Βαδίζω χωρίς να συναντώ κάποιο κατάλυμα για τη νύχτα,που ήδη έφτασε,σκοτεινή και παγωμένη.Σηκώθηκε δυνατός άνεμος,ο κρύος άνεμος της ρωσικής στέππας.Ποτέ η γη μας δεν δείχνει τόσο το αρχαίο πρόσωπό της,όσο τώρα,μέσα στη νυχτερινή ανεμοθύελλα της απέραντης πεδιάδας.
Επιτέλους,βρίσκω μιαν αχυραποθήκη.
Ο αέρας κάνει τόση φασαρία,που δεν μπορώ ν'αποκοιμηθώ.Τον ακούω και συλλογίζομαι για το μέλλον της πατρίδας μου.Μαύρες σκέψεις με βασανίζουν.Με παρηγορεί μόνο η ακατάπαυστη επανάληψη της ευχής:"Κύριε Ιησού Χριστέ,Υιέ του Θεού,ελέησόν με τον αμαρτωλόν"!
Γύρω στα μεσάνυχτα,κάποιος κουνήθηκε βαριά δίπλα μου.
-Ποιος είν'εδώ;Φώναξα.
Καμιά απάντηση.
Μόλις έφεξε,έψαξα κάθε γωνιά της αποθήκης.Δεν βρήκα κανένα σημάδι.Και μέχρι σήμερα αναρωτιέμαι:Με ποιον κοιμήθηκα τότε κάτω από την ίδια στέγη;Ήταν θηρίο;Ή άνθρωπος,που κρυβόταν σαν θηρίο;...
(Το οδοιπορικό ραβδί,εκδ.Ι.Μ.Παρακλήτου,Ε.Ι.Νικηφόρωφ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου