημείο αυτό πρέπει να αποκαλύψει κανείς τον διττό ρόλο της κοινωνικής εξουσίας: εκεί που δείχνει ότι απελευθερώνει και ρυθμίζει με νόμο, είναι ακριβώς εκεί που δυναστεύει απόλυτα. Με τη μεταφορική εικόνα ενός ζωντανού οργανισμού, θα έλεγε κανείς ότι η μετανεωτερική κοινωνία «ξορκίζει», με τη μαγεία του νόμου και της ιατρικής, αυτό που την απειλεί και τη σαγηνεύει ταυτόχρονα.
Είναι γνωστές οι «φουκωϊκές» αναλύσεις για τον δικαστή, τον χωροφύλακα και τον γιατρό, που ως υποκατάστατα μίας χαμένης πλέον εκκλησιαστικής εξουσίας, θέλουν να ελέγχουν κοινωνικά τους κάθε είδους «μη κανονικούς» της κοινωνίας. Η ηδονή γίνεται ένα ψυχιατρικό ή ψυχιατρικοποιήσιμο αντικείμενο. Η κανονική οικογένεια είναι η ιατρικοποιημένη οικογένεια. Χαρακτηριστική η ανάλυση για το «σώμα της δαιμονισμένης» από την Ιερά Εξέταση και μετά. Το σώμα της δαιμονισμένης είναι ένα σώμα πολλαπλό, ένα σώμα που κατά κάποιο τρόπο εξαϋλώνεται, κονιορτοποιείται σε μία πολλαπλότητα δυνάμεων που βρίσκονται σε αντιπαράθεση. Στο πλαίσιο της Ιεράς Εξέτασης, ο λόγος ήταν για το σώμα της μάγισσας ως ένα σώμα που είχε καταληφθεί από τον διάβολο. Στον ορθολογικό κόσμο της μετά τον Διαφωτισμό εποχής το σώμα της δαιμονισμένης είναι ένα σώμα αντίρροπων δυνάμεων, ορμών και βουλήσεων- δεν υπάρχει πλέον ο διάβολος. Δεν υπάρχει πλέον μεταφυσικό «συμβόλαιο ψυχής», αλλά συμβόλαια κοινωνικής ρύθμισης μέσω γιατρών και νομικών [1]. Δεν νομίζω ότι διαφεύγουν οι αυτονόητοι συνειρμοί με τη συζήτηση για τα διεμφυλικά άτομα, διότι και αυτή είναι μία συζήτηση περί σώματος.
Είπαμε για τη διάσταση της απειλής που πρέπει να εξορκισθεί. Ακριβώς στα όρια μίας διάχυτης πραγματικότητας, που εκπέμπει αντιφατικά, συνεχή μηνύματα, που αποσταθεροποιεί αδιάλειπτα το Εγώ, το κοινωνικό άτομο αισθάνεται την απειλή και θέλει να την απομακρύνει, ρυθμίζοντάς την. Υπάρχει όμως και η πλευρά της σαγήνης. Που και αυτή βιώνεται ως απειλή, διότι δεν μπορεί να ελεγχθεί. Η «ανδρογυνία» (androgynie) ήταν από την περίοδο του Διαφωτισμού ένα όραμα. Τόσο στον Ρουσσώ και στην «Ουτοπία της Clarens» που την εισάγει στην Νέα Ελοϊζα, ως όραμα απόλυτης συμπληρωματικότητας των δύο φύλων (που θυμίζει αρκετά τα πειράματα των κομμουνιστικών «εργαστηρίων» όσον αφορά την εργασία και τη διασκέδαση των δύο φύλων), όσο και στο «ταξίδι» του GabrieldeFoignyστην La Terre Australe(1676) που συναντά μία κοινότητα ανθρώπων, ψηλών, δυνατών, γυμνών και ερμαφρόδιτων, μη παραλείποντας, βέβαια, τους Mégamicresτου Καζανόβα, που βρίσκονται στο κέντρο της γης, ως κρυφοί απόγονοι του Αδάμ και της Εύας, και διαιωνίζουν τον Παράδεισο, ζώντας σε ζεύγη όπου το κάθε ένα μέρος είναι «ανδρόγυνο» (στο έργο Icosameron), βρισκόμαστε στο είδος της οραματικής Ουτοπίας, σάτιρας ή μη, με πολιτικές και κοινωνικές συνδηλώσεις [2]
Ό,τι ήταν κάποτε λογοτεχνία ή πολιτικός οραματισμός, είναι σήμερα πλάνο άμεσης πραγματοποίησης. Και μάλιστα, με βιασύνη. Η «ανδρογυνία» είναι, και αυτή, ένα «πεδίο» αναζήτησης ταυτότητας και ηδονής. Και έχει να κάνει με την συνειδησιακή μεταλλαγή του σώματος. Ο μετανεωτερικός άνθρωπος δεν εννοεί ή δεν φαντασιώνεται το σώμα του όπως ο προνεωτερικός αντίστοιχος. Η άρνηση της ηλικιακής ωριμότητας μέσω της ενασχόλησης με πηγές ευχαρίστησης εφηβικής τάξης (ηλεκτρονικά παιχνίδια, οικιακά ζώα κα.) [3], η αναζήτηση μίας μετα- ανθρώπινης συνθήκης ύπαρξης, που κανείς θα μπορεί να μην αρρωσταίνει ή να μην πεθαίνει ποτέ [4], η πεποίθηση ότι το κάθε τι μπορεί να «κατασκευασθεί» άρα και το σώμα μας, όπως στην περίπτωση μας λέει το μανιφέστο της Donna Haraway, A Cyborg Manifesto: Science, Technology, and Social- Feminisminthelate Twentieth Century, είναι μερικά μόνο από τα δείγματα μίας νέας αντίληψης που έχει ήδη διαμορφωθεί. Μη με ρωτήσετε εάν αυτό απαιτεί η παγκόσμια καταναλωτική αγορά ή κάποια «σκοτεινά κέντρα» της παγκοσμιοποίησης ή απλά προέκυψε ιστορικά και επιστημονικά, δεν είμαι σε θέση ν’ απαντήσω.
Σε κάθε περίπτωση, είναι μία πραγματικότητα που σαγηνεύει. Η διεμφυλική πρόκληση δεν είναι τόσο μία «σωτήρια» προσπάθεια να ανακουφισθούν 500 άνθρωποι στην Ελλάδα- που ακόμα και εάν ήταν έτσι, θα με ανησυχούσε. Είναι απόλυτα συνεπής, ως τέτοια, με την «λογική» της εποχής, που στο οικονομικό πεδίο προβάλλεται ως νέο-φιλελεύθερη. Υπ’ αυτή την έννοια, τα επιχειρήματα των πολιτικών πρωταγωνιστών, ένθεν κακείθεν, είναι για τις προφάσεις. Το πολιτικό σύστημα, ως σύστημα αναπαραγωγής με κάθε τρόπο, απόλυτα συμμορφώνεται στα αισθητήρια του. Και αυτά τα αισθητήρια είναι οξυμμένα. Αποτυπώνει σε νόμους, συνήθως κακογραμμένους, το κοινωνικό ασυνείδητο μίας εποχής.
Σημειώσεις
[1] Βλέπε, σχετικά Μισέλ Φουκώ, Οι μη Κανονικοί. Παραδόσεις στο Κολέγιο της Γαλλίας, 1974-1975, εκδόσεις της Εστίας, Αθήνα 2011
[2] Marie- Francoise Bosquet, «L’ Utopie de l’ androgynie», Le Nouvel Observateur, n. 59/ Juillet- Août 2005, 36-40
[3] Carol Tavris, «Ils refusent de Grandir», Βooks, Juin 2013, 41-44
[4] Jean Claude Guillebaud, «Le Transhumanisme. L’ Option Surhomme», Le Monde. Hors- Série. L’ Atlas des Utopies, Édition 2017, 166-167
Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα είναι έργο του, ισπανού, Manuel Ruiz Pipó.
πηγή κειμένου: Aντίφωνο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου