Αλλά δεν πέρασαν πολλές ημέρες,και όλα τα φυτά της περιοχής ξεράθηκαν από τον υπερβολικό καύσωνα.Ο Λουκιανός λιποψύχησε πάλι και άρχισε να παραπονιέται στον όσιο Δαβίδ.
-Τι θα κάνουμε,πάτερ;έλεγε με θλίψη.Πώς θα ζήσουμε τώρα;
-Γιατί απελπίζεσαι,παιδί μου;του απαντούσε ο όσιος.Στα χορτάρια στηρίζεις την ελπίδα σου για τη μάταιη τούτη ζωή;Αυτά τα προόρισε ο Θεός για τη διατροφή των άλογων ζώων.Κάποιον άλλο τρόπο θα βρει ο Παντοδύναμος για να θρέψει εμάς,τα λογικά πλάσματά Του.
Δεν είχε προλάβει να τελειώσει τα λόγια του ο όσιος όταν ξάφνου-ω,τι θαυμαστή η πρόνοιά Σου,Χριστέ!-τρία θηλυκά ελάφια με τα ελαφάκια τους ήρθαν τρέχοντας και στάθηκαν μπροστά τους.
-Πάρε ένα δοχείο και άρμεξε τούτες τις θεόσταλτες ελαφίνες,πρόσταξε ο μακάριος Δαβίδ τον υποτακτικό του.
Ο Λουκιανός,μολονότι τα είχε χαμένα από την έκπληξη και τον θαυμασμό,βιάστηκε να εκτελέσει την εντολή του γέροντά του.Γέμισε μια γαβάθα με γάλα και την έφερε στον πιστό δούλο του Θεού.Κι εκείνος,σταυρώνοντάς την,έκανε το γάλα τυρί!
Έφαγαν και ευχαρίστησαν εγκάρδια τον Κύριο για τη θαυμαστή επέμβασή Του.
Από τη στιγμή εκείνη οι δυο πατέρες αφέθηκαν ολοκληρωτικά πια στο έλεος και τη φροντίδα του ουράνιου Πατέρα.Αγρυπνούσαν,προσεύχονταν και τρέφονταν με το γάλα των ελαφιών,που έρχονταν κάθε μέρα,εκτός από Τετάρτη και Παρασκευή.Αυτές τις ημέρες οι πατέρες δεν έτρωγαν τίποτα.Στέκονταν με τα χέρια και με το νου υψωμένα στον ουρανό.
* * *
Ύστερ'από λίγες μέρες ήρθαν στην βουνοπλαγιά κάποιοι άνθρωποι από την Καχέτη,για να κυνηγήσουν ελάφια και αγριοκάτσικα.Τρομαγμένα τα ελάφια έτρεξαν στη σπηλιά των ερημιτών.Οι κυνηγοί τα ακολούθησαν.Σε λίγο,αποσβολωμένοι από την έκπληξη,έβλεπαν τον Λουκιανό να τα αρμέγει.Παραδίπλα καθόταν γαλήνιος ο όσιος Δαβίδ.
-Όσιε του Θεού!αναφώνησαν οι κυνηγοί,πέφτοντας στα πόδια του.Τι θαύμα είναι τούτο που αντικρύζουμε!Τα άγρια ελάφια στέκονται μπροστά σας σαν ήμερα αρνιά!
-Γιατί παραξενεύεστε,αδελφοί μου,με τα θαυμαστά έργα του Παντοδύναμου;Ο Πλάστης των όλων,που φροντίζει ακόμα και για τα πουλιά,τρέφει κι εμάς,τους αδύνατους,με το γάλα των ελαφιών.Σας παρακαλώ,λοιπόν,να μην κυνηγήσετε στην περιοχή μας.Πηγαίνετε σ'άλλον τόπο.Τα ζώα τούτα είναι θεόσταλτα για την επιβίωσή μας,και δεν πρέπει να τα σκοτώσετε.
-Δοξασμένος ο Θεός,είπαν με θαυμασμό οι κυνηγοί,που για την αγάπη Του ασκητεύεις υπομονετικά σε τούτη την απαράκλητη ερημιά.Επειδή όμως κι εμείς είμαστε ομόπιστοί σου ποθούμε να γίνουμε μαθητές και μιμητές της αγιοσύνης σου.Κράτησέ μας κοντά σου.Δίδαξέ μας το θέλημα του Κυρίου.Γίνε πατέρας και οδηγός και σωτήρας των ψυχών μας.
Μα ο όσιος αρνήθηκε κατηγορηματικά.
-Όχι,παιδιά μου!Δεν είναι για σας αυτός ο άγριος και κατάξερος ερημότοπος,με το καυτερό καλοκαίρι και τον παγερό χειμώνα.Δεν θα τον αντέξετε.Καλύτερα να γυρίσετε στα σπίτια σας.Τηρώντας εκεί τις εντολές του Θεού,θα βρείτε την σωτηρία σας.
Οι κυνηγοί συμμορφώθηκαν με την προτροπή του αγίου.Σκορπίστηκαν,λοιπόν,στα χωριά τους και διηγήθηκαν σ'όλους ό,τι είδαν.
(Οι άγιοι της Γεωργίας,εκδ.Ι.Μ.Παρακλήτου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου