«Όλοι φοβούνται τον έρωτα»
π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
Το «όλοι φοβούνται τον έρωτα» είναι ένα από τα βιβλία της Μάρως Βαμβουνάκη, όπου με γλαφυρό τρόπο περιγράφει τη δυσκολία ενός νέου άνδρα να δημιουργήσει σοβαρή σχέση και καταφεύγει στη ψυχανάλυση για βοήθεια. Παρά τη θετική εξέλιξη, «οι δύο άντρες της ιστορίας, μεσήλικας αναλυτής και νεαρός αναλυόμενος, θα βρεθούν συνδεδεμένοι και μπερδεμένοι με τρόπο που καμιά επιστήμη δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα», όπως σημειώνει η ίδια.Αν και το βιβλίο και η όλη θεώρηση του προβλήματος στηρίζεται στην ψυχολογία, εν τούτοις, δανειζόμενος τον τίτλο του, θα ήθελα να σχολιάσω, από θεολογικής και χριστιανικής άποψης, τα εξής: Ο Χριστός μας καλεί, ως πρώτη και κύρια εντολή, να Τον αγαπήσουμε ως το κύριο πρόσωπο της καρδιάς μας με όλη την ύπαρξή μας. Ως προέκταση αυτής της αγαπητικής σχέσης μας καλεί να αγαπήσουμε τον κοντινό μας άνθρωπο όπως τον εαυτό μας. Η κλήση αυτή προϋποθέτει άρνηση της φιλαυτίας μας, δηλαδή θάνατο του εαυτού μας.
Όσο και να μας αρέσει να μας αγαπούν και να είμαστε για τους γύρω μας εκείνοι που τους αγαπούν όπως τον εαυτό τους, εν τούτοις μας είναι δύσκολο να κάνουμε εμείς το ίδιο για εκείνους. Γι’ αυτό και στις περιπτώσεις που ο άλλος μας δείχνει την αγάπη του, όχι ως ελεημοσύνη αλλά ως δόσιμο προσώπου προς συγκεκριμένο πρόσωπο, υπάρχει ενδεχόμενο να μας φοβίσει η κίνηση του, η αγάπη του, ο έρωτάς του. Γιατί η δική του αγάπη γίνεται συγχρόνως και κλήση - πρόσκληση για ανταπόκριση. Όμως αυτό προϋποθέτει υπέρβαση της δικής μας φιλαυτίας, θάνατο του δικού μας εαυτού.
Αν και η λέξη έρωτας έχασε την αρχική του σημασία στο λεξιλόγιο των περισσότερων ανθρώπων, θα ήθελα να τη διατηρήσω στο κείμενο αυτό γιατί έτσι φανερώνεται η ομορφιά της διαπροσωπικής σχέσης που αντανακλά τον έρωτα του Θεού προς τον κάθε άνθρωπο αλλά και την κλήση του Θεού προς κάθε άνθρωπο για να ερωτευτεί το Θεό.
Στην πραγματικότητα ο έρωτας εκφράζει την έννοια μιας δυνατής σχέσης αγάπης όπου οι δύο δίνουν και παίρνουν με ανιδιοτέλεια, θυσιαστικά, τέλεια. Γι’ αυτό και στους Πατέρες χρησιμοποιείται για να φανερώσει την υπερβάλλουσα αγάπη του Υιού ως «νυμφίου και εραστή των ψυχών ημών». Κι ακόμα, για να δείξει, με τον όρο «θείος έρωτας», πόσο θα πρέπει να αγαπούμε το Θεό.
Είναι κατανοητό πόσο διαφέρει το καθήκον από τον έρωτα. Άλλο η εκτέλεση των θρησκευτικών μας καθηκόντων, που η τήρησή τους προκαλεί ικανοποίηση, κι άλλο η τήρηση των εντολών του Χριστού από αγάπη σ’ Εκείνον που προκαλεί χαρά και πληρότητα.
Χρειάζεται να τολμήσει κανείς για να οδηγηθεί από τα καθήκοντα και τα πρέπει στην ερωτική σχέση. Είναι ρίσκο, πήδημα στο άγνωστο, να αφήσεις την ασφάλεια του εαυτού σου και να ριχτείς στην αγάπη που «ου ζητεί τα εαυτοίς». Όπως και όταν ρίχνεσαι στη μάχη για την πατρίδα, αφού ξεχνάς τον εαυτό σου. Είναι όμως αλήθεια ότι η όντως ζωή, η αιώνια ζωή, χαρίζεται σ’ αυτούς που τολμούν να αγαπήσουν, να ερωτευτούν δυνατά κι όχι σ’ αυτούς που «φοβούνται τον έρωτα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου