Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2019

«Χριστιανική πατρίδα εἶναι ὁ πνευματικός κόσμος, ἡ ἀθανασία καί ἡ αἰωνιότητα καί χριστιανικός ἐθνικισμός τό μεγάλο ἰδανικό τῆς παγκόσμιας εἰρήνης καί συναδέλφωσης, τῆς «μίας ποίμνης», ὅπως ὁ Κύριος εἶπε· «γενήσεται μία ποίμνη, εἶς ποιμήν».

Νίκος Ψαρουδάκης: Ἀγάπη καὶ σεβασμός, ὄχι θεοποίηση καὶ λατρεία ἔθνους καὶ πατρίδας

Τὸ πιὸ κάτω κείμενο τοῦ Νίκου Ψαρουδάκη ἔχει ἀναδημοσιευθεῖ στὴν παλαιὰ ἱστοσελίδα τὸ 2012, μὲ ἀφορμὴ τὴν ἄνοδο τῆς νεοναζιστικῆς Χρυσῆς Αὐγῆς καὶ τῆς “γοητείας” ποὺ ἀσκοῦσε σὲ ὁρισμένους χριστιανούς. Τώρα, ἡ Χρυσῆ Αὐγὴ φαίνεται νὰ παρέρχεται, ὅμως οἱ κακοδοξίες μένουν ἐκφραζόμενες ἀπὸ ἄλλους ποὺ παίρνουν τὴ “σκυτάλη”. Ὅπως μένουν καὶ τὰ προβλήματα ποὺ θεριεύουν τὸν πειρασμὸ τοῦ μίσους πρὸς τὸν συνάνθρωπο.
Γιὰ τὸν Νίκο Ψαρουδάκη, ἔθνος καὶ πατρίδα δὲν εἶναι μιὰ ἀόριστη ἰδέα ποὺ προσκυνᾶμε στὴ θέση τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ πρόσωπα καὶ πράγματα, παραδόσεις καὶ ἀναμνήσεις πολὺ συγκεκριμένα, μὲ τὰ ὁποῖα συμβιώνουμε καὶ τὰ ὁποῖα βιώνουμε, ἀγαπᾶμε καὶ ὑπερασπιζόμαστε. Κι ἐπειδὴ ἐμεῖς ἀγαπᾶμε τὴν πατρίδα μας, ἀναγνωριζουμε καὶ στὸν κάθε ἄλλο συνάνθρωπό μας το δικαίωμα νὰ ἀγαπᾶ τὴ δική του. Ἡ πατρίδα εἶναι τὸ μέσο ποὺ πρέπει νὰ ὑπηρετεῖ μιὰ κοινὴ ζωὴ ὅλων τῶν πολιτῶν της σὲ καθεστὼς ἐλευθερίας καὶ δικαιοσύνης, σύμφωνη μὲ τὴ χριστιανικὴ διδασκαλία.  

Τὸ 1940-44, μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία νὰ μὴ διέθετε τόσα στελέχη καὶ θεολόγους τοῦ σημερινοῦ ὑψηλοῦ ἐπιπέδου, ἀλλὰ ὁ Λαὸς στὴν συντριπτικὴ πλειοψηφία του βίωνε τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Αὐτὸς ἦταν ἕνας βασικὸς λόγος ποὺ δὲν εὐδοκίμησε μαζικὸ φασιστικὸ κόμμα ὅπως στὶς χῶρες τῆς κεντρικῆς καὶ δυτικῆς Εὐρώπης. Ὁ ἴδιος ὁ Ἰωάννης Μεταξᾶς ποὺ θαύμαζε τὸ φασισμό, ἐλάχιστους ὀπαδοὺς συγκέντρωνε. Ἔτσι, ἡ δικτατορία ποὺ ἐπέβαλε σὲ συνεργασία μὲ τὸν βασιλέα Γεώργιο Β’, ἦταν κρατικὴ καὶ ὄχι μονοκομματικὴ ὅπως στὴ Γερμανία καὶ στὴν Ἰταλία.
Καρπὸς τοῦ ἐκδυτικισμοῦ τῆς κοινωνίας, τῆς ἀτομοκρατίας συνδυασμένης μὲ τὴν ἀνασφάλεια καὶ τὴν κρίση, εἶναι ἡ μαζικὴ εὐδοκίμηση τέτοιων θέσεων στὴ σήμερινὴ Ἑλλάδα.   
 Τοῦ Νίκου Ψαρουδάκη* 
῾Ο χριστιανός γνωρίζει πώς δέν εἶναι στόν κόσμο αὐτό ἡ ὁριστική του διαμονή, πώς δέν «ἔχει ὧδε μένουσαν πόλιν». ῾Ο ἄνθρωπος δέν εἶναι δημιούργημα τοῦ κόσμου, μά τοῦ Θεοῦ. ῾Ο Θεός ἔδωσε στόν ἄνθρωπο κατοικία του τή γῆ, ὅπου σύμφωνα μέ τούς φυσικούς νόμους περνᾶ τήν σύντομη ζωή του. ῾Η ἐγκόσμια ζωή, σ᾿ ἀναφορά μέ τήν αἰωνιότητα, δέν εἶναι οὔτε μιά σταγόνα στόν ὠκεανό. Γι᾿ αὐτό εἶναι ἀντιανθρώπινο κάθε τι πού στήν σύντομη τωρινή ζωή καταστρέφει τή μέλλουσα, πού εἶναι ἡ παντοτεινή. Μεγάλο ρόλο στό ζήτημα αὐτό παίζει ἡ σχέση τοῦ ἀτόμου μέ τήν πατρίδα του καί τή φυλή του.
Μέσα γιὰ τὴ ζωὴ σύμφωνη μὲ τὴ χριστιανικὴ διδασκαλία καὶ ὄχι αὐτοσκοπὸς ἡ πατρίδα καὶ ἡ φυλή
Ἡ πατρίδα κι ἡ φυλή ἔχουν γιά τό χριστιανό τή σημασία πού ἔχει κάθε ἄλλο πρᾶγμα πού ἐπηρεάζει τήν πραγματοποίηση τῆς χριστιανικῆς του ἀποστολῆς. Ἡ πατρίδα κι ἡ φυλή ἔχουν νόημα, μόνο ἐφόσον βοηθοῦν τόν ἄνθρωπο στόν ἀγώνα του νά τελειοποιηθῆ καί νά ζήση, ὅπως ὁρίζει ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι μέσα γιά τή ζωή κι᾿ ὄχι σκοπός. Δέν ὑπάρχουν οἱ ἄνθρωποι γιά τήν πατρίδα, μά ἡ πατρίδα γιά τούς ἀνθρώπους. ῞Οταν ἡ πατρίδα ἐμποδίζη τόν ἄνθρωπο στήν ἐξέλιξή του ἤ καταστρέφη τή ζωή του, τότε πρέπει νά χτυπηθῆ, ὅπως καί κάθε ἄλλος ἐχθρός. Ὁ Χριστιανός ἀγαπᾶ τήν πατρίδα του καί τό ἔθνος του, ἀλλά δέν αἰσθάνεται λατρεία γι᾿ αὐτά. Ἀποδίδει σ᾿ αὐτά τό σεβασμό πού πρέπει, μά ἀπέχει πολύ ἀπ᾿ τόν ὑστερικό θαυμασμό καί τή θεοποίησή τους.
Ἡ πατρίδα καί τό ἔθνος στή νεοειδωλολατρική ἐποχή μας εἶναι μεγάλος πειρασμός γιά τούς Χριστιανούς. ῾Η διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ βρίσκεται πάνω ἀπό πατρίδες καί φυλές. Ὁ Χριστός μέ τό θεϊκό του μεγαλεῖο ἀγκάλιασε ὅλο τόν κόσμο κι ὁραματίστηκε τήν ἀνθρωπότητα ἑνωμένη σάν μιά ποίμνη. Γι᾿ αὐτό ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ δέν γνωρίζει πατρίδες καί φυλές. Γνωρίζει τόν ἄνθρωπο, τόν ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο τοῦ κόσμου, τό παιδί τοῦ κοινοῦ παγκόσμιου πατέρα, καί καθόλου δέν ἐξαρτᾶ τή θεία χάρη ἀπ᾿ τή γλῶσσα, τό χρῶμα, ἤ τόν τόπο τῆς καταγωγῆς του. Οἱ Χριστιανοί, φορεῖς τῆς χριστιανικῆς διδσκαλίας, μοιραῖα ἔρχονται σ᾿ ἀντίθεση μέ τούς εἰδωλολάτρες, πού έχοντας παρανοήσει τά πράγματα μεταβάλλουν τήν πατρίδα καί τό ἔθνος σέ εἴδωλο καί ἱερό σκοπό.
Κοινὴ πατρίδα τῶν ἀνθρώπων ἡ γῆ καὶ μία ἡ φυλή τους: Ἡ ἀνθρωπότητα
῾Ο Χριστιανός ἀγαπᾶ τήν πατρίδα του καί τήν φυλή του, ἐπειδή τόν συνδέουν μ᾿ αὐτά ὁρισμένα περιστατικά, ὁρισμένες παραδόσεις καί ἀναμνήσεις. ῎Αν δέν ὑπῆρχε τό συναίσθημα, ποτέ δέν θἄφτανε ὁ Χριστιανός μέ τή λογική, στήν ἀγάπη τῆς πατρίδας, καί τοῦ ἔθνους. ᾿Αγαπῶ τήν πατρίδα μου, δηλ. ὁρισμένη ἐδαφική περιοχή τῆς γῆς, αὐτό ὅμως δέν σημαίνει πώς δέν θά μποροῦσα ν᾿ ἀγαπήσω κι ὁποιοδήποτε ἄλλο κομμάτι τῆς γῆς ὅπου θά τἄφερνε ἡ μοῖρα νά ζήσω. Θἄθελα νά μποροῦσα νά γνωρίσω καί ν᾿ ἀγαπήσω ὅλες τίς γωνιές τοῦ κόσμου, ὅπου λάμπει ὁ γλυκύς ἥλιος καί ζοῦν δυό ἄνθρωποι ἀγαπημένοι καί καλοί.
Νοιώθω πατρίδα μου πιό πολύ τήν καλωσύνη καί τή χαρά, παρά τά ἄγρια βουνά καί τά ἄνυδρα ποτάμια μιᾶς χώρας, ὅπου συνέπεσε νά γεννηθῶ, πού λέγεται πατρίδα καί γιά τήν ὁποία διάφοροι ὕποπτοι τύποι συνθέτουν ὕμνους καί διθυράμβους. Κάθομαι καί σκέπτομαι· ῎Εχω κανένα λόγο ἐγώ ν᾿ ἀγαπῶ τήν πατρίδα καί τό ἔθνος μου παραπάνω ἀπ᾿ ὅ,τι κάθε ἄλλος κάτοικος τῆς γῆς τήν δική του πατρίδα καί τό ἔθνος; ῎Οχι. Αὐτό σημαίνει πώς ὅλες οἱ πατρίδες τοῦ κόσμου εἶναι τό ἴδιο ἀξιαγάπητες καί πώς ὁ λόγος πού ἀγαπᾶ κανείς μιά πατρίδα θά μποροῦσε νά τόν κάμη ν᾿ ἀγαπήση καί κάθε ἄλλη πατρίδα τοῦ κόσμου. ῎Ετσι φθάνομε στό συμπέρασμα πώς μιά εἶναι ἡ κοινή πατρίδα ὅλων τῶν ἀνθρώπων· ἡ γῆ· καί μιά ἡ φυλή τους· ἡ ἀνθρωπότητα.
Ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος ὅ,τι εἶναι, τὸ ὀφείλει σὲ ὅλο τὸν κόσμο
Μέ τή μεγάλη αὐτή πατρίδα ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται νά τόν συνδέουν μεγάλοι δεσμοί. Δεσμοί πιό ἰσχυροί κι᾿ ἀπό ἐκείνους πού αἰσθάνεται νά ὑπάρχουν μέ τήν ἰδιαίτερή του πατρίδα. ῾Ο σημερινός ἄνθρωπος καταλαβαίνει πώς ὅ,τι εἶναι τό ὀφείλει σ᾿ ὅλο τό κόσμο. Κάθε χώρα ἔχει προσφέρει τόν ὀβολό της στό ταμεῖο τοῦ πολιτισμοῦ. ῞Ενα μεγάλο μέρος τοῦ ἑαυτοῦ μας τό ὀφείλομε σ᾿ ἀνθρώπους ἄλλων χωρῶν κι’ ἄλλης φυλῆς ἀπό μᾶς. ῾Η διαφορά τῆς πατρίδας καί τοῦ ἔθνους δέν ἐμποδίζει τούς ἀνθρώπους νά οἰκοδομοῦν τόν κοινό τους πολιτισμό καί νά σηκώνουν ἀλλήλων τά βάρη. Κυττάζω στή βιβλιοθήκη μου καί βλέπω ὀνόματα ἀπ᾿ ὅλον τόν κόσμο. ᾿Ονόματα ἀνθρώπων μ᾿ ἄλλη γλῶσσα, ἄλλη πατρίδα, ἄλλη φυλή μ᾿ ἐμένα καί πού μ᾿ ὅλα αὐτά, χωρίς νά τούς ἔχω γνωρίσει προσωπικά, τούς ἀγαπῶ σάν καλούς μου φίλους καί περνῶ μαζί τους πολύτιμες ὧρες, ἐνῶ μ᾿ ἑκατοντάδες γνωστούς μου πού ζοῦν δίπλα μου, αἰσθάνομαι νά μή μέ συνδέη τίποτα, ἄσχετο πώς εἴμεθα συμπατριῶτες.
Νοιώθω, ὡς Χριστιανός, νά εἶναι πατρίδα μου τό πνεῦμα κι οἰκογένειά μου τά ἔργα τοῦ Θεοῦ. ᾿Αγαπῶ τή πνευματική μου πατρίδα καί θεωρῶ φίλους μου κι᾿ ἀδελφούς μου ὅλους ἐκείνους, πού στά διάφορα σημεῖα τῆς γῆς σκέφτονται καί πονοῦν ἴσα μέ μένα. Ποῦ ὑπάρχει ἐλευθερία καί καλοσύνη; ᾿Εκεῖ εἶναι ἡ πατρίδα μου καί ἐκείνην ἀγαπῶ, χωρίς νά εἶναι ἀνάγκη νά μοῦ τό ἐπιβάλλη κανείς. Θεωρῶ ἀνέκφραστα γελοίους καί μηδαμινούς ὅλους ἐκείνους πού ἐπιμένουν νά καθορίζουν τήν πατρίδα μέ βουνά καί ποτάμια καί συρματοπλέγματα, ὅπως στήν παλιά ἐποχή οἱ ῞Ελληνες θεωροῦσαν ἄλλη πατρίδα τή Σπάρτη, ἄλλη τήν Κόρινθο, τήν ᾿Αθήνα, τή Θήβα κ.λπ.
Πῶς εἶναι δυνατό μετά τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, ἐγώ ὁ Χριστιανός, νά θεωρῶ πατρίδα μου μιά ὁρισμένη γωνιά τῆς γῆς, πού περικλείεται μέσα σ᾿ ὁρισμένα ὅρια πού καθόρισαν αὐθαίρετα ὕπουλοι διπλωμάτες καί νά μήν θεωρῶ πατρίδα μου ὅλην τήν ἀνθρωπότητα, τήν μεγάλην οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ, γιά τήν ὁποία ὁ Χριστός ἀπέθανε κι οἱ μάρτυρες τοῦ Χριστιανισμοῦ, τόν κόσμο τοῦ πνεύματος μέσα στόν ὁποῖον ζῶ καί κινοῦμαι καί εἶμαι; ῾Η ἔννοια τῆς εἰδωλολατρικῆς πατρίδας εἶναι ἀσφυκτική γιά τόν συνειδητό Χριστιανό, τόν ξυπνημένο ἄνθρωπο τοῦ 20οῦ αἰώνα.
Ἡ ἀγάπη τῆς πατρίδας καί τοῦ ἔθνους μόνο χριστιανικά καθορισμένη ἱκανοποιεῖ τόν πολιτισμένο ἄνθρωπο καί βοηθεῖ στή συναδέλφωση καί τήν εἰρήνη τοῦ κόσμου. ῾Ο ἐθνικισμός μπορεῖ ν᾿ ἀποβῆ μοιραῖος στή ζωή τῶν λαῶν, ὅπως τό μαχαίρι στά χέρια τοῦ μωροῦ. ῾Η ἱστορία συνεχῶς ἐπιβεβαιώνει τήν ἀλήθεια αὐτή καί καλά θά κάμουν οἱ λαοί νά δώσουν προσοχή στή φωνή της.
Ἡ προσωπολατρεία κι ὁ ἐθνικισμός ἦταν ἀνέκαθεν ἡ γόνιμη γῆ, ὅπου σπέρνονταν καί καρποφοροῦσαν τά ζιζάνια τοῦ Σατανᾶ, τά προορισμένα νά συμπνίγουν τίς θεϊκές ἐντολές καί νά μεταβάλλουν τήν ἀνθρωπότητα σέ σφαγεῖο.
Ἐπειδὴ ἀγαπῶ τὴν πατρίδα μου, νοιώθω φίλους μου ὅλους ἐκείνους ποὺ ἀγαποῦν τὴ δική τους πατρίδα
Τό ν᾿ ἀγαπᾶ κανείς τήν πατρίδα του σέ τίποτα δέν κάνει κακό.
Ἀγαπῶ τήν πατρίδα μου, γιατί ἐκεῖ γεννήθηκα κι ἐκεῖ ὑπάρχουν ὁρισμένα πράγματα, μέ τά ὁποῖα ἔχω συνδεθῆ κατά κάποιο τρόπο. Τό ὅτι ἀγαπῶ τήν πατρίδα μου αὐτό μέ κάνει νά θεωρῶ φυσικό ν᾿ ἀγαπᾶ τήν πατρίδα του κι ὁ πολίτης μιᾶς ἄλλης πατρίδας. Οὔτε σκέπτομαι ποτέ πώς μπορῶ ἐγώ νά ἐμποδίσω αὐτόν ἤ αὐτός ἐμένα νά αἰσθάνωμαι τό αἴσθημα αὐτό. Ἀπ’ ἑναντίας… Ἐπειδή ἀγαπῶ τήν πατρίδα μου, νοιώθω φίλους μου ὅλους ἐκείνους πού ἀγαποῦν τήν δική τους πατρίδα. Μᾶς συνδέει ἡ κατανόηση τῆς κοινῆς μοίρας, τοῦ κοινοῦ πόνου.
Ὅπως ἀναγνωρίζω τό δικαίωμα στόν κάθε ἄνθρωπο τοῦ κόσμου ν᾿ ἀγαπᾶ τή γυναῖκα του, τά παιδιά του, τή ζωή του, νά χαίρεται τό κοστούμι του, τήν ἐργασία του κ.τ.τ., γιατί αὐτό μ᾿ ἀρέσει νά κάνω κι ἐγώ, ἔτσι τοῦ ἀναγνωρίζω τό δικαίωμα νἄχη μιά πατρίδα καί νά τήν ἀγαπᾶ ὅσο αὐτός θέλει. Τοῦ ἀναγνωρίζω ἀκόμα τό δικαίωμα, ὅπως παίρνη διαζύγιο ἀπ᾿ τή γυναῖκα του, ἤ ὅπως ἀλλάζη τό κοστούμι του, ἔτσι νά πάψη ν᾿ ἀγαπᾶ τήν πατρίδα του ἤ νά μήν ἀγαπᾶς συγκεκριμένα καμμιά. Καί σέβομαι τή δήλωσή του πώς εἶναι πολίτης τοῦ κόσμου καί πώς παραμένει ἀναγκαστικά στή γῆ, γιατί εἶναι ἀκόμα ἀδύνατη ἡ μετάβασή του σ᾿ ἄλλο… πλανήτη. Αὐτά ὅλα τ᾿ ἀναγνωρίζω στό συνάνθρωπό μου, γιατί σάν χριστιανός ξέρω πώς εἶναι ἐπουσιώδη ζητήματα τῆς ζωῆς, μικρά μέσα γιά τό μεγάλο σκοπό.
Κάθε ἄνθρωπος φθάνει στό χριστιανικό σκοπό μέ τό δικό του τρόπο. Δέν εἶναι σωστό νά ὑποχρεώσωμε κανέναν νά ἐκλέξη τόν τρόπο τό δικό μας. ῾Ο τρόπος γιά τό ἅρπαγμα τοῦ καρποῦ ἀπ᾿ τό δένδρο τῆς ζωῆς, ἔρχεται ἀπό μέσα μας κι ὄχι ἀπ᾿ ἔξω. ᾿Απ᾿ τό Σύνταγμα ὥς τήν ῾Ομόνοια ἄλλοι πηγαίνουν μέ λεωφορεῖο, ἄλλοι μέ ταξί, ἄλλοι μέ τρόλεϋ κι ἄλλοι μέ τά πόδια. Σημασία ἔχει πώς ὅλοι φθάνουν. Μπορῶ νά ὑποχρεώσω ἕνα γέρο νά πάη μέ τά πόδια ἤ ἕνα φτωχό νά πάη μέ ταξί; ῾Η ἀγάπη πρός τήν πατρίδα καί τό ἔθνος, χριστιανικά, δέν εἶναι δόγμα ζωῆς. Εἶναι ἀτομική ὑπόθεση κι ἔτσι πρέπει νά κρίνεται. ῞Ολος ὁ κόσμος εἶναι ἔργο τοῦ ἴδιου δημιουργοῦ καί κάθε κομμάτι τῆς γῆς ἀξίζει νά τό ἀγαπήση κανείς. ῾Ο Χριστιανισμός ἁπλώνει τήν πατρίδα σ᾿ ὅλη τή γῆ, ὅπως φέρνει τή σκέψη στό θρόνο τοῦ Θεοῦ καί τήν ζωή στήν αἰωνιότητα.
῞Οπως ἔχομε τονίσει ἀλλοῦ, οἱ λαοί μέχρι σήμερα χρησιμοποιήθηκαν σάν πιόνια στό παιγνίδι τῶν ἐμπόρων γιά τή ληστεία τῆς κοινωνίας. Οἱ πολιτικοί κι οἱ ἔμποροι χρησιμοποίησαν ὅλες τίς πλευρές τοῦ ψυχικοῦ καί κοινωνικοῦ βίου γιά τήν ἐπικράτησή τους. Τά ἱερά καί τά ἅγια τῆς ἀνθρωπότητας, ἔγιναν ἀντικείμενο ἐμπορίας καί συναλλαγῆς. Φυσικά τό συναίσθημα τῆς φιλοπατρίας χρησιμοποιήθηκε ἀπ᾿ τά πρῶτα. ῾Η ἄρχουσα τάξη μέ τά κοινωνικά της ὄργανα, τούς πολιτικούς καί τούς διανοουμένους, ἐνόθευσε τήν ἀγάπη πρός τήν πατρίδα καί τήν ἔκανε ἐθνικισμό, γιά νά τήν καταντήση στό τέλος σωβινισμό καί ἰμπεριαλισμό. Γιά τό σκοπό αὐτό ἡ ἀστική ἡγεσία χρησιμοποιεῖ εἴτε ναρκωτικά, τό νοθευμένο θρησκευτικό κήρυγμα, εἴτε διεγερτικά, ὅπως εἶναι ὁ ἐθνικισμός. Τά ναρκωτικά τῆς ἐξασφαλίζουν τήν κατοχή τῶν παράνομων κερδῶν, τά διεγερτικά τῆς αὐξάνουν τά κέρδη. ῾Ο ἐθνικισμός εἶναι ἡ πιό προσοδοφόρα πηγή τῆς καπιταλιστικῆς τάξης.
῾Η κεφαλαιοκρατική τάξη πού καταπιέζει μιά χώρα ἐπεκτείνει τή δράση της καί σ᾿ ἄλλες χῶρες κι ἔτσι γίνεται ἕνας διεθνής ἀγώνας ἐπικράτησης μεταξύ τῶν κεφαλαιοκρατικῶν συγκροτημάτων τῶν διαφόρων χωρῶν. ῞Οταν ὁ ἀγώνας αὐτός φθάση σέ κρίσιμο σημεῖο, τότε χρησιμοποιεῖται ὁ πόλεμος, γιά νά κρίνη τήν τύχη τῶν οἰκονομικῶν συγκροτημάτων. Γιά νά φέρουν τούς λαούς σέ φόρμα νά πολεμήσουν, οἱ ἡγέτες τους μεταχειρίζονται τόν ἐθνικισμό, καλλιεργοῦν τό σωβινισμό καί ὑποθάλπουν τό ἔνστικτο τῆς καταστροφῆς κι ἁρπαγῆς μέ τό μιλιταρισμό. Μέ ὀμορφοστολισμένες ψευτιές, πλαστογράφηση τῆς ἱστορίας καί καπηλεία τῆς ἠθικῆς, οἱ λαοί ὁδηγοῦνται στήν πιό μεγάλη ἐξαχρείωση, ἔτσι πού νά μήν ὑπάρχη ἔγκλημα κι ἠλιθιότητα, πού νά μήν εἶναι ἱκανοί νά τά πράξουν.
Ἡ θεοποίηση ἔθνους καὶ πατρίδας ὁδηγοῦν στὴν ἀποκτήνωση τῶν λαῶν
᾿Εθνικισμός σημαίνει θεοποίηση τῆς πατρίδας καί τοῦ κράτους. ῾Η θεοποίηση αὐτή εἶναι ὁ συντομώτερος δρόμος πρός τήν ἀποκτήνωση τῶν λαῶν. Μέ τόν ἐθνικισμό ἡ πατρίδα γίνεται σκοπός, ἀντικείμενο λατρείας, παίρνοντας τή θέση τοῦ Θεοῦ. Οἱ Χριστιανοί πρέπει νά ξέρουν πώς ὁ ἐθνικισμός εἶναι ἐπικίνδυνη μορφή εἰδωλολατρίας, ὄργανο τοῦ διαβόλου καί ἄρνηση τῆς φιλοπατρίας τῶν ἄλλων.
Κλασσικό παράδειγμα εἶναι ὁ γερμανικός ἐθνικισμός· «ἡ Γερμανία ὑπεράνω ὅλων». ῞Οταν κανείς θεοποιήση τή πατρίδα του, τότε θέλει νά καταργήση τίς ἄλλες πατρίδες καί ν᾿ ἀναγκάση τούς πολίτες τους ν᾿ ἀγαποῦν τή δική του πατρίδα. Γιατί αὐτό; Θά θέλαμε μιά ἀπάντηση ἀπ᾿ τούς ἐθνικιστές· ταιριάζει αὐτό στήν ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια καί τή χριστιανική ἰδιότητα; ῾Η πατρίδα εἶναι θρησκεία; ῾Υπάρχει κανένας Θεός πού νά δίδαξε τόν ἐθνικισμό; Μπορεῖ νά εἶναι κανένας ἐθνικιστής καί χριστιανός; ῾Ο Χριστιανισμός γεμίζοντας τά πάντα δημιουργεῖ ἀδιαχώρητο. Στό χριστιανικό ἀδιαχώρητο δέν ἔχουν θέση ἀντιχριστιανικά πράγματα καί ἑπομένως οὔτε ὁ ἐθνικισμός. Τό ἔθνος, σάν σύνολο λαοῦ, πρέπει νά βρίσκεται στήν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ. Αὐτή εἶναι ἡ ἀληθινή ἔννοια τῆς φιλοπατρίας. Τό περιεχόμενο κι ἡ ἀποστολή τοῦ Χριστιανισμοῦ εἶναι ἐντελῶς ἀσυμβίβαστα μέ τή σημερινή μορφή τῆς ἀνθρωπότητας. Τά κράτη, τά ἔθνη, τά σύνορα, οἱ φυλετικές διακρίσεις, ὅ,τι ἔχει σχέση μέ ἐπιθέσεις καί κατακτήσεις ξένων ἐδαφῶν εἶναι ἀκατανόητα ἀπό χριστιανική πλευρά. Σ᾿ ὅλα αὐτά οἱ Χριστιανοί δέν βλέπουν παρά τό σχέδιο τοῦ διαβόλου, πού κρατᾶ τούς λαούς χωρισμένους, γιά νά μή πραγματοποιηθῆ τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ πού θέλει νά ἑνώση τήν ἀνθρωπότητα. ῾Ο ἐθνικισμός καί τά περί αὐτόν, εἶναι ἡ τοξίνη πού ἐπιδιώκει τήν ἀποσύνθεση τῆς ἀνθρωπότητας. Τό ἀντίδοτο στήν περίπτωση αὐτή εἶναι τό κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ γιά τήν ἀμοιβαία κατανόηση ἀνάμεσα στούς λαούς. ῾Ο Χριστιανισμός, ὅπως ἔχομε πεῖ, ἐξευγενίζει τήν πατρίδα δίνοντάς της πνευματικό περιεχόμενο καί τήν μεγαλώνει ἐπεκτείνοντάς την σ᾿ ὅλο τόν κόσμο καί μέχρι τό Θεό.
«Χριστιανική πατρίδα εἶναι ὁ πνευματικός κόσμος, ἡ ἀθανασία καί ἡ αἰωνιότητα καί χριστιανικός ἐθνικισμός τό μεγάλο ἰδανικό τῆς παγκόσμιας εἰρήνης καί συναδέλφωσης, τῆς «μίας ποίμνης», ὅπως ὁ Κύριος εἶπε· «γενήσεται μία ποίμνη, εἶς ποιμήν».
«Χριστιανική ᾿Επανάσταση – ῾Η φιλοσοφία τῆς ᾿Επανάστασης» (Ἐκδόσεις ΜΗΝΥΜΑ Γ’ ἔκδοση, Ἀθήνα 1973 σ.σ. 144-150). Τὸ βιβλίο αὐτὸ τοῦ ἱδρυτῆ τῆς ΧΔ ἔχει ἐκδοθεῖ τὸ 1952 καὶ τὸ 1965).  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ο Ιούδας, το μύρο

  Στην οικία του Σίμωνα του Λεπρού, μια γυναίκα λούζει τον Χριστό με ακριβό μύρο. Οι μαθητές διαμαρτύρονται: γιατί τέτοια σπατάλη; Δε θα ήτα...